Η δυσκολία στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση Τραμπ είναι ότι κανείς δεν μπορεί να είναι βέβαιος αν όντως έχει επιτευχθεί συμφωνία, μέχρι να την υπογράψει ο ίδιος ο πρόεδρος. Αυτή η αβεβαιότητα επικρατεί ακόμη και ανάμεσα στους συμβούλους του, όπως μου ανέφερε ένας Ευρωπαίος αξιωματούχος με άμεση εμπειρία από διαπραγματεύσεις με την αμερικανική κυβέρνηση. Μπορεί να νομίζεις ότι έχεις σημειώσει πρόοδο με τους Αμερικανούς ομολόγους σου, όμως η «τέχνη της διαπραγμάτευσης» λειτουργεί σαν τηλεοπτικό σόου που προβάλλεται όλο το 24ωρο. Ποτέ δεν ξέρεις ποιες νέες ανατροπές μπορεί να χρειαστούν για να διατηρηθεί ζωντανό το ενδιαφέρον του κοινού.
Eτσι αιφνιδιάστηκε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή το περασμένο Σαββατοκύριακο, όταν ο Τραμπ απείλησε με επιβολή δασμών 30% σε όλες τις εισαγωγές από την Ε.Ε. Και αυτό μόλις λίγες ημέρες αφότου αξιωματούχοι των Βρυξελλών είχαν εκφράσει αισιοδοξία πως η συμφωνία ήταν κοντά. Η Ε.Ε. ήταν, έστω και με επιφύλαξη, διατεθειμένη να αποδεχθεί ένα βασικό 10% σε δασμούς, παρόμοιο με εκείνο που είχε συμφωνήσει το Ηνωμένο Βασίλειο, και είχε εστιάσει τις προσπάθειές της στην εξασφάλιση εξαιρέσεων σε αυτοκίνητα, χάλυβα, αλουμίνιο και φάρμακα. Τώρα, ακόμη και αυτή η κακή συμφωνία έχει αποσυρθεί. Από την άλλη πλευρά, η αποτυχία επίτευξης συμφωνίας θα μπορούσε να έχει ολέθριες οικονομικές συνέπειες, εφόσον οδηγούσε τον Τραμπ στην υλοποίηση των απειλών του. Ο επίτροπος Εμπορίου της Ε.Ε., Μάρος Σέφκοβιτς, έχει δίκιο όταν επισημαίνει ότι δασμοί της τάξης του 30% θα ανέκοπταν το διατλαντικό εμπόριο και θα προξενούσαν σοβαρό πλήγμα τόσο στην ευρωπαϊκή όσο και στην παγκόσμια οικονομία – ακόμη και πριν από οποιαδήποτε αντίδραση των Βρυξελλών. Ε.Ε. και ΗΠΑ από κοινού αντιπροσωπεύουν το 43% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 30% του παγκόσμιου εμπορίου. Αυτό δείχνει ότι η απειλή λειτουργεί ως διαπραγματευτική τακτική. Ομως, ποιες παραχωρήσεις θα ικανοποιούσαν τον Τραμπ; Αυτό δεν είναι ξεκάθαρο.
Ούτε μπορούν οι Βρυξέλλες να βασίζονται στις αγορές για στήριξη. Οταν ο Τραμπ ανακοίνωσε τους δασμούς της «ημέρας της απελευθέρωσης», στις 2 Απριλίου, η αντίδραση των αγορών ήταν τόσο έντονη που έκανε πίσω μέσα σε μία εβδομάδα. Τώρα δηλώνει ότι θα επιβάλει στην Ε.Ε. ακόμη υψηλότερους δασμούς από το 20% που είχε απειλήσει τότε, όμως οι αγορές δεν έχουν αντιδράσει σχεδόν καθόλου. Αν συνυπολογίσει κανείς τις πρόσφατες «συμφωνίες» για δασμούς που αναμένεται να τεθούν σε ισχύ από τον Αυγουστο, τότε ο μέσος δασμολογικός συντελεστής των ΗΠΑ θα ξεπεράσει το 20%, από περίπου 13% που είναι σήμερα και λίγο πάνω από 2% που ήταν στις αρχές του έτους. Αυτό το επίπεδο δεν απέχει πολύ από εκείνο που είχε προκαλέσει αναστάτωση στους επενδυτές τον Απρίλιο.
Φυσικά, η αδιαφορία των αγορών αντανακλά εν μέρει το λεγόμενο «εμπόριο TACO» – την προσδοκία πως ο Τραμπ στο τέλος πάντα δειλιάζει (TACO: Trump Always Chickens Out). Πράγματι, το μόνο που άλλαξε ουσιαστικά το περασμένο Σαββατοκύριακο ήταν ότι ο πρόεδρος παρέτεινε κατά τρεις εβδομάδες την προθεσμία για την επίτευξη συμφωνίας με την Ε.Ε. Την ίδια ώρα, οι επενδυτές εμφανίζονται ολοένα και πιο αισιόδοξοι για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της αμερικανικής οικονομίας και των εταιρικών κερδών, ενθαρρυμένοι από την ώθηση που έδωσε το «μεγάλο, όμορφο φορολογικό νομοσχέδιο» του Τραμπ και το μετασχηματιστικό δυναμικό της τεχνητής νοημοσύνης. Παρά τις προειδοποιήσεις των οικονομολόγων ότι οι υψηλότεροι δασμοί θα οδηγήσουν σε υψηλότερο πληθωρισμό και μικρότερη ανάπτυξη, κάτι τέτοιο δεν αποτυπώνεται ακόμη στα διαθέσιμα στοιχεία.
Αυτό καθιστά την κατάσταση ιδιαιτέρως επικίνδυνη. Η Ε.Ε. δεν έχει καμία καλή επιλογή. Μπορεί να αποδεχθεί μια συμφωνία πιο επιζήμια από ό,τι είχε φανταστεί πριν από λίγες εβδομάδες. Ή μπορεί να επιμείνει σε μια αποδεκτή συμφωνία και, αν δεν την πετύχει, να προχωρήσει στα δικά της αντίποινα – με την ελπίδα ότι το σοκ θα αφυπνίσει τις αγορές. Κατά την αξιολόγηση των επιλογών της, η Ε.Ε. θα έχει επίσης επίγνωση του κινδύνου ότι ο Τραμπ ενδέχεται να μετατρέψει σε διαπραγματευτικό όπλο και άλλες πτυχές της σχέσης – κυρίως τις εγγυήσεις ασφαλείας των ΗΠΑ.
Η Ε.Ε., ωστόσο, ίσως να μην έχει άλλη επιλογή από τα αντίποινα, εάν ο Τραμπ επιμείνει στις απαράδεκτες απαιτήσεις του. Μια κακή συμφωνία, που θα επέβαλλε δασμούς 20% ή και περισσότερο στις ευρωπαϊκές εξαγωγές, θα υπονόμευε τη νομιμότητα της ίδιας της Ενωσης – ιδίως σε σύγκριση με το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit, το οποίο θα επιβαρυνθεί μόνο με δασμούς 10%. Δεν αποκλείεται, πάντως, η υπονόμευση της νομιμότητας της Ε.Ε. να αποτελεί μέρος της ατζέντας του Τραμπ. Εξάλλου, ο κίνδυνος να αποσύρει ο Τραμπ τις εγγυήσεις ασφαλείας μπορεί να έχει υποχωρήσει μετά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ, τον Ιούνιο, και τη μεταστροφή του όσον αφορά την παροχή όπλων στην Ουκρανία. Παρ’ όλα αυτά, ποιος μπορεί να ξέρει τι θα αποφασίσει να κάνει ο Τραμπ την επόμενη στιγμή; Ούτε καν ο ίδιος.
*Ο κ. Σάιμον Νίξον είναι ανεξάρτητος σχολιαστής και εκδότης του ενημερωτικού δελτίου Wealth of Nations στο Substack.

