Νερό από τον τόπο μας και μήλα απ’ τη μηλιά μας

Νερό από τον τόπο μας και μήλα απ’ τη μηλιά μας

3' 17" χρόνος ανάγνωσης

Eνας φίλος λέει ότι «ο ξένος που μας χτυπάει την πόρτα μπορεί να είναι ο Χριστός».

Το επιχείρημα είναι ακαταγώνιστο υπό δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι να πιστεύεις στον Χριστό. Η δεύτερη, να είσαι διατεθειμένος να στριμωχτείς. Δεν ξέρω ποια από τις δύο ξεβολεύει περισσότερο. Η πρώτη σού αλλάζει τη ζωή, η δεύτερη σε στενεύει.

Και το στένεμα αυτό, που είναι, θαρρώ, απότοκο της πρώτης προϋπόθεσης, απαιτεί όχι απλώς να δεξιωθείς έναν παροδίτη, αλλά να δεξιωθείς όποιον παροδίτη κρούει τη θύρα σου. Κι αν σου την κρούουν όλης της γης οι αναγκεμένοι, θα πρέπει να αποφασίσεις πόσοι χωράνε στο σπίτι και στους πόσους ξεσπιτώνεσαι επειδή δεν χωράς εσύ.

Σταματώ εδώ, γνωρίζοντας ελάχιστα πρόσωπα που ανήκουν στις παραπάνω κατηγορίες συνανθρώπων μας. Γνωρίζω όμως καμπόσα που παραβλέπουν ότι στην κακογερασμένη ήπειρό μας δεν είμαστε εξαίρεση, αλλά ακόμη ένα έθνος που σβήνει. Την προηγούμενη χρονιά (2024) ο αριθμός θανάτων των Ελλήνων ήταν υπερδιπλάσιος από αυτόν των γεννήσεων.

«Κανένα πρόβλημα», μας καθησυχάζουν όσοι γνωρίζουν πράγματα που οι υπόλοιποι αγνοούμε. Θα κάνουμε, λένε, εισαγωγή νταβραντισμένων Αφροασιατών, διότι στα μέρη τους έχουν πληθυσμιακό πλεόνασμα. Κι επιπλέον, δευτερώνουν οι γνωρίζοντες, θα είναι και βασταγεροί, ακριβώς όπως τους θέλουμε: θα μαζεύουν τις σοδειές μας, θα ξεβρωμίζουν τα σπίτια μας και θα γηροκομούν τα γονικά μας. Κι εντέλει, θα σώσουν και το «ασφαλιστικό» και θα έχουμε όλοι μας καλά στερνά και μπόλικα ευρά!

Σοβαρά τώρα; Αυτό λογίζεται «μια κάποια λύσις»; Να στηρίξουμε τη μακροημέρευσή μας στον πόνο των άλλων; Κι όμως, αυτή την παλιανθρωπιά την ακούμε όλο και συχνότερα και την κουβεντιάζουμε πλέον χωρίς να ντρεπόμαστε, χωρίς να μας προσβάλλει η χυδαιότητα που εκδέχεται τους αδύναμους σαν εμπορεύματα που μετακινούνται όπου υπάρχει ζήτηση. Αλλέως ειπείν, όχι μόνο συνηθίσαμε ή μοιάσαμε στο τέρας, αλλά γίναμε όμοιοί του!

Οι άνθρωποι που ξεβράζονται στις ακτές μας δεν είναι εκδρομείς· είναι ικέτες που έχουν μάνα, πατέρα κι αδελφούς· που έχουν, δηλαδή, ρίζες. Και όλοι οι άνθρωποι –και οι φευγάτοι και αυτοί που μένουν πίσω– πονούν όταν κόβονται οι ρίζες. Και οι ρίζες κόβονται επειδή κάποιοι πήγαν ακάλεστοι στους τόπους των προσφύγων και, αφού τους ξεπάτωσαν, τους παρήγγειλαν πώς θα τους κουμαντάρουν. Τα πράγματα δεν πήγαν τόσο καλά εκεί, όπως δεν πάνε τόσο καλά κι εδώ, και, όπως είπαμε, χρειάζονται χέρια να συνδράμουν. Παλαιότερα αυτό το έλεγαν δουλεμπόριο. Σήμερα το λένε «υποδοχή μεταναστευτικών ροών» κι αλίμονο σε όποιον θυμίσει στους ρεσεψιονίστ και στους θιασώτες των «ροών» ότι η συμπεριφορά τους είναι όχι φιλάνθρωπος, αλλά ένας ανεστραμμένος ρατσισμός. Και είναι ανεστραμμένος ρατσισμός διότι δεν δεξιώνεται τον Αλλον ως Αλλον, αλλά σαν κάποιον που οφείλει να μας μοιάσει, καθότι ο δικός μας πολιτισμός είναι (ανομολόγητα) ανώτερος! Γι’ αυτό και καταπίνει τον Αλλο διά της «αφομοίωσης» – όπως λέγεται η αποξένωση από τις ταυτότητες. Γι’ αυτό και η ετερότητα, εφόσον επιμείνει, θα παροπλιστεί σαν couleur locale που θα έχει χρώμα αλλά δεν θα έχει τόπο, και πολύ περισσότερο στασίδι στον δημόσιο χώρο που έχει μπουκώσει από ωραιολογίες για «συμπερίληψη» κ.ά. παρόμοια που είναι χρήσιμα για όσους ψωμίζονται από αυτά αλλά δεν χορταίνουν κανέναν πεινασμένο.

Στην περίπτωση που μας νοιάζουν οι πεινασμένοι, καλό θα είναι αντί να τους φιλοδωρούμε με τα περισσεύματα των τραπεζών μας να τους μάθουμε να ψαρεύουν – όχι να ψωνίζουν ψάρια! Και τότε θα είναι λιγότεροι οι πεινασμένοι και περισσότερος ο πλούτος των ανθρώπων. Διότι η ετερότητα είναι ο πλούτος κι όχι η πτωχοαλαζονεία που απαιτεί να γίνουν όλοι σαν τα μούτρα της – θεσπίζοντας μάλιστα κι εξετάσεις ιθαγένειας (όχι υπηκοότητας) για να βαθμολογεί τις επιδόσεις αποξένωσης από τον εαυτό!

Και κάτι ακόμα. Τίμιο θα είναι να παραδεχτούμε ότι ανέστιος δεν είναι μόνο αυτός που μας χτυπάει την πόρτα, αλλά κι αυτός που είναι εντός της, αυτός που κάπου μένει αλλά δεν έχει ούτε οίκο ούτε οικείους. Κι ας παριστάνει –τρομάρα του και χαλασιά του– τον πολίτη του κόσμου.

ΥΓ.: Εύχομαι να είναι αντιληπτό ότι οι έποικοι είναι άλλη κουβέντα και η συγκαταρίθμηση με τους πρόσφυγες ζημιώνει τους τελευταίους. Και από τους δύο όμως κάποιοι κερδοσκοπούν.

*Ο κ. Θεόδωρος Παντούλας είναι συγγραφέας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT