Ενα παραμύθι για μεγάλους… Αυτό αποφάσισε η Αγγέλα Καστρινάκη, καθηγήτρια Νεοελληνικής Φιλολογίας και κοσμήτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, να διηγηθεί στους φετινούς πτυχιούχους της σχολής κατά τη θερινή τελετή αποφοίτησης. Ενα «όμορφο διδακτικό παραμύθι», όπως λέει στην «Κ», που το άντλησε από το «Παραμύθι χωρίς όνομα» της Πηνελόπης Δέλτα.
«Το κράτος έχει καταρρεύσει, στο έργο αυτό, από κακοδιαχείριση. Εργασίες δεν υπάρχουν, οι νέοι άνθρωποι φεύγουν στο εξωτερικό, οι μεγάλοι φυτοζωούν. Πολλοί είναι όσοι κλέβουν. Σχολεία δεν λειτουργούν πια – και το ένα που έχει απομείνει δεν παίζει τον ρόλο του, καθώς ο δάσκαλος αρνείται να διδάξει επειδή ξεχνούν, λέει, να τον πληρώσουν. Εν τω μεταξύ το νεαρό βασιλόπουλο ξυπνάει από τη νάρκη του, χάρη σε μια κοπέλα που συναντά και την οποία λένε χαρακτηριστικά Γνώση, βγαίνει στον κόσμο μαζί με την αδελφή του, καταλαβαίνει τα προβλήματα», περιγράφει η κ. Καστρινάκη. Ας παρακολουθήσουμε τη συνομιλία με τον δάσκαλο:
– «Τι θέλετε, παιδιά μου;» ρώτησε ο δάσκαλος με καλοσύνη.
– «Θέλομε να μάθομε τι είναι τούτο το σπίτι».
– «Τούτο το σπίτι; Μα το γράφει απ’ έξω, παιδιά μου!» είπε με απορία ο άνθρωπος δείχνοντας τα μαύρα γράμματα πάνω από την πόρτα.
– «Δεν ξέρομε να διαβάσομε», είπε ταπεινά η Βασιλοπούλα.
– «Α…;» έκανε ο άνθρωπος. «Ωστόσο, σ’ όλο το βασίλειο είναι τα ίδια χάλια και κανένας νέος δεν ξέρει πια να διαβάσει». Και τους εξήγησε πως απ’ έξω έγραφε: «Σχολείο του Κράτους».
– «Σχολείο!» αναφώνησε με χαρά το Βασιλόπουλο. «Ποτέ μου δεν είδα σχολείο, και ήθελα τόσο να ξέρω πώς είναι! Μα πού είναι τα παιδιά;»
– Ο άνθρωπος έξυσε το αυτί του, κοντοστάθηκε και στο τέλος είπε.
– «Λείπουν αυτή την ώρα».
– «Και τι ώρα θα γυρίσουν για το μάθημα; Θα ήθελα να τα δω», είπε το Βασιλόπουλο.
– «Μα… δεν κάνουν μάθημα…», αποκρίθηκε διστακτικά ο άνθρωπος· και βλέποντας την απορία στα μάτια του αγοριού, «Ε, ναι! Δεν τους κάνω μάθημα!» ξέσπασε, και τους είπε με πίκρα. «Σαν να είναι κι εύκολο να κάνει κανείς εκείνο που πρέπει σε τούτο τον τόπο! Μ’ έβαλε το κράτος δάσκαλο και μου παραδίνει τα παιδιά του να τους μάθω γράμματα· μα ξεχνά να με πληρώσει, ξεχνά πως έχω ανάγκες κι εγώ, πως πρέπει και να φάγω και να ντυθώ! Ερχονται τα παιδιά, μα δεν τους κάνω μάθημα· τα βάζω στο περιβόλι να σκάβουν για να βγάλω το ψωμί μου, και τα στέλνω στο δάσος να μου μαζέψουν πότε φράουλες, πότε κούμαρα ή άλλα φρούτα της εποχής. Είμαι άνθρωπος κι εγώ! Κι εγώ πρέπει να ζήσω!».
Το Βασιλόπουλο απορεί: «Και ποιος σε υποχρεώνει να μείνεις δάσκαλος;»
– «Αμ’ αλλιώς θα πεθάνω από το κρύο· εδώ τουλάχιστον έχω σπίτι!»
– «Το σπίτι λοιπόν το δέχεσαι, μα το χρέος σου δεν το κάνεις!»
– «Σαν να είναι κι εύκολο» λέει σιγανά ο δάσκαλος. «Είσαι παιδί. Δεν ξέρεις τι θα πει ζωή, και το νομίζεις απλό κι εύκολο να κάνεις το χρέος σου, σαν είναι να δουλεύεις χωρίς απολαβή, για ξένο όφελος! Μα για να κάνεις το καθήκον σου, παιδί μου, χρειάζεται κάποτε ηρωική αυτοθυσία, και όλοι δεν είναι ήρωες στον κόσμο».
«Βγήκε έξω το Βασιλόπουλο, χωρίς ν’ αποκριθεί· σκέψεις και άλλες σκέψεις σκουντουφλιούνταν στο μυαλό του· του φαίνουνταν πως αντίκριζε καινούργιους κόσμους. Για κάμποσην ώρα πήγαινε σιωπηλά βαστώντας το χέρι της αδελφής του. “Η αυτοθυσία!” μουρμούρισε· “τ’ άκουσες, Ειρηνούλα; Χρειάζεται, λέγει, ηρωική αυτοθυσία, και όλοι οι άνθρωποι δεν είναι ήρωες… Θυμάσαι τα λόγια της Γνώσης, πως δουλεύοντας για το γενικό καλό ωφελούμε τον εαυτό μας στο τέλος; Φοβούμαι πως στον τόπο μας κανένας δεν το έμαθε αυτό· ο καθένας μας γυρεύει μόνο το δικό του το συμφέρον ή τουλάχιστον τη δική του ησυχία…».
Το απόσπασμα από το «Παραμύθι» της Πηνελόπης Δέλτα (Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2025, σ. 46-48) τελειώνει, και η Καστρινάκη πιάνει το νήμα απευθυνόμενη στους μελλοντικούς πτυχιούχους: «Η Γνώση έχει πει την καίρια φράση: “Δουλεύοντας για το γενικό καλό ωφελούμε τον εαυτό μας στο τέλος”. Ναι, το προσωπικό όφελος –που είναι μια επιδίωξη απολύτως νόμιμη– πρέπει να προέρχεται, να συμβαδίζει, να μην αντιβαίνει –το λιγότερο– προς το κοινό καλό. Στον όρκο που δίνεται κατά την αποφοίτηση, οι ιδέες αυτές συμπεριλαμβάνονται: “Θα μεταδίδω την επιστημονική γνώση με ανιδιοτέλεια, ευσυνειδησία και κριτικό πνεύμα, σύμφωνα με τις αξίες του ανθρωπισμού και προς όφελος του κοινωνικού συνόλου. Θα συμπεριφέρομαι με αυτεπίγνωση, ελέγχοντας, εκτός από τους άλλους, και τον ίδιο μου τον εαυτό”».
Και η Καστρινάκη –δασκάλα ώς το μεδούλι της και πάντα φύσει αισιόδοξη– κλείνει την ομιλία της, απευθυνόμενη όχι μόνο προς τους φοιτητές του Πανεπιστημίου Κρήτης, αλλά και τους γονείς τους και εντέλει προς όλους μας: «Το κράτος πρέπει να φτιάξει, αλλά κι εμείς δεν πρέπει να τα περιμένουμε όλα από το κράτος – είμαστε συνυπεύθυνοι. Εχω εμπιστοσύνη στη γενιά σας. Είστε τα φωτεινά παιδιά που γνωρίσαμε μέσα στις τάξεις. Ας υπερβούμε τις χρόνιες παθογένειες της πατρίδας μας. Μπορούμε! Εάν το πάρουμε πάνω μας – αν εσείς το πάρετε απόφαση».

