To να υποδεχθούμε ξανά δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι, αναζητώντας καλύτερο αύριο, θέλουν να ζήσουν στην Ελλάδα και στην Ευρώπη, δεν είναι μια πολιτική απόφαση την οποία θα έπαιρναν εύκολα ακόμη και κόμματα που από τη θέση της αντιπολίτευσης το υποστηρίζουν.
Υπήρχε όμως τρόπος να σταλεί μήνυμα ότι ο δρόμος από τη Βόρεια Αφρική προς την Ελλάδα κλείνει, χωρίς να χρειαστεί να τεθούν υπό αμφισβήτηση διεθνείς συνθήκες.
Μπορούσαν να εξεταστούν κατά προτεραιότητα τα αιτήματα ασύλου του συγκεκριμένου πληθυσμού και στη συνέχεια όσοι δεν δικαιούνται άσυλο να επιστρέψουν στις χώρες προέλευσης ή καταγωγής. Η διαδικασία επιστροφής δεν είναι τόσο απλή και εύκολη όσο παρουσιάζεται, αλλά αυτό ισχύει είτε ανασταλεί το δικαίωμα αιτήματος ασύλου είτε όχι. Μπορούσαμε να οδηγηθούμε στο ίδιο αποτέλεσμα ακολουθώντας ένα πιο ορθόδοξο μονοπάτι, σεβόμενοι όσα έχουν συνομολογηθεί δεκαετίες τώρα.
Η κυβέρνηση επέλεξε άλλο δρόμο και θα κριθεί γι’ αυτό.
Ενα μεγάλο τμήμα όσων λέγονται τις τελευταίες ημέρες, ωστόσο, δεν έχει σχέση με το μεταναστευτικό πρόβλημα αυτό καθαυτό. Το ζήτημα χρησιμοποιείται ως η ρωγμή για να χυθεί και άλλο μίσος, και άλλος φόβος, και τελικά να χτιστεί ένα ακόμη διχαστικό αφήγημα.
Οχι, οι μετανάστες δεν τρώνε «ξενοδοχειακού τύπου γεύματα». Σίτιση προσφέρεται μόνο στους αιτούντες άσυλο, είναι από μέτριας έως κακής ποιότητας και κοστίζει ακριβά γι’ αυτό που είναι. Πρόκειται για παροχή που πληρώνεται κυρίως με ευρωπαϊκά κονδύλια. Σε κάθε περίπτωση, το τι τρώνε δεν έχει σχέση με το αν δικαιούνται άσυλο ή αν «πρέπει» να έρχονται παράνομα.
Οι συνθήκες στα κέντρα φιλοξενίας στα οποία διαμένουν δεν είναι καθόλου καλές: συχνά οι τουαλέτες είναι σπασμένες, τα κοντέινερ σε κακή κατάσταση και όταν υπάρχει υπερπληθυσμός κάποιοι κοιμούνται στο πάτωμα. Τα περίφημα επιδόματα για τα οποία μίλησε ο υπουργός Μετανάστευσης, τα τελευταία χρόνια έχουν συρρικνωθεί δραματικά· στην πραγματικότητα σχεδόν δεν υφίστανται. Οι αιτούντες άσυλο –και όχι οι πρόσφυγες– θα έπρεπε να λαμβάνουν 75 ευρώ το άτομο τον μήνα, αλλά και αυτά έχουν μήνες να τα πάρουν.
Οι πρόσφυγες και οι αιτούντες άσυλο δεν ζουν καλύτερα και σε καμία περίπτωση εις βάρος των Ελλήνων, εκτός ίσως από την επιβάρυνση τοπικών κοινωνιών σε περιπτώσεις όπως το κύμα αφίξεων στην Κρήτη.
Η σύγκριση αυτή δεν έχει πραγματική βάση, αντανακλάται μόνο στο θυμικό όσων αισθάνονται, πιθανότατα δικαίως, αδικημένοι, φτωχοί.
Διοχετεύεται η οργή σε λάθος κατεύθυνση και δεν παράγει τίποτα. Ούτε κομματικά οφέλη.

