Λιβύη και ελληνική διπλωματία

3' 3" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

Η διελκυστίνδα με τις διαφορετικές Αρχές της Δυτικής και Ανατολικής Λιβύης συνεχώς εντείνεται. Η εξελισσόμενη εφαρμογή του τουρκολιβυκού μνημονίου και η στυγνή εργαλειοποίηση των μεταναστευτικών ροών καταδεικνύουν το μέγεθος της πρόκλησης που καλείται να αντιμετωπίσει η ελληνική πλευρά. Μια σύντομη ιστορική αναδρομή είναι απαραίτητη για να γίνει περισσότερο κατανοητή η πολυπλοκότητα των διμερών σχέσεων. Η Λιβύη δεν ήταν πάντα η διαλυμένη χώρα που ξέρουμε τώρα.

Το πραξικόπημα του 1969 ανέτρεψε τον φιλοδυτικό μονάρχη Ιντρίς αλ-Σανούσι και έφερε στην εξουσία τον Μουαμάρ Καντάφι. Ο χαρισματικός νεαρός αξιωματικός πρέσβευε ένα ιδεολογικό μείγμα αραβικού εθνικισμού, ισλαμισμού, σοσιαλισμού και παναφρικανισμού. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1970 η Λιβύη άρχισε να μετατοπίζεται στο αντιδυτικό στρατόπεδο. Η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981 δημιούργησε μια νέα δυναμική στις ελληνολιβυκές σχέσεις. Ο Ανδρέας Παπανδρέου οραματίστηκε για την Ελλάδα τον ρόλο του έντιμου διαμεσολαβητή ανάμεσα στη Δύση και τα ριζοσπαστικά αραβικά καθεστώτα της εποχής. Η υπογραφή της συμφωνίας της Ελούντας για τον τερματισμό του γαλλολιβυκού πολέμου στο Τσαντ τον Νοέμβριο του 1984 επιβεβαίωσε την ορθότητα της συγκεκριμένης πολιτικής, παρά τις αντιδράσεις των ΗΠΑ.

Από το 1996 και μετά, το ενδιαφέρον για τη βορειοαφρικανική χώρα ατόνησε σημαντικά επειδή η Αθήνα επικεντρώθηκε στον «εθνικό στόχο» της εισόδου στην ΟΝΕ. Η προσπάθεια για καθορισμό των θαλασσίων ζωνών την περίοδο 2008-2010 δεν ευοδώθηκε δυστυχώς, με ευθύνη και των δύο πλευρών. Η έναρξη του εμφυλίου πολέμου και η συνεπακόλουθη ανατροπή του Καντάφι φαίνεται να αιφνιδίασαν την ελληνική κυβέρνηση. Πέρα από δύο επιτυχημένες επιχειρήσεις απεγκλωβισμού Ελλήνων και ξένων πολιτών το 2011 και το 2014, η Αθήνα δεν έδειξε στη συνέχεια το ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα τεκταινόμενα στη Λιβύη. Ωστόσο, έτσι αγνοήθηκε προκλητικά η γεωπολιτική συνθήκη μετά τα γεγονότα της Αραβικής Ανοιξης. Η κατάρρευση του κράτους στην ευρύτερη περιοχή συνιστά μια αδήριτη πραγματικότητα που ξεπερνάει τις αγκυλώσεις της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής.

Πράγματι, το καθεστώς Καντάφι είχε κατορθώσει να επιβάλει την κοινωνική ειρήνη και να εμπεδώσει την εθνική ενότητα με διάφορους τρόπους. Ως γνωστόν, η Λιβύη ενώθηκε για πρώτη φορά τα χρόνια της ιταλικής κατοχής και δεν αναπτύχθηκε ποτέ ένας ισχυρός εγχώριος εθνικισμός. Τουναντίον, οι τοπικές ταυτότητες έχουν παραμείνει κυρίαρχες μέχρι σήμερα με ό,τι κακό συνεπάγεται. Η επανενοποίηση της χώρας αυτή τη στιγμή φαντάζει πολύ δύσκολη, αφού κανείς πραγματικά δεν την επιθυμεί. Επίσης, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι δεν υπάρχει μια ενιαία ευρωπαϊκή στάση απέναντι στην Τρίπολη και τη Βεγγάζη. Οι ενδιαφερόμενες χώρες της Ε.Ε. ιεραρχούν με κυνικότητα τα εθνικά τους συμφέροντα πάνω από την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Οι υπόλοιπες εστιάζουν στην αντιμετώπιση της ρωσικής επιθετικότητας.

Από την ελληνική διπλωματία δεν απουσιάζει μόνο η αποφασιστικότητα, αλλά και η πολιτισμική οξυδέρκεια για μια χώρα που έχει πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά από τη δική μας. Αυτό έχει εξάλλου φανεί από το φιάσκο με την αποστολή ανθρωπιστικής βοήθειας στην Ντέρνα τον Σεπτέμβριο του 2023 και τη σειρά των πρόσφατων αποτυχημένων διπλωματικών επισκέψεων στην Τρίπολη και τη Βεγγάζη. Δεν χρειάζονται φληναφήματα περί σεβασμού του διεθνούς δικαίου σε ανθρώπους που έχουν τόσο διαφορετικές προσλαμβάνουσες. Σε αυτή την περιοχή του κόσμου η διαπραγμάτευση βασίζεται σε διαφορετικούς κανόνες και νόρμες.

Η γεωγραφική εγγύτητα με τη Βόρεια Αφρική μάς επιβάλλει την εκπόνηση μιας ενεργητικής πολιτικής που θα αποδέχεται τις νέες πραγματικότητες. Στην Τρίπολη βρίσκεται η διεθνώς αναγνωρισμένη κυβέρνηση, αλλά υπάρχουν περιορισμένα γεωγραφικά όρια στην άσκηση των εξουσιών της. Επομένως, προτεραιότητά μας οφείλει να παραμείνει το ανατολικό κομμάτι της χώρας. Αυτό βέβαια προϋποθέτει σημαντική αύξηση του ελληνικού αποτυπώματος στη Βεγγάζη σε όλα τα επίπεδα. Το ρίσκο μιας τέτοιας πολιτικής είναι σχετικά μικρό, από τη στιγμή που η Ε.Ε. δείχνει απροθυμία να υπερασπιστεί ουσιαστικά τα ελληνικά συμφέροντα. Στο σημείο που έχουμε φτάσει δεν υπάρχουν πολλές επιλογές μπροστά μας.

*Ο κ. Μάνος Καραγιάννης είναι καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και Reader in International Security στο King’s College London.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT