Την επέτειο των δέκα χρόνων από το δημοψήφισμα – παρωδία με την παρουσία της Μέρκελ στην Αθήνα είναι επόμενο να αναρωτηθεί κανείς, πήραμε τελικά κάποιο μάθημα από την περίοδο των μνημονίων; Πόσο μάλλον όταν στα πρώτα θέματα της επικαιρότητας είναι αυτές τις μέρες και πάλι ένα σκάνδαλο παράνομων κοινοτικών ενισχύσεων και πελατειακών ρυθμίσεων, που φέρνει στο μυαλό την εποχή των δημοσιονομικών υπερβάσεων που έφεραν τη χώρα στη χρεοκοπία το 2010.
Από τους εξοργιστικούς διαλόγους της υπόθεσης ΟΠΕΚΕΠΕ, γίνεται φανερό ότι από το 2019 λειτουργούσε στη χώρα σε γνώση και ανοχή της κυβέρνησης μία ομάδα απατεώνων που μοίραζε, με το αζημίωτο, κοινοτικές επιδοτήσεις στα «δικά μας παιδιά». Υπάλληλοι του ΟΠΕΚΕΠΕ και διάφοροι κομματικοί μεσάζοντες συνεννοούνταν με κυβερνητικούς παράγοντες και καθοδηγούσαν, με το αζημίωτο, τους φίλα προσκείμενους πολιτικά αγροτοκτηνοτρόφους, κυρίως της Κρήτης, να δηλώσουν εικονικά βοσκοτόπια και ανύπαρκτα κοπάδια ζώων για να εξασφαλίσουν μεγαλύτερα ποσά κοινοτικής στήριξης.
Οπως έχει ήδη γνωστοποιήσει η Ευρωπαία εισαγγελέας που ερευνά την υπόθεση, τουλάχιστον δύο πρώην επικεφαλής του ΟΠΕΚΕΠΕ –Γρ. Βάρρας (το 2020) και Ευ. Σημανδράκος (το 2023)– είχαν εντοπίσει τη λαθροχειρία και την είχαν υποδείξει στους πολιτικούς τους προϊσταμένους. Ωστόσο και οι δύο οδηγήθηκαν σε παραίτηση –ο πρώτος μάλιστα τοποθετήθηκε στη συνέχεια σύμβουλος στο πρωθυπουργικό γραφείο!–, ενώ η «κομπίνα» συνεχίστηκε κανονικά.
Οι αποκαλύψεις ήταν τόσο σοκαριστικές, που ανάγκασαν τον ίδιο τον πρωθυπουργό να παραδεχθεί δημοσίως ότι η κυβέρνηση απέτυχε να τα βάλει με το πελατειακό κράτος και να υποσχεθεί ότι θα επιστραφούν τα κλεμμένα. «Αποτύχαμε. Μας ψήφισαν για να αλλάξουμε τα κακώς κείμενα κι όχι για να τα διαιωνίσουμε», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης κάνοντας –αν και με μεγάλη καθυστέρηση– σκληρή αυτοκριτική.
Δυστυχώς, παρά τις εξαγγελίες του πρωθυπουργού ότι στόχος του είναι ο εκσυγχρονισμός και η αποκομματικοποίηση της κρατικής μηχανής, το πελατειακό κράτος ζει και βασιλεύει και παραμένει το μακρύ χέρι της εκτελεστικής εξουσίας. Βεβαίως, οι παράνομες χρηματοδοτήσεις των αγροτοκτηνοτρόφων και η παντοδυναμία των πελατειακών συναλλαγών δεν είναι σημερινό φαινόμενο. Ολες οι μεταπολιτευτικές κυβερνήσεις της Ν.Δ., του ΠΑΣΟΚ, και των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ μεταχειρίστηκαν το κράτος σαν να είναι ιδιοκτησία τους και φρόντιζαν να ικανοποιούν τους πελάτες – ψηφοφόρους τους.
Για να μην κρυβόμαστε πίσω από το δάχτυλό μας, ακόμη και σήμερα για να βρει ο πολίτης κρεβάτι σε νοσοκομείο, να πάρει μετάθεση στον στρατό, να βγάλει πιο γρήγορα μια άδεια, να μπει στη λίστα με ενισχυμένες αγροτικές επιδοτήσεις, να τοποθετηθεί σταθμάρχης στον μεγαλύτερο σταθμό της χώρας ποντάρει σ’ αυτή την πελατειακή σχέση, ζητώντας τη βοήθεια του βουλευτή, του υπουργού ή του κομματικού αξιωματούχου.
Η κατάσταση αυτή πρέπει κάποτε να τελειώσει. Πρέπει όλοι να καταλάβουμε αφενός ότι η ελληνική γεωργία βρίσκεται αιώνες πίσω σε σχέση με την Ολλανδία ή τη Γαλλία και όσο ταχύτερα κάνει το άλμα μπροστά τόσο μεγαλύτερο θα είναι το όφελος για τους αγροτικούς πληθυσμούς και την ελληνική οικονομία.
Θα πρέπει, όμως, να τελειώσουμε μια για πάντα με την πελατειακή λογική που συνεχίζει να υπάρχει παντού. Είναι επιτακτική ανάγκη να οχυρωθεί θεσμικά το κράτος από την κομματικοποίηση. Ενα γενναίο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση έγινε στη σύγχρονη ιστορία της χώρας με τη θεσμοθέτηση του ΑΣΕΠ επί υπουργίας Πεπονή το 1994. Αλλά και με την πρόσφατη ψηφιοποίηση κάποιων κρατικών υπηρεσιών επί υπουργίας Πιερρακάκη.
Θα πρέπει να αναζητηθούν κι άλλα τέτοια θεσμικά μέτρα ενόψει και της συνταγματικής αναθεώρησης που έρχεται. Η κατάργηση του σταυρού προτίμησης στις βουλευτικές εκλογές –τη γενεσιουργό αιτία της συναλλαγής μεταξύ πολιτών και πολιτικών– και ο διαχωρισμός των περιφερειών της χώρας σε μονοεδρικές, στο πρότυπο της Γαλλίας και της Βρετανίας, θα πρέπει να μπουν στο τραπέζι.
Το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ θα πληγώσει πολιτικά την κυβέρνηση, αλλά δεν φέρνει την αξιωματική αντιπολίτευση πιο κοντά στην εξουσία, αφού το ΠΑΣΟΚ δεν έχει πείσει ακόμη τον ελληνικό λαό ότι είναι έτοιμο να κυβερνήσει. Η κυβέρνηση κινδυνεύει κυρίως από τον εαυτό της. Από την ατολμία της να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις και την αδυναμία της να δώσει λύσεις στα καθημερινά προβλήματα του πολίτη.

