Τα ιδιωτικά ΑΕΙ και η ελληνική οικονομία

3' 12" χρόνος ανάγνωσης

Εχει βάση ο ισχυρισμός της κυβέρνησης ότι η λειτουργία των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα έχει «πολλαπλά οφέλη για τους φοιτητές, τις οικογένειές τους και την ελληνική οικονομία»;

Φαίνεται ότι η πελατεία των ιδιωτικών πανεπιστημίων θα είναι βασικά εκείνη των πρώην κολεγίων: νέοι που δεν τα πήγαν αρκετά καλά στις Πανελλαδικές για να εισαχθούν στο (δημόσιο) πανεπιστημιακό τμήμα της επιλογής τους, από οικογένειες που δεν έχουν την οικονομική άνεση να τους στείλουν στο εξωτερικό. Υπό μια έννοια, η νομιμοποίηση των ιδιωτικών πανεπιστημίων και η αναγνώριση «επαγγελματικών δικαιωμάτων» στους αποφοίτους τους θα εκτρέψουν προς αυτά ροές φοιτητών από κάποια λιγότερο ελκυστικά πανεπιστήμια της επαρχίας ή ακόμη και του εξωτερικού.

Οφέλη για τους ίδιους τους φοιτητές δεν βλέπω. Η φοίτηση ακόμη και σε ένα μέτριο πανεπιστήμιο μακριά από το πατρικό σπίτι βοηθάει στην ωρίμαση και στην εξοικείωση με την πραγματική ζωή, η δε επαφή με το πώς σκέφτονται, φέρονται και εργάζονται οι άνθρωποι σε μια προηγμένη χώρα βοηθάει στη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων. Αντιστρόφως, η φοίτηση σε ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο, σε κάποιο βολικό σημείο κοντά στο πατρικό σπίτι, αναβάλλει την ανεξαρτητοποίηση, που με τη σειρά της παρατείνει την ανωριμότητα και αναπαράγει τον επαρχιωτισμό. Οσο για τα υποτιθέμενα οφέλη για την οικογένεια, ας μην επεκταθώ άλλο. Το είδος της οικογένειας που ωφελεί η λειτουργία κάποιων ιδιωτικών πανεπιστημίων βλάπτει τα μέλη της, και βέβαια τη χώρα.

Και τα οφέλη για την ελληνική οικονομία; Ας θυμηθούμε κατ’ αρχάς ότι η τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει ήδη επεκταθεί θεαματικά τα τελευταία χρόνια. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το ποσοστό των Ελλήνων ηλικίας 25-34 ετών που κατέχουν πτυχίο ή μεταπτυχιακό τίτλο έχει αυξηθεί από 24,8% το 2004 σε 44,5% το 2024 και πλέον ξεπερνάει τον αντίστοιχο μέσο όρο της Ε.Ε. (44,1% το 2024). Ομως, σύμφωνα με τα ευρήματα της τελευταίας έρευνας του ΟΟΣΑ για τις δεξιότητες των ενηλίκων (PIAAC), 19% των πτυχιούχων ηλικίας έως 34 ετών στην Ελλάδα ήταν λειτουργικά αναλφάβητοι, δηλαδή δεν ήταν σε θέση να κατανοήσουν σύντομα κείμενα πάνω σε καθημερινά θέματα ή να κάνουν απλές πράξεις με ακέραιους αριθμούς. Σε καμιά άλλη χώρα δεν συνέβαινε κάτι τέτοιο.

Το πρόβλημα είναι τεράστιο όσο και παραγνωρισμένο, εντοπίζεται κυρίως στη δευτεροβάθμια (και στην πρωτοβάθμια) εκπαίδευση, αλλά φυσικά αφορά και τα δημόσια πανεπιστήμια. Το ερώτημα είναι αν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα εφαρμόζουν κανόνες που να αποτρέπουν τη χορήγηση πτυχίων σε λειτουργικά αναλφάβητους. Δεν έχουμε καμία ένδειξη μεγαλύτερης αυστηρότητας· αντιθέτως, έχουμε πολλές ενδείξεις μεγαλύτερης χαλαρότητας. Ελπίζω να διαψευστώ, αλλά το βλέπω δύσκολο.

H αναγκαία συζήτηση για τη διασφάλιση της ποιότητας των σπουδών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ιδιωτικής και δημόσιας, δεν έχει καν αρχίσει.

Πράγματι, η νομιμοποίηση της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων ήταν μια περιττή εκκρεμότητα που όφειλε να τακτοποιηθεί. Αυτό έγινε. Ομως η αναγκαία συζήτηση για τη διασφάλιση της ποιότητας των σπουδών σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, ιδιωτικής και δημόσιας, δεν έχει καν αρχίσει.

Ακόμη και αν οι απόφοιτοι των ιδιωτικών πανεπιστημίων είναι εγγράμματοι, η συμβολή τους στην ελληνική οικονομία θα είναι αμφίβολη αν συγκεντρώνονται σε ήδη κορεσμένους κλάδους. Αλήθεια, χρειαζόμαστε περισσότερους συμβούλους επιχειρήσεων, ψυχολόγους, γιατρούς, δικηγόρους; Εάν όχι, οι νέοι απόφοιτοι στην καλύτερη περίπτωση απλώς θα εκτοπίσουν κάποιους άλλους υποψηφίους για την ίδια θέση. Εάν το επίπεδο των δεξιοτήτων που κατέχουν είναι χαμηλότερο, το όφελος θα είναι αρνητικό.

Παραμένει το ερώτημα της συμβολής στην οικονομία των δημόσιων πανεπιστημίων και ερευνητικών κέντρων. Εδώ το αναξιοποίητο κεφάλαιο είναι κυρίως η έρευνα. Είναι όμως επίσης μεγάλες οι δυνατότητες προσέλκυσης ξένων φοιτητών σε θερινά σχολεία ή μεταπτυχιακά προγράμματα στα αγγλικά. Αρκετά από τα δημόσια πανεπιστήμιά μας διαθέτουν τη φήμη, τις διεθνείς διασυνδέσεις και το διδακτικό προσωπικό που θα τα καθιστούσαν ανταγωνιστικά. Υστερούν στις υποδομές (π.χ. για τη στέγαση των φοιτητών), στις διοικητικές υπηρεσίες, καθώς και στην ασφάλεια. Αν θέλουμε να βελτιώσουμε τη συμβολή της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην οικονομία, θα πρέπει να επενδύσουμε σε αυτά.

*Ο κ. Μάνος Ματσαγγάνης είναι καθηγητής Δημόσιας Οικονομικής στο Πολυτεχνείο του Μιλάνου και επικεφαλής του Προγράμματος Ελληνικής και Ευρωπαϊκής Οικονομίας του ΕΛΙΑΜΕΠ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT