Εμείς και οι Εβραίοι

3' 21" χρόνος ανάγνωσης

Η φρίκη στη Γάζα και η μαζική εξολόθρευση αμάχων από τον ισραηλινό στρατό έχουν προκαλέσει –δικαιολογημένα– αγανάκτηση και παγκόσμια κατακραυγή. Η σφαγή της 7ης Οκτωβρίου από τη Χαμάς ήταν τυφλή, κτηνώδης και απολύτως καταδικαστέα. Ομως, είκοσι μήνες μετά, και με την οργάνωση και τους συμμάχους της σε μεγάλο βαθμό εξαρθρωμένους, η συνέχιση της ισοπέδωσης δεν είναι «αυτοάμυνα». Η ακροδεξιά κυβέρνηση Νετανιάχου φέρει ακέραια ευθύνη για μια βαρβαρότητα που έχει πάψει προ πολλού να έχει στρατιωτικό ή ηθικό έρεισμα. Ωστόσο, στο όνομα αυτής της αγανάκτησης, ξεπροβάλλει πάλι ένας παλιός, επίμονος αντισημιτισμός στην Ευρώπη – ενίοτε μεταμφιεσμένος, ενίοτε απροκάλυπτος. Τις τελευταίες εβδομάδες και στη χώρα μας, στην καρδιά της Αθήνας, εμφανίστηκαν συνθήματα όπως «Eξω οι Εβραίοι». Οχι σε κάποιο θολό διαδικτυακό φόρουμ, αλλά σε τοίχους, βιτρίνες, δημόσιο χώρο. Την ίδια στιγμή, ένα καφέ-μπαρ στο κέντρο έγινε στόχος φραστικής επίθεσης επειδή εξυπηρετούσε Ισραηλινούς πελάτες. Δεν πρόκειται για πολιτική κριτική. Είναι το άλμα από το Ισραήλ στους Εβραίους, από την κυβέρνηση στους πολίτες, από την κρατική πολιτική στον εθνικό στιγματισμό και εξοστρακισμό.

Την ίδια στιγμή, άνθρωποι που επιχειρούν να μιλήσουν γι’ αυτό το φαινόμενο στοχοποιούνται. Τρανταχτό παράδειγμα η ιστορικός Αννα-Μαρία Δρουμπούκη, η οποία δέχθηκε επιθέσεις επειδή προωθεί ένα ερευνητικό πρόγραμμα για τον αντισημιτισμό στη σύγχρονη Ελλάδα. Η ίδια η πράξη της έρευνας –ηθικά σύνθετη και ιστορικά απαραίτητη– παρουσιάστηκε ως ύποπτη εξαιτίας του «ακατάλληλου» της συγκυρίας. Μαρτυρούμε έτσι τη συρρίκνωση του δικαιώματος λόγου: ποιος δικαιούται να μιλήσει, για ποιο θέμα, πότε και υπό ποιες συνθήκες;

Ο αντισημιτισμός στην Ελλάδα δεν ήρθε με τον πόλεμο στη Γάζα. Είναι παρών από πριν – ενίοτε κρυφός, συχνά ανεκτός ως μια κανονικοποιημένη νοοτροπία, που πολλές φορές περνάει κάτω από το ραντάρ της δημόσιας ευαισθησίας. Προϋπήρξε του κράτους του Ισραήλ και θα συνεχίσει να υπάρχει: στις παραδόσεις μας, στις γελοιογραφίες, στις θεωρίες συνωμοσίας, στην άτυπη ρητορική τού «οι Εβραίοι που ελέγχουν τον κόσμο». Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια σημειώθηκε πρόοδος: σπουδαίες ιστορικές εργασίες για την εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης, εκδηλώσεις μνήμης, πρωτοβουλίες δημόσιας ιστορίας, εκπαιδευτικές πρωτοβουλίες. Κι όμως, ακόμη και μέσα σε αυτά τα επιτεύγματα, η άκρα Δεξιά συνέχισε να βανδαλίζει μνημεία ή και νεκροταφεία, ενώ ο αντιιμπεριαλιστικός λόγος μέρους της Αριστεράς, με τη μορφή ενός άγονου αντισιωνισμού, συχνά διολίσθαινε στον συγκαλυμμένο αντισημιτισμό. Οταν το Ισραήλ παρουσιάζεται, όχι ως κράτος ογδόντα σχεδόν χρόνων, με πολιτικές ευθύνες, αλλά ως ένα απονομιμοποιημένο μόρφωμα που οφείλει να καταργηθεί, τότε δεν μιλάμε για πολιτική κριτική, αλλά για φανατική τάση. Υπάρχουν οργανώσεις που εδώ και χρόνια εναντιώνονται σε κάθε μορφή σχέσης με το Ισραήλ, όχι μόνο λόγω της κατοχής, αλλά επειδή το ίδιο το κράτος θεωρείται «φασιστικό». Η δημόσια συζήτηση γύρω από το BDS, το μποϊκοτάζ προϊόντων ή καλλιτεχνικών και ακαδημαϊκών συνεργασιών με Ισραηλινούς είναι αρκετά παλιά. Στο σήμερα όμως η γραμμή ανάμεσα στην πολιτική κριτική και τη ρατσιστική στοχοποίηση είναι συχνά λεπτή, αλλά υπαρκτή. Είναι άλλο πράγμα να καταγγέλλεις την ισοπέδωση της Γάζας κι άλλο να θεωρείς ένοχο κάθε τουρίστα, διανοούμενο ή φοιτητή – μόνο και μόνο επειδή είναι Ισραηλινός ή Εβραίος. Εκεί, ο πολιτικός λόγος μετατρέπεται σε ρατσιστικό ανακλαστικό.

Στο άλλο άκρο, βέβαια, παρατηρούμε μια λογοκριτική στρατηγική που ονομάζει συλλήβδην κάθε είδους θεμιτή κριτική στην πολιτική του Ισραήλ, απ’ όπου κι αν εκπορεύεται, «αντισημιτισμό». Η στρατηγική του ίδιου του Νετανιάχου, που εδώ και χρόνια βαφτίζει στεγνά οτιδήποτε γράφεται εναντίον του ως μίσος κατά των Εβραίων, συχνά εργαλειοποιώντας το Ολοκαύτωμα για να πατάξει κάθε πολιτική διαφωνία, από την ακαδημαϊκή κριτική έως την ειρηνική διαμαρτυρία, αποδίδει καρπούς. Το είδαμε πέρυσι με τις αντιδράσεις στα αμερικανικά κάμπους, το βλέπουμε τώρα και αλλού. Αυτός ο «ηθικός πανικός» μετατρέπει την ίδια την έννοια του αντισημιτισμού σε εργαλείο φίμωσης.

Το ζήτημα είναι σύνθετο. Γι’ αυτό ακριβώς χρειαζόμαστε έναν λόγο πολλαπλών επιπέδων, όχι απλοϊκές καρικατούρες, ένθεν κι ένθεν. Κριτική χωρίς συλλογική στοχοποίηση. Μνήμη χωρίς αποσιώπηση. Ιστορία χωρίς λογοκριτικά αντανακλαστικά. Αφηγήσεις που να προσπαθούν να κατανοήσουν την επώδυνη συγκυρία, εντοπίζοντας ευθύνες, χωρίς να προσφεύγουν σε μανιχαϊσμούς ή να οδηγούν στη βία. Γιατί τότε ο αντισημιτισμός επιστρέφει από το παρελθόν και δηλητηριάζει το μέλλον.

*Ο κ. Κωστής Κορνέτης είναι επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, σύμβουλος της ισπανικής κυβέρνησης σε θέματα ιστορικής μνήμης.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT