Πολιτικά ζόμπι και δεύτερες ευκαιρίες

5' 47" χρόνος ανάγνωσης

Όλοι οι άνθρωποι ενίοτε νομίζουν ότι είναι οι πρωταγωνιστές του κόσμου. Είναι φυσιολογικό. Αν η ζωή της καθεμιάς και του καθενός μας ήταν μια ταινία, εμείς είμαστε, προφανώς, οι πρωταγωνιστές, οι κοντινοί μας άνθρωποι οι συμπρωταγωνιστές και η υπόλοιπη ανθρωπότητα; Κομπάρσοι. Κάποιοι από εμάς, ωστόσο, δεν “νομίζουν”. Είναι σίγουροι πως είναι οι πρωταγωνιστές της ανθρωπότητας, γενικώς. Απόλυτα βέβαιοι. Το βλέπουμε όλοι, το τελευταίο διάστημα, παρακολουθώντας ρεπορτάζ για παρουσιάσεις βιβλίων (κανείς δεν θυμάται τα ίδια τα βιβλία) ή συνέδρια συρρικνωμένων κομμάτων. Τι βλέπουμε; Ανθρώπους που κάποτε πρωταγωνίστησαν στο πολιτικό μας σκηνικό, να μην μπορούν να αντέξουν στο ρόλο του κομπάρσου. Να θεωρούν ότι ο ρόλος του πρωταγωνιστή τους ανήκει και ό,τι πρέπει οπωσδήποτε να κάνουν ό,τι χρειάζεται για να τον ξανακατακτήσουν. Ακόμα και σε περιπτώσεις που η η ζωή και η πραγματικότητα απέδειξαν, εμφατικά και επαναλαμβανόμενα, ότι δεν το αξίζουν και δεν το δικαιούνται.

Η περιπτώσεις του κ. Αντώνη Σαμαρά και του κ. Αλέξη Τσίπρα δεν είναι ίδιες. Αλλά δεν είναι και εντελώς διαφορετικές. Και οι δύο θήτευσαν ως πρωθυπουργοί, και οι δύο άφησαν ένα πεντακάθαρο στίγμα στην πολυετή τους ενασχόληση με “τα πράγματα”. Και στις δύο περιπτώσεις, τους δόθηκαν πολλές και πολύ μεγάλες ευκαιρίες. Και στις δύο περιπτώσεις, οι αποτυχίες τους ήταν σοβαρές, και οι ήττες τους πολλές, ηχηρές και με σοβαρές συνέπειες (για τη χώρα, κυρίως, αλλά και για τα πολιτικά τους κόμματα). Οι απόπειρες επανόδου τους έχουν διαφορές ως προς τη στρατηγική και το περιεχόμενο, αλλά είναι ενδεικτικές ενός πολύ σημαντικού φαινομένου, που θα πρέπει να μας απασχολεί: της ένδειας του πολιτικού μας προσωπικού.

Από το 2010 και τη χρεοκοπία έχει ξεκινήσει μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία αναδιάταξης του πολιτικού σκηνικού στη χώρα μας. Καινούργια κόμματα εμφανίζονται, παλιά κόμματα εξαϋλώνονται, τα καινούργια ξανα-εξαφανίζονται, άλλα γεννιούνται, φτάνουν να κυβερνήσουν, και ξαναχάνονται. Δεν είναι τυχαίο: οι ψηφοφόροι την κινητοποιούμε αυτή την ανακατάταξη. Ψάχνουμε, ψηφίζοντας, διαρκώς νέα πράγματα και, κυρίως, νέα πρόσωπα. Και εκεί βρίσκεται το πρόβλημα: υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση για πολιτικό προσωπικό, από ό,τι προσφορά.

Όπως υπογραμμίζουν και οι έρευνες, ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας είναι η ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού, σε όλους τους τομείς. Υπάρχει έλλειψη σε καλούς, ικανούς και αποτελεσματικούς ανθρώπους, σε μυαλά και σε χέρια, παντού, από τον κατασκευαστικό κλάδο μέχρι τα πανεπιστήμια, και από τον κλάδο της φιλοξενίας και τον πρωτογενή τομέα μέχρι το μάνατζμεντ των επιχειρήσεων. Στο πολιτικό προσωπικό η ένδεια είναι μάλλον ακόμα μεγαλύτερη, επειδή εκεί υπάρχουν και μεγάλα εμπόδια εισόδου “στην αγορά”. Είναι ένα σκληρό, αφιλόξενο πεδίο, που κατά κανόνα προσελκύει σε μεγάλο βαθμό ψώνια, αμφιβόλου ηθικής εισοδηματίες και ανθρώπους που απολαμβάνουν να τους βρίζουν. Φταίμε κι εμείς, οι ψηφοφόροι γι’ αυτό. Αλλά είναι αυτό που είναι. Και έτσι που είναι, δημιουργείται ένα κενό. Και αφήνεται περιθώριο στους πρώην να οραματιστούν τους εαυτούς τους, ξανά, ως νυν (και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων).

Ο κ. Σαμαράς είναι μια ιδιαίτερη μορφή του πολιτικού μας συστήματος. Οι περισσότεροι πολιτικοί που έχουν περάσει τις τελευταίες δεκαετίες, και κυρίως το υποσύνολο που έχουν περάσει από σημαντικές θέσεις ευθύνης, έχουν κάποια κοινά “πολιτικά” χαρακτηριστικά, όπως μια ευελεξία στις θέσεις και τις απόψεις, ένα λόγο συμπεριληπτικό και δημιουργικά ασαφή. Πολιτικοί είναι. Λένε ό,τι λένε, αλλά προσπαθούν και να μη στεναχωρήσουν και πολλούς, να πάνε μία με τον ένα, μία με τον άλλο, να προσαρμόζονται στις ανάγκες της πραγματικότητας. Καταλαβαίνετε τι εννοώ. Πολιτικοί. Ο κ. Σαμαράς δεν είναι έτσι. Πορεύεται με την αταλάντευτη πεποίθηση ότι η πραγματικότητα είναι που πρέπει να προσαρμοστεί με αυτόν. Είναι μια ξεροκεφαλιά που στην πολιτική κοστίζει. Και στην περίπτωση του κ. Σαμαρά του έχει κοστίσει επίσης, πολλάκις. Κι αυτό υπογραμμίζει ξανά την ένδεια, που λέγαμε. Υπό κανονικές προϋποθέσεις, ένας εμμονικός, μηδενικής προσαρμοστικότητας πολιτικός όπως ο κ. Σαμαράς, θα είχε εξαφανιστεί από το πολιτικό σκηνικό δεκαετίες πριν. Μετά από τα πολλά και μεγάλα λάθη που έκανε (με τεράστιο κόστος και για τη χώρα) τη δεκαετία του 1990, και την λαϊκή αποδοκιμασία που αντιμετώπισε στην προσπάθειά του να αυτονομηθεί τότε, θα έπρεπε κανονικά να έχει χαθεί στη πολιτική λήθη. Αντ’ αυτού, το σύστημά μας του έδωσε μια δεύτερη ευκαιρία. Δεν μας βγήκε σε καλό. Μέσα στη χειρότερη κρίση της κρίσιμης ιστορίας, ήταν από τους πιο ακατάλληλους να προσαρμοστούν, να ακούσουν, να συνεργαστούν ή να χτίσουν συναινέσεις. Το πρόσημο της δεύτερης ευκαιρίας που του δόθηκε ήταν αρνητικό για τη χώρα -και σχεδόν καταστροφικό για το κόμμα του. Και τώρα, στα 74, περιφέρεται από παρουσίαση βιβλίου σε παρουσίαση βιβλίου ζητώντας τι; Μια τρίτη ευκαιρία.

Ο κ. Τσίπρας είναι, φυσικά, διαφορετική περίπτωση. Η κυριότερη διαφορά είναι ότι είναι νεότερος στην ηλικία. Και στην δική του περίπτωση, βεβαίως, το πολιτικό σύστημα και ο λαός του προσέφεραν πολλαπλές, πολύ μεγάλες ευκαιρίες να κάνει σημαντικά πράγματα και να αφήσει ένα θετικό αποτύπωμα. Του δόθηκε η ευκαιρία να κάνει την επαναστατική ανατροπή στο ευρωπαϊκό status quo που υποσχόταν. Φυσικά, εμείς ξέραμε από τότε ότι θα ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία και, πράγματι, απέτυχε, παταγωδώς, με τραγικές για όλες και όλους συνέπειες. Μετά όμως του δόθηκε κι άλλη ευκαιρία, να υπηρετήσει τη μεταρρύθμιση της χώρας μέσα στο ευρωπαϊκό της πλαίσιο -και απέτυχε πάλι. Αλλά εξακολουθούσαν να του δίνονται ευκαιρίες: να χτίσει ένα μέτωπο αντίδρασης και ελέγχου στην μεταρρυθμιστική προσπάθεια της επόμενης κυβέρνησης, το χτίσιμο μιας στιβαρής, υγιούς και γόνιμης αντιπολίτευσης, που θα κρατά τα μπόσικα και θα ελέγχει ασυδοσίες, υπερβολές και αυταρχικές παρεκκλίσεις, ώστε να διεκδικήσει την επάνοδο στην εξουσία, όταν χρειαστεί. Ούτε σε αυτό πέτυχε. Αντ’ αυτού, οδήγησε τον πολιτικό χώρο που είχε χτίσει πάνω σε εκείνο το μοναδικό και ανεπανάληπτο κύμα της λαϊκιστικής αντίδρασης, στη φθορά και τη σταδιακή εξαφάνιση. Και τώρα, μόλις λίγα χρόνια μετά, τι μοιάζει να ζητάει; Άλλη μια ευκαιρία.

Το ταλαιπωρημένο πολιτικό μας σύστημα δεν υπάρχει για να δίνει ξανά και ξανά ευκαιρίες στους ίδιους ανθρώπους. Δεν είναι μόνο το αισθητικό της υπόθεσης -είναι και θέμα ουσίας. Δεν υπάρχουν άλλοι άνθρωποι να δοκιμαστούν; Πόσες δεκαετίες έχουμε εύκαιρες για να σπαταλήσουμε στους ίδιους και τους ίδιους; Ο κόσμος αλλάζει πιο γρήγορα από ό,τι αλλάζουν οι άνθρωποι (που, σε κάποιες περιπτώσεις, όπως του κ. Σαμαρά, μπορεί να μην αλλάζουν και καθόλου). Πόσο πιθανό είναι εκείνοι, οι παλιοί, αυτοί που απέτυχαν τότε, να είναι οι καταλληλότεροι για να ανταπεξέλθουν στις προκλήσεις του νέου, εντελώς αλλιώτικου κόσμου;

Ευτυχώς, το σύστημά μας, παρ’ όλες τις ελλείψεις και τις δυσλειτουργίες του, μοιάζει να έχει ακόμα ισχυρή μια άμυνα, πάντα την ίδια: εμάς. Τους ψηφοφόρους. Υπάρχει και μια άλλη περίπτωση πρώην πρωθυπουργού που προσπάθησε να κάνει “rebranding” και να επανέλθει, φρέσκος κι άσπιλος, στο προσκήνιο της πολιτικής σκηνής. Μόλις τέσσερα χρόνια μετά από την επεισοδιακή και αμφιλεγόμενη αποχώρησή του από την θέση του πρωθυπουργού, ο Γιώργος Παπανδρέου αποχώρησε από το ΠΑΣΟΚ και ίδρυσε ένα νέο κόμμα, με το οποίο κατέβηκε στις εκλογές. Απέτυχε να μπει στη Βουλή. Έξι χρόνια μετά, κι αφού είχε επανέλθει στη φιλόξενη αγκαλιά του ΠΑΣΟΚ, επιχείρησε εκ νέου rebranding και μια νέα επάνοδο διεκδικώντας, σε ηλικία 69 ετών, ακόμα μια ευκαιρία: την ηγεσία του κόμματος. Έχασε κι εκεί.

Μοιάζει βέβαιο ότι κι αυτές οι προσπάθειες “rebranding” και τρίτων, πέμπτων ή όγδοων ευκαιριών, θα έχουν την ίδια τύχη.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT