Ο Ντόναλντ Τραμπ προσπαθεί με μανία να γκρεμίσει τους θεσμούς και τα σύμβολα που έκαναν την Αμερική… Αμερική. Το Χάρβαρντ, τα παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης, τις μεγάλες δικηγορικές εταιρείες, τους μηχανισμούς εξωτερικής πολιτικής και πολλά ακόμη. Ποντάρει ασφαλώς στο γεγονός ότι ο μέσος Αμερικανός, και σίγουρα ο μέσος ψηφοφόρος του, μισεί το Χάρβαρντ και την «Ουάσιγκτον Ποστ». Η αμερικανική ελίτ είχε όντως αποξενωθεί εντελώς από ένα τεράστιο κομμάτι της αμερικανικής κοινής γνώμης που ένιωθε κοινωνικά καθηλωμένο και πολιτισμικά ορφανό.
Ο Τραμπ προσπαθεί ταυτόχρονα να αλλάξει τον αξιακό κώδικα μέσα στις ΗΠΑ αλλά και παγκοσμίως. Το τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται, είτε νομικά είτε ηθικά, αλλάζει ριζικά. Μία από τις πρώτες του αποφάσεις ήταν, για παράδειγμα, να καταργήσει τον νόμο που απαγόρευε σε αμερικανικές εταιρείες να δωροδοκούν για να εξασφαλίσουν κάποια προμήθεια σε άλλη χώρα. Αλλά και όλα τα υπόλοιπα που συμβαίνουν, από το «δώρο» ενός 747 από το Κατάρ έως τα επίσημα δείπνα στους αγοραστές δικών του κρυπτονομισμάτων, είναι πρωτάκουστα για τα αμερικανικά δεδομένα. Διαφθορά υπήρχε πάντοτε, ίσως ήταν πιο διαφανής και «θεσμική». Το αμερικανικό σύστημα φρόντιζε όμως να κρατάει κάποια προσχήματα και να βάζει κανόνες αλλά και ποινές σε όσους έκαναν υπερβολές.
Εδώ είμαστε όμως σήμερα και το ερώτημα είναι αν και τι μπορεί να σταματήσει το Μπλίτσκριγκ του Τραμπ που σαρώνει θεσμούς, αξίες, πολιτικές και πρόσωπα με ορμή. Η Αμερική είχε πάντοτε τη σοφία των δικλίδων ασφαλείας, τα περίφημα checks and balances που υποτίθεται διατηρούσαν υπό έλεγχο την ισχύ ενός παντοδύναμου προέδρου. Το αν θα δουλέψουν και πώς, θα φανεί στον επόμενο ενάμιση χρόνο. Πρώτα απ’ όλα από τις αποφάσεις που θα εκδώσουν το Ανώτατο Δικαστήριο και τα Ομοσπονδιακά Δικαστήρια. Αναπόφευκτα κάποια στιγμή ορισμένα καίρια ζητήματα θα τεθούν στην κρίση τους, όπως τα όρια της διακυβέρνησης με εκτελεστικές αποφάσεις οι οποίες παρακάμπτουν το Κογκρέσο. Οσο και αν η πλειοψηφία του Ανωτάτου Δικαστηρίου είναι συντηρητική, η αμερικανική παράδοση θέλει τα μέλη του να ζυγίζουν τα πράγματα και να αποφασίζουν θεσμικά. Από την άλλη, η πίεση θα είναι μεγάλη τόσο από τον ίδιο τον Τραμπ όσο και από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και για πρώτη φορά διακρίνει κανείς φόβο ανάμεσα σε όσους καλούνται να πάρουν ή να κρίνουν αποφάσεις του προέδρου.
Τον Νοέμβριο του 2026 ο Τραμπ θα περάσει όμως και την κλασική δοκιμασία των εκλογών για το Κογκρέσο, οι οποίες παραδοσιακά αποτελούν μια ευκαιρία για ψήφο διαμαρτυρίας. Αν έως τότε δεν έχει τελειώσει το ζήτημα των δασμών και δεν έχει ελεγχθεί ο πληθωρισμός, η κατάσταση δεν θα είναι ευχάριστη για τους Ρεπουμπλικανούς, οι οποίοι ήδη εισπράττουν σημάδια οργής από μέρος της κοινής γνώμης. Κυρίως για την ακρίβεια αλλά και για την παράλυση κάποιων τοπικών υπηρεσιών που εξαρτώνται από τον ομοσπονδιακό προϋπολογισμό.
Ο Τραμπ κινδυνεύει όμως και από έναν απρόσμενο ισχυρό αντίπαλο, το φιλοϊσραηλινό λόμπι. Η συνέχιση της αντιπαράθεσης με τον Νετανιάχου θα έχει σίγουρα πολιτικές παρενέργειες.
Προς το παρόν πάντως ο Τραμπ δεν έχει αντίπαλο και προσπαθεί όσο μπορεί και όσο πιο συχνά γίνεται να σοκάρει. Οι αντίπαλοί του είναι σαστισμένοι και δεν έχουν ορθώσει λόγο ή πρόσωπα που μπορούν να τα βγάλουν πέρα μαζί του. Οχι ότι είναι και εύκολο απέναντι σε μια δύναμη της φύσης.

