Εναν αιώνα μετά τη συνταγματική κατοχύρωση (για την ακρίβεια το 1909) της διαβόητης μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ξανανοίγει στα σοβαρά η συζήτηση για την κατάργηση αυτού του θεσμού που μοιάζει απαρχαιωμένος. Οι λόγοι που θεσμοθετήθηκε τότε η συνταγματική πρόβλεψη είναι γνωστοί και η πλατεία Κλαυθμώνος μαρτυρά την ιστορία της υπόθεσης. Τόσες δεκαετίες μετά, όμως, η Ελληνική Δημοκρατία ωρίμασε και δεν μπορεί να φανταστεί κανείς μια κυβέρνηση που θα απολύει και θα προσλαμβάνει δημοσίους υπαλλήλους με βάση τα πολιτικά τους φρονήματα. Αυτό που κάποτε ήταν αναγκαίο σήμερα μοιάζει με τροχοπέδη, καθώς ο κάθε αναξιόπιστος ή, ακόμη χειρότερα, ο κάθε τεμπέλης δυσφημεί τους φιλότιμους και σκληρά εργαζόμενους συναδέλφους του στο Δημόσιο που αποτελούν την πλειονότητα. Φτάσαμε με το πέρασμα των δεκαετιών από την προστασία στην ασυδοσία και ενίοτε στην τυραννία των πολιτών. Μια μερίδα δημοσίων υπαλλήλων που έχουν παρερμηνεύσει τον ρόλο τους βασανίζουν με τη συμπεριφορά τους συχνά ανυπεράσπιστους πολίτες, που για πολλούς διαφορετικούς λόγους έχουν την ανάγκη τους. Είναι πασιφανές ότι δεν είναι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι ίδιοι και ασφαλώς δεν είναι όλοι άχρηστοι. Αντιθέτως, οι περισσότεροι κάνουν καλά τη δουλειά τους ανεξαρτήτως των αμοιβών τους, που κατά κανόνα είναι χαμηλές.
Πρέπει να γίνει το Δημόσιο ελκυστικός εργοδότης για φιλό- δοξους νέους, που όμως θα αμείβονται αξιοπρεπώς.
Η νοοτροπία που έχει όμως εδραιωθεί για το ακαταδίωκτο, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων και αυτών μετά χρονοβόρες διαδικασίες, έχει οδηγήσει στη συζήτηση για την τροποποίηση της σχετικής συνταγματικής ρύθμισης. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης πήρε θέση εξηγώντας ότι θα προτείνει την αλλαγή στο σχετικό άρθρο την κατάλληλη στιγμή. Δεν υπάρχουν πολλές ελπίδες να βρει συμμάχους σε αυτή την υπόθεση, καθώς απαιτείται πλειοψηφία 180 βουλευτών σε μία από τις δύο ψηφοφορίες, αλλά οφείλει να επιμείνει για λόγους αρχής. Το πολιτικό σύστημα έχει υποχρέωση να αποδεχθεί την ωριμότητα της κοινωνίας και να δράσει αναλόγως χωρίς ταμπού. Προφανώς η νέα ρύθμιση δεν θα αφήνει περιθώρια σε κάθε κυβέρνηση για γενικευμένη και άνευ όρων χρήση ή μάλλον κατάχρηση του μέτρου, αλλά θα υπάρχουν πρόνοιες για προστασία από την ασυδοσία. Θα πρέπει όμως να εξασφαλίζει τη δυνατότητα στη δημόσια διοίκηση να αποβάλλει τους επίορκους και τους αδιάφορους με ένα σύστημα αξιολόγησης που δεν θα εξαρτάται από τον κάθε υπουργό. Ταυτοχρόνως θα πρέπει να γίνει το Δημόσιο ελκυστικός εργοδότης για φιλόδοξους νέους, που όμως θα αμείβονται αξιοπρεπώς και όχι με την ισοπεδωτική λογική του λεγόμενου ενιαίου μισθολογίου. Η κατάργηση της μονιμότητας όπως την ξέρουμε έως σήμερα μπορεί να αποτελέσει την ευκαιρία για την ανασυγκρότηση και τον εκσυγχρονισμό του κράτους που τόσο έχει ανάγκη ο τόπος. Τολμηρά βήματα έγιναν πράγματι με την ηλεκτρονική εξυπηρέτηση των πολιτών, αρκεί να μη μετατρέψουμε τη γνωστή γραφειοκρατία σε ψηφιακό χάος. Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση που άνοιξε είναι θετική ώστε να κατανοήσουμε κατά το δυνατόν ότι είμαστε σε άλλο αιώνα και μπορούμε ώριμα να αλλάξουμε σελίδα ως κράτος. Δεν πρέπει όμως να ξαναζήσουμε εποχές Προκόπη Παυλόπουλου, που μονιμοποίησε σε μία νύκτα μερικές εκατοντάδες χιλιάδες εργαζομένους στο Δημόσιο και «συνέβαλε» στη χρεοκοπία της χώρας.

