Υπάρχουν στην ιστορία των κρατών κάποια μέλη του διπλωματικού κλάδου, που –χωρίς να είναι πολιτικοί ηγέτες– αποκτούν ιδιαίτερη θέση και καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της εξωτερικής πολιτικής, των στρατηγικών κατευθύνσεων, της κοσμοαντίληψης της χώρας, αλλά και του esprit de corps του υπουργείου Εξωτερικών. Αναμφίβολα τέτοιος για την ελληνική διπλωματία ήταν ο Πέτρος Μολυβιάτης, σε μια μακρά σειρά κορυφαίων προσωπικοτήτων, από τον Ιωάννη Γεννάδιο έως τον Βύρωνα Θεοδωρόπουλο.
Oσα ακούστηκαν τις ημέρες αυτές για τη συμμετοχή του Μολυβιάτη στον δημόσιο βίο ήταν λεπτομερή και σχετικά πλήρη. Ως διευθυντής του Πολιτικού Γραφείου του πρωθυπουργού ήταν ο στενότερος σύμβουλος του Κωνσταντίνου Καραμανλή σε ζητήματα διεθνών σχέσεων το 1974-80, μία από τις πιο δημιουργικές περιόδους στην ιστορία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, όταν αναμορφώθηκαν οι διεθνείς σχέσεις της χώρας, τέθηκαν σε νέα, περισσότερο ισόρροπη, βάση οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις, διενεργήθηκε ένα εντυπωσιακό άνοιγμα στον ανατολικό κόσμο (στα Βαλκάνια, στη Μόσχα και στο Πεκίνο) και επιτεύχθηκε η ένταξη στον ανεπτυγμένο κόσμο με την υπογραφή της συνθήκης προσχωρήσεως στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες. Στη συνέχεια, κατά τις δύο προεδρικές θητείες του Μακεδόνα πολιτικού, ο Μολυβιάτης είχε έντονα θετικό πρόσημο στις άτυπες συνεννοήσεις με τα πολιτικά κόμματα και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στην ομαλή συνύπαρξη των Καραμανλή και Ανδρέα Παπανδρέου στα δύο ανώτατα πολιτειακά αξιώματα το 1981-85, μια συνύπαρξη που εδραίωσε τη σταθερότητα της Γ΄ Δημοκρατίας. Υπήρξε βασικός συνεργάτης και σύμβουλος του Κώστα Αλ. Καραμανλή ως βουλευτής Επικρατείας της Ν.Δ. (1996-2004) και διετέλεσε υπουργός Εξωτερικών τα δύο πρώτα χρόνια της δικής του πρωθυπουργίας. Ανέλαβε, τέλος, υπουργός Εξωτερικών (2012 και 2015) σε υπηρεσιακές κυβερνήσεις, ένδειξη της αποδοχής και του σεβασμού που απολάμβανε ευρύτερα στο πολιτικό σύστημα και στην κοινωνία.
Ο Πέτρος Μολυβιάτης δεν ήταν απλώς η ζώσα υπηρεσιακή μνήμη του υπουργείου Εξωτερικών για τα όσα συνέβησαν μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Γεννήθηκε σε ένα περιβάλλον σφραγισμένο από τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ο θείος του Ηλίας Βενέζης πάλεψε για μήνες με τον θάνατο στα τάγματα εργασίας. Η μητέρα του Αγάπη αναζήτησε απεγνωσμένα τον αδελφό της στο λεηλατημένο Αϊβαλί. Παρ’ όλα αυτά –ή εξαιτίας αυτών– ο Μολυβιάτης στην ελληνική εξωτερική πολιτική ενέμεινε σταθερά στον μετριοπαθή, φωτισμένο ρεαλισμό· στην αντίσταση στη βιασύνη ή στις ατελείωτες πιέσεις των δυνατών. Με νηφαλιότητα έστελνε το μήνυμα ότι δεν υπάρχουν «τελευταίες ευκαιρίες· η ζωή συνεχίζεται και προσφέρει πάντοτε δυνατότητες και ευκαιρίες». Εβλεπε τον κόσμο και τη θέση της Ελλάδας και της Κύπρου σε αυτόν χρησιμοποιώντας τη συσσωρευμένη σοφία της διπλωματίας. Απέδιδε προτεραιότητα στη δημιουργική συμμετοχή της χώρας μας στα διεθνή δρώμενα. Πρωτίστως, σε ένα κατά βάσιν άναρχο διεθνές σύστημα, αναζήτησε σταθερά και επίμονα την αποτελεσματική διασφάλιση του εθνικού συμφέροντος.
Ενέμεινε σταθερά στον μετριοπαθή, φωτισμένο ρεαλισμό· στην αντίσταση στη βιασύνη ή στις ατελείωτες πιέσεις των δυνατών. Με νηφαλιότητα έστελνε το μήνυμα ότι δεν υπάρχουν «τελευταίες ευκαιρίες· η ζωή συνεχίζεται και προσφέρει πάντοτε δυνατότητες και ευκαιρίες».
Αυτές τις αρχές μεταλαμπάδευσε στην πολιτική ηγεσία – σε πρώτη φάση στον Κωνσταντίνο Καραμανλή, αλλά τελικά σε ένα ευρύτερο τμήμα του πολιτικού συστήματος. Και το έκανε χωρίς ποτέ να σηκώσει την ένταση της φωνής του, χωρίς ποτέ να διακυβεύσει την καθαρότητα του μυαλού του, τη σταθερότητα του χεριού του, το αδιαπραγμάτευτο ζητούμενό του για αξιοπιστία, δικής του και της χώρας.
Η λέξη-κλειδί για να αντιληφθεί κάποιος τον Μολυβιάτη είναι «υπηρεσία». Ετυχε πολλές φορές να του ζητήσουμε πληροφορίες για συγκεκριμένα ζητήματα που χειρίστηκε. Δεν μιλούσε, όχι επειδή ήθελε να αποφύγει τη δημοσιότητα ή να πει «δύσκολα» πράγματα, αλλά επειδή, όπως πολλοί μεγάλοι διπλωμάτες, έβλεπε τον εαυτό του ως τον ανώτατο δημόσιο λειτουργό που υπηρετούσε το κράτος, και ώς εκεί. Τα μυστικά που είχαν περιέλθει στην αντίληψή του, θα τα έπαιρνε στον τάφο. Ενδεικτικό της κοσμοαντίληψης αλλά και της αυτοεικόνας του ήταν ότι παρά τα υψηλά αξιώματα που ανέλαβε και τους πολλαπλούς τίτλους με τους οποίους μπορούσε κάποιος να τον προσφωνήσει, ο Μολυβιάτης είχε επιλέξει αυτόν του πρέσβυ. Αυτός ο τίτλος, στον οποίο συνοψιζόταν η ιδιότητα του υπηρέτη της πατρίδας και του έθνους, ήταν η ταυτότητά του.
*Ο κ. Αγγελος Συρίγος είναι καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου, βουλευτής Ν.Δ. στην Α΄ Αθηνών.
*Ο κ. Ευάνθης Χατζηβασιλείου είναι καθηγητής ΕΚΠΑ, γενικός γραμματέας του Ιδρύματος της Βουλής για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία.

