Αυτές τις μέρες η Δυτική Ευρώπη και η Ρωσία γιορτάζουν την ήττα της ναζιστικής Γερμανίας και την λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Εορτάζεται και η ημέρα της Ευρώπης, προκειμένου να τονιστεί ότι το εγχείρημα μίας Ενωμένης Ευρώπης αφορούσε όχι βέβαια τον άνθρακα και τον χάλυβα, αλλά τη δημιουργία ενός σχήματος που θα εξασφάλιζε ειρήνη και ευημερία.
Η επέτειος είναι λίγο μουδιασμένη. Όχι μόνον επειδή γίνεται πόλεμος, αλλά κι επειδή κανείς δεν μπορεί να βρωντοφωνάξει με σιγουριά «ποτέ ξανά» για τις διάφορες ιδεολογίες που υποδαυλίζουν το μίσος μεταξύ ανθρώπων. Η αίσθηση πως πρέπει κανείς να παλέψει για την θέση του σ’ έναν βιαίως ανταγωνιστικό κόσμο όπου υπερέχει και επιβάλλεται ο ισχυρότερος είναι διαδεδομένη. Ένα πλέγμα χαλαρής ή έντονης συμπάθειας προς σκοτεινές ιδεολογίες κρέμεται πάνω απ’ τα κεφάλια μας.
Συμπτωματικά, αυτές τις μέρες εξαρθρώθηκε στην Ελλάδα μια συμμορία φασιστοειδών. Υπερασπίσου τη Θεσσαλονίκη-Defend Salonica το όνομα αυτής. Η αστυνομία συγκέντρωσε υλικό από «ακτιβιστικές παρεμβάσεις» τους (δηλαδή ξύλο, ληστείες, διασπορά ρατσιστικού μίσους κ.α.). Υπήρχε λέει ιεραρχία. Δηλαδή κάποιος άνθρωπος αναλάμβανε τον ρόλο του ηγέτη, του οδηγητή, κάποιος πότιζε τα μυαλά μικρών, μαυροφορεμένων παιδιών με σταγόνες οργής και ρατσιστικού μίσους. Κάποιος εκμεταλλευόταν την ανάγκη τους να πιστέψουν σε κάτι, τα ανεπεξέργαστα συναισθήματά τους, τις ορμόνες τους, την αγωνία τους για μια ζωή που κάπου οδηγεί. Προμηθεύτηκαν σιδερογροθιές, έμαθαν να ποζάρουν πίσω από ναζιστικά πανό για τα σόσιαλ.
Έχω μια έντονη απέχθεια προς όσους χειρίζονται μικρά παιδιά μέσω πολιτικής ιδεολογίας (οποιασδήποτε κατεύθυνσης). Έχει κάτι ιδιαιτέρως σιχαμερό η προσπάθεια των διαφόρων πολιτικών χώρων να στραγγίξουν τα μυαλά, να πορώσουν, να εξασφαλίσουν κομματικά ακροατήρια και νεολαίες, να παράξουν στρατιές κολλημένων. Υπάρχει κάτι απωθητικό στις μαζώξεις όπου κάμποσα νέα παιδιά σε σύγχυση κάνουν κύκλο και ο μπαρουτοκαπνισμένος καθοδηγητής φροντίζει να «απαντήσει σε όλες τις απορίες τους» και να οδηγήσει το μυαλό τους προς συγκεκριμένα συμπεράσματα, π.χ. σε ό,τι αφορά τη ράτσα ή τους «λάθρο» (βίαιη λέξη που συμπυκνώνει όλη την αισθητική της ακροδεξιάς ανδρόσφαιρας).
Η συμμορία εξαρθρώθηκε, όμως δεν υπάρχει τίποτα χαρμόσυνο σ’ αυτήν την είδηση. Πρώτον, τα παιδιά αυτά βρίσκονται ήδη στο πεδίο της σαγήνης από το περιθώριο και την παραβατικότητα. Το μυαλό τους έχει εμποτίσει ένα συγκεκριμένος τρόπος να βλέπουν τα πράγματα. Θα τους πάρει καιρό να ξεκόψουν, όχι χωρίς να χάσουν ένα κομμάτι του εαυτού τους.
Δεύτερο και σημαντικότερο, όταν μια συμμορία φασιστοειδών συλλαμβάνεται βλέπουμε την κορυφή του παγόβουνου. Δηλαδή, οι άνθρωποι αυτοί, όπως και η Χρυσή Αυγή παλιότερα, φαίνεται πως πέρασαν ένα όριο: από την ιδεολογία στην (ποινικώς κολάσιμη) πράξη, από την σκέψη στην οργάνωση καταδρομικής επίθεσης με νεοναζιστικά λάβαρα, λοστούς και χατζάρες. Δεν γίνεται, όμως, η επαγρύπνηση γύρω από τη δημοκρατία να επαφύεται στην αστυνομία και τις δικαστικές αρχές, γιατί τότε είναι ήδη αργά. Όπως έχει δείξει η Ιστορία και πλήθος λογοτεχνικών έργων, κανένα μίσος, καμία ατομική, εσωτερική κατάρρευση αξιών δεν συμβαίνει στο κενό.
Υπάρχει μία ολόκληρη ατμόσφαιρα ανοχής ή υπόθαλψης της φασίζουσας λογικής. Η Θεσσαλονίκη όντως χρήζει υπεράσπισης, θα σού πουν κι άνθρωποι που δεν κρατάνε μαχαίρι! Απαιτείται, λοιπόν, μία μετατόπιση από την κοινωνικώς αποδεκτή εχθρότητα προς τον ξένο, τον διαφορετικό, προκειμένου να πιάσει κανείς σήμα με τις αισχρότερες τάσεις της βίαιης ακροδεξιάς. Οι συμμορίες νεοναζί ανηλίκων κάνουν την μετατόπιση και ορθώς απασχολούν τις αρχές. Τι κάνει όμως όλο το υπόλοιπο θεσμικό οπλοστάσιο (σχολείο, βουλή); Υπάρχει ζήτημα θεσμικής αμνησίας στην Ελλάδα; Υπάρχει θέμα με τις οικογένειες; Τι συμβαίνει στην βαθιά υπερσυντηρητική ανδρόσφαιρα; Όλοι χρειάζονται καθοδήγηση, απλώς κάποιοι την βρίσκουν ευκολότερα από κάποιους άλλους. Εμφανίζεται ο Αρχηγός, τους σαγηνεύει και τους τσακίζει τη ζωή.

