«Για την εικονογράφηση» τάδε «χρησιμοποιήθηκε το πρόγραμμα» τάδε. Μπορεί να έχετε δει την σχετική ένδειξη κάτω από κάποια ψυχεδελική φωτογραφία με καταθλιπτική αισθητική. Μπορεί να έχετε ήδη διαβάσει πράγματα που έχει γράψει μηχάνημα. Να το έχετε ακούσει να παίζει μουσική. Εδώ και μερικά χρόνια αυτή η εξέλιξη παρουσιάζεται σαν χαριτωμένο παιχνίδι με τα σπίρτα – κάτι επικίνδυνο που δεν κόβεται. Ο χρόνος στον οποίο μιλάει η τεχνολογία είναι συντελεσμένος μέλλοντας.
Θα έχουν χαθεί τόσες θέσεις εργασίας έως τότε, λένε, και μας το λένε σαν το δελτίο καιρού – που κι αυτό, χρόνια πια, μας μεταδίδει μια ανημπόρια. Αν πεις πως σε αηδιάζει το ενδεχόμενο ν’ ακούς Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ από το μηχάνημα σε κοιτάζουν όπως αρμόζει στους Λουδίτες. Δεν ντρέπομαι να το πω: μ’ ενοχλεί η χρήση «τεχνητής νοημοσύνης» που κλέβει τέχνη ή αναπαράγει τέχνη.
Αρχικά, κάνει τους καλλιτέχνες τεμπέληδες. Ηδη αυτό είναι βαθύτατα προβληματικό. Η τέχνη θέλει στέρηση, πειθαρχία, πόνο, και πάλι δεν ξέρεις και πώς θα σου βγει. Πώς να νιώσω, λοιπόν, όταν διάφοροι τεμπέληδες χρειάζονται κείμενο για το έργο τους και ρωτάνε το τσατμπότ να τους το πει; Πώς να αισθανθώ όταν συγγραφείς χρειάζονται εικονογράφηση και βάζουν το μηχάνημα να τους τη φτιάξει; Τι να πω όταν έχει να σχεδιάσει κανείς σκηνικά ή κοστούμια και δεν ξέρει ούτε να σχεδιάζει, ούτε να πλέκει, ξέρει, όμως, να ρωτάει κάποιο μηχάνημα; Νιώθω περίεργα μ’ όλα αυτά.
Φυσικά και οι άνθρωποι μπορεί να πάσχουν από έλλειψη φαντασίας. Παράγονται έργα που μοιάζουν με άλλα έργα ή με έργα που θα μπορούσαν να είχαν παραχθεί δεκαετίες πριν, γιατί να μην το κάνει και το AI; Ο μέσος καλλιτεχνικός συνεργάτης μπορεί να μην είναι και η πιο εύκολη προσωπικότητα, γιατί να μην πάρω το λογισμικό; Ολ’ αυτά θα σήμαιναν πως κάμποσες δουλειές στην πορεία της καλλιτεχνικής δημιουργίας πρέπει να «χαθούν». Να κλαπούν.
Η εκφυλιστική αυτή τάση παραβλέπει την ουσία της τέχνης. Η τέχνη μάς συγκινεί γιατί είναι συνάντηση μεταξύ προβληματικών και μπερδεμένων ανθρώπων. Δεν συγκινούμαι, με απλά λόγια, από ποίημα που κατασκευάστηκε με τεχνικά μέσα. Να το πετάξω θέλω, γιατί είναι σκέτη φθήνια. Αν αύριο μου έλεγαν ότι ποιήματα που διαβάζω τόσο καιρό νομίζοντας πως είναι του Σεφέρη ή της Anne Sexton δεν είναι παρά απεικάσματα, δημιουργίες ενός προγράμματος από το μέλλον, θα ήταν βαθύτατα αποσταθεροποιητικό.
Και πιστεύω γι’ αυτό ο κόσμος πλημμυρίζει τα θέατρα, τις συναυλίες, οτιδήποτε υπόσχεται να δημιουργήσει συνθήκες σύνδεσης και υπέρβασης της τεχνολογικώς υποβοηθούμενης μιζέριας. Το κοινό θέλει να δει τα δάχτυλα της πιανίστριας που πονάει και πειθαρχεί, για να βγάλει τον Μπαχ μέσα απ’ το πιάνο. Θέλει να δει την ηθοποιό να λέει τα λόγια με όλο της το σώμα (αλλιώς κάθε βράδυ), ν’ ανατριχιάσει στη σκέψη πως τα λόγια γράφτηκαν από κάποιον άνθρωπο με θάρρος, μυαλό, περιορισμένο χρονικό ορίζοντα ύπαρξης. Το AI είναι σαν να κλέβει, κλέβει.
Το πλαίσιο συζήτησης γύρω από τη διείσδυση του AI στα καλλιτεχνικά πρέπει ν’ αλλάξει. Οι αλλαγές μάς παρουσιάζονται σχεδόν συντελεσμένες, αναπόφευκτα ορόσημα σε μια πορεία προς τη δημιουργία ανθρώπων παθητικών, χωρίς τίποτα αληθινό κοντά τους (φυσικά αυτό δεν θα ισχύει για τις ανώτερες τάξεις που θα απολαμβάνουν τα διάφορα πράγματα λάιβ και φτιαγμένα από ανθρώπους, αλλά για εσάς που δεν ξέρετε κόσμο στον κόσμο της τέχνης και που το γούστο σας δεν έχει καλλιεργηθεί μέσα σε στρώσεις διαγενεακού πλούτου). Το γεγονός ότι ένα μηχάνημα μπορεί να κάνει εξώφυλλα βιβλίων ή εικονογραφήσεις, να γράψει διάλογο ή ακόμη και βιβλίο Ιστορίας της Τέχνης δεν σημαίνει πως το θέλουμε κιόλας. Ούτε πως θα επιτρέψουμε κι άλλους «αναπόφευκτους» κοινωνικούς διαχωρισμούς λόγω τερατώδους τεχνολογικής «εξέλιξης». Η τέχνη είναι σύνδεση κι απώλεια, στέρηση και θαλπωρή, τι ξέρει ο τεχνομίμος απ’ όλα αυτά;

