Η σημιτική αταραξία

2' 6" χρόνος ανάγνωσης

Ο Κώστας Σημίτης δεν αγχωνόταν ούτε για τις δημοσκοπήσεις ούτε για τις διαδηλώσεις. Δεν επηρεάστηκε καθόλου από τη λαοσύναξη (τη μεγαλύτερη συγκέντρωση της Μεταπολίτευσης) κατά της κατάργησης της αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες, που πραγματοποιήθηκε σχεδόν πριν από 25 χρόνια στην Αθήνα, στις 21 Ιουνίου 2000.

Ο τότε Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος σήκωσε στο Σύνταγμα το Λάβαρο της Αγίας Λαύρας. Η λαοθάλασσα έφτανε έως τους Στύλους του Ολυμπίου Διός, στην Ομόνοια και στο Χίλτον. Η διαμαρτυρία στόχευε αποκλειστικά τον Σημίτη, αλλά ο ίδιος δεν συγκινήθηκε. «Οι πολίτες έχουν δικαίωμα να διαδηλώνουν για τις απόψεις τους», έλεγε σαν να αναφερόταν σε συγκέντρωση σωματείου.

Ακολούθησαν τρία εκατομμύρια υπογραφές υπέρ της διενέργειας δημοψηφίσματος για την αναγραφή του θρησκεύματος. Η απάντηση του Σημίτη παρέμεινε μονολεκτική: «Οχι». Υπενθυμίζουμε πως το ΠΑΣΟΚ είχε κερδίσει τις εκλογές της 9ης Απριλίου 2000 μόλις με 1,1% διαφορά. Ο Κώστας Καραμανλής, πολιτικοί της Ν.Δ., καλλιτέχνες και διανοούμενοι πήγαιναν στις εκκλησίες και υπέγραφαν. Καμπάνες βροντούσαν και στα κανάλια επικρατούσε χαλασμός Κυρίου.

«Η αποστολή του πολιτικού είναι να δημιουργεί την κοινή γνώμη που θα υποστηρίξει τους στόχους του», έλεγε.

Ο Σημίτης επέμενε στον προγραμματισμό του, που ήταν η ομαλή εισαγωγή του ευρώ (που έγινε το 2002), η ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ενωση (που έγινε το 2003) και η επίλυση του Κυπριακού και των ελληνοτουρκικών διαφορών (που δεν έγιναν). Παράλληλα, απέρριψε όλες τις εισηγήσεις για ένα συμβιβασμό με τον Αρχιεπίσκοπο, που αν γινόταν θα αναβίβαζε την Εκκλησία σε συγκυβερνήτη. Αυτή η άκαμπτη στάση ίσως εξηγεί γιατί πολλοί ακόμη και σήμερα οργίζονται όταν αναφέρονται στον Σημίτη. Ωστόσο, οι πιο μετριοπαθείς παραδέχονται ότι η ηγεσία ζυγίζεται στα «όχι».

Ο Σημίτης πίστευε ότι ο Χριστόδουλος μετέτρεψε την κυβερνητική απόφαση για τη μη αναγραφή του θρησκεύματος σε «αιτία πολέμου», προκειμένου να υποχρεώσει την κυβέρνηση σε υποχώρηση κι έτσι να αποκτήσει βέτο σε όλα τα θέματα. Γι’ αυτό ακριβώς δεν υποχώρησε. Δεν ήθελε να παραδώσει μια «θεοκρατική Δημοκρατία». Το ότι η ίδια η αναγραφή ήταν δευτερεύον ζήτημα αποδείχθηκε από το γεγονός ότι κανένας πρωθυπουργός έκτοτε δεν την αποκατέστησε.

Ο Σημίτης μελετούσε τις δημοσκοπήσεις. Εκτιμούσε τον Στράτο Φαναρά και την αναλυτική σκέψη του, όχι όμως για να μάθει από μια δημοσκόπηση ποια πολιτική έπρεπε να εφαρμόσει, αλλά για να συναγάγει τι θα μπορούσε να κάνει για να αλλάξουν οι αντιλήψεις. «Η κοινή γνώμη πλάθεται», επεσήμαινε. «Η αποστολή του πολιτικού είναι να δημιουργεί την κοινή γνώμη που θα υποστηρίξει τους στόχους του». Στη συνεχή προσπάθεια για τη δημιουργία αυτής της κοινής γνώμης, η «σημιτική αταραξία» μοιάζει με καλή πρακτική τώρα που συγκεντρώσεις και δημοσκοπήσεις παρουσιάζονται ξανά σαν να πρόκειται για σημάδια από τον Θεό.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT