Παίρνοντας το νυχτερινό λεωφορείο στη Βαρσοβία, αναρωτήθηκα γιατί η Αθήνα είναι έτσι

Παίρνοντας το νυχτερινό λεωφορείο στη Βαρσοβία, αναρωτήθηκα γιατί η Αθήνα είναι έτσι

3' 17" χρόνος ανάγνωσης

Στα νυχτερινά λεωφορεία ή τα βραδινά δρομολόγια των τρένων μπορείς να πιάσεις σήμα με διάφορες πτυχές της πόλης. Απασφαλισμένοι πότες που πάνε πέρα δώθε χαμένοι στο σύμπαν τους, νεολαία που βγαίνει να ξεσκάσει, όσοι τελειώνουν τη βάρδια αργά, φτωχοί που δουλεύουν συνέχεια, επιβιβάζονται όλοι μαζί, τα χνώτα τους μπλέκονται. 

Τα νυχτερινά λεωφορεία είναι δώρο της πόλης στους μη προνομιούχους. Οι ηλικιωμένοι που δεν ξέρουν να πάρουν ούμπερ. Ή νέοι που μπορεί να μην έχουν να πληρώσουν. Αυτοί που μένουν σε μακρινά προάστια για το χαμηλό ενοίκιο. 

Το ξέρετε, γιατί το έχουμε ξαναπεί: η Ελλάδα έχει δέκα Τέμπη στους δρόμους τον χρόνο (Α. Μαρκάκης, Take Back The City, Οι Κρυφές Αλήθειες Της Μετακίνησης Με Το Αυτοκίνητο). Κάποιοι οδηγούν ενώ δεν θα έπρεπε. Ομως, αρκεί να ρίχνει κανείς μια αφηρημένη ματιά στις εφημερίδες για να καταλάβει τι γίνεται στους δρόμους. Μέρα παραμέρα παρασύρεται πεζός, τραυματίζεται οδηγός, συγκρούονται οχήματα και κάθε μέρα υπάρχουν αρνητικές ειδήσεις για το μποτιλιάρισμα.

Πολλοί αυτόχθονες δεν επιλέγουν το λεωφορείο, γιατί το θεωρούν αναξιοπρεπές και βρώμικο – είναι. Οσοι τουρίστες το πάρουν δεν το ξαναπαίρνουν. Είναι, επίσης, αναξιόπιστο και πρέπει να ’χεις το κινητό σου αγκαλιά. Μερικές φορές η αναμονή είναι επικίνδυνη, καθώς δεν θα έχει μελετηθεί σωστά η μετάβαση του πεζού στο σημείο στάσης του λεωφορείου. Βρίσκεσαι να νιώθεις εγκλωβισμό σε μία στενή λωρίδα τσιμέντου σε δρόμο ταχείας κυκλοφορίας. Τα φανάρια δεν λειτουργούν πάντα. Η οδική συμπεριφορά είναι επιθετική, σημάδι αγριότητας. 

Πρόσφατα έτυχε να βρεθώ στην Πολωνία. Δεν ξέρω τη γλώσσα, δεν είχα ξαναπάει ποτέ. Δεν βρήκα πολλούς ανθρώπους να καταλαβαίνουν όντως αγγλικά και κανένας δεν μίλαγε γερμανικά. Επρεπε να τα βγάλω πέρα με το κινητό μου και τα πολωνικά που δεν ξέρω. Συνειδητοποίησα ότι οι κάτοικοι της Βαρσοβίας, εάν μετακινούνται με τα πόδια, είναι σχεδόν βασιλιάδες. Οχι μόνο λόγω της άνεσης στα πεζοδρόμια, της παρουσίας πρασίνου σε κάθε γωνιά, της ευγένειας των οδηγών στον δρόμο, αλλά και λόγω ενός λειτουργικού, εύκολου στη χρήση δικτύου μετακίνησης με αθόρυβα, ηλεκτρικά λεωφορεία. 

Τα δρομολόγια, ακόμη και τις μέρες του καθολικού Πάσχα, ήταν πιο συχνά απ’ ό,τι στην Αθήνα Δευτέρα πρωί καθημερινής. Τα νυχτερινά έρχονταν και παρέρχονταν, για να μαζέψουν ζευγαράκια, τουρίστες, εργαζόμενους, τελειωμένους ή τη σπουδάζουσα νεολαία. Η χρήση τους ήταν πανεύκολη, αφού κάποιος σύγχρονος πίνακας έδειχνε όντως τη στάση, ήταν φωτισμένα και καθαρά και δεν ακουγόταν αυτή η εντελώς βασανιστική, παρηκμασμένη φωνή που ακούει κανείς στην Αθήνα – είναι σχεδόν σαν να την ακούμε μέσα στο κεφάλι μας αυτή την κυρία που λέει λάθος ή πνιγμένα τις στάσεις, ενώ το λεωφορείο αγκομαχάει και ξεφυσάει και είναι για κλάματα.

Τα νυχτερινά λεωφορεία είναι σημεία δημοκρατικής συνειδητοποίησης, μέρη όπου αντιλαμβάνεται κανείς ότι δεν ζει μόνος σε νησί, αλλά μέσα σε μια κοινωνία, με ανθρώπους που ενδέχεται να μην του μοιάζουν. Είναι θρίαμβος του συλλογικού, υπόσχεση ότι μπορούμε και να συνυπάρχουμε, και να διαφέρουμε. 

Το παράδειγμα της Βαρσοβίας έχει ενδιαφέρον, γιατί η πόλη δεν είχε περάσει και λίγα ώσπου να φτάσει να αναγεννηθεί από τις στάχτες της. Σίγουρα, η Αθήνα έχει περάσει κι αυτή πολλά. Αναρωτιέται, όμως, κανείς ποιες είναι οι προτεραιότητες του ελληνικού κράτους; Αν υπάρχουν όντως μεγάλα έσοδα από τον τουρισμό, αν προσελκύονται όντως κεφάλαια κ.λπ., γιατί τίποτα απ’ αυτά «δεν στάζει προς τα κάτω», στις μετακινήσεις, στις υποδομές δημόσιας αστικής μετακίνησης; Γιατί, με απλά λόγια, οι δρόμοι της Αθήνας, με ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι τόσο άθλια συντηρημένοι, βρώμικοι και δυσλειτουργικοί; Κι όταν εμπλέκονται ιδιώτες, γιατί είμαστε τόσο ριγμένοι όπως συνέβη στους σιδηροδρόμους, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν παιδιά σε καιρό ειρήνης; 

Γιατί οι Αθηναίοι παίρνουν το τρόλεϊ ή το λεωφορείο σαν να είναι κάποιου είδους προσωπική αποτυχία; Γιατί οι τουρίστες κλείνονται στα ιδιωτικά, κλιματιζόμενα βανάκια που τους διαχωρίζουν από τους ντόπιους και δημιουργούν δυσάρεστες κοινωνικές ρωγμές που κάνεις δεν τις θέλει; Και πώς γίνεται οι κάτοικοι ενός μέρους με ήλιο, χαμηλή εγκληματικότητα, χαμηλά εισοδήματα, ακριβά καύσιμα και μικρές αποστάσεις να έχουν πειστεί ότι πρέπει να μετακινούνται με την επέκταση της ιδιωτικής τους σφαίρας, το αυτοκίνητο; Φυσικά, υπάρχουν νικητές και ηττημένοι από αυτή την κατάσταση. Δεν είμαστε στους νικητές. 

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT