«ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ μονιμότερη πληγή ούτε πιο αθεράπευτο τραύμα από την προδομένη φιλία. Να φερθείς προδοτικά σε φίλο ή να προδοθείς από φίλο. Αφορμή μπορεί να είναι μια λέξη πεταμένη απερίσκεπτα, μια τετριμμένη χειρονομία».
ΤΟ ΠΡΩΤΟΔΙΑΒΑΣΑ –σε μια προσωπική κι ευάλωτη στιγμή, τόσο που ένιωσα σαν να το έλεγα εγώ– στο «Ημερολόγιο» του Στάθη Τσαγκαρουσιάνου στη LIFO. Είναι φράση του Τζορτζ Στάινερ, συγγραφέα που διαβάζω κι αγαπώ, φράση παρμένη από το βιβλίο του «Περί θανάτου» (εκδ. Αντίποδες), και ειδικότερα από τα «Σπαράγματα» του πρώτου μέρους. Βιβλίο που «μεταφράστηκε στη γλώσσα μας με έξοχο τρόπο από τον Σεραφείμ Βελέντζα», σημειώνει ο Τσαγκαρουσιάνος, «απίστευτης οξύνοιας και ευρυμάθειας κείμενα (…), βιβλίο που σού προκαλεί πνευματική ευδαιμονία, σε μόλις 100 σελίδες».
Ο ΙΟΥΔΑΣ, μοιραίο πρόσωπο στο Θείο Πάθος, με μια μετάβαση από την Αγάπη στην Προδοσία κι από εκεί στην ως την αυτοχειρία Μετάνοια, μετάβαση τόσο ακραία και δυσεξιχνίαστη, όσο και βαθιά ριζωμένη στ’ ανθρώπινα, απασχόλησε και απασχολεί πάντα την ανθρώπινη νόηση, αναδεικνύοντάς τον εντέλει στη μάλλον πιο ενδιαφέρουσα μορφή, μετά φυσικά από εκείνη του Ιησού, στην κορύφωση της πορείας του θεανθρώπου προς τη Σταύρωση. Ο ασύλληπτος πόνος της Μάνας, ο συγκλονισμός του Φίλου (Ιωάννης), η εκούσια εντέλει προσφορά του Σίμωνος του Κυρηναίου να φορτωθεί τον Σταυρό στον ανήφορο του Γολγοθά, η εκ βάθους καρδίας πρωτοβουλία του Ιωσήφ εξ Αριμαθαίας να φροντίσει για την Αποκαθήλωση και Ταφή του Εσταυρωμένου, αυτά και αρκετά άλλα πρόσωπα του Θείου Δράματος άφησαν στίγμα αγάπης και συντριβής, κανείς όμως όπως ο Ιούδας δεν μισήθηκε αλλά και προβλημάτισε τόσο πολύ. Είναι ίσως επειδή εξέφρασε το προαιώνιο φως και ταυτόχρονα σκότος της ανθρώπινης ψυχής.
Ο ΒΑΡΑΒΒΑΣ είναι επίσης ένα άλλο πολυσυζητημένο μέσα από τους αιώνες πρόσωπο – κι αυτός επίσης μια μορφή που δίπλα στο «μαύρο» του –καθότι ληστής, και μάλιστα ο ληστής που προτίμησε ο όχλος, αντί του Ιησού, όταν ο Πιλάτος ρώτησε «σε ποιον από τους δυο να δώσω χάρη»– ταυτίστηκε συχνά στη λαϊκή «μυθολογία» και με τον ληστή που σταυρώθηκε εντέλει μαζί με τον Χριστό και ο οποίος λίγο πριν ξεψυχήσουν του ζήτησε να τον θυμηθεί όταν έλθει εν τη βασιλεία του.
ΣΤΑ 25 ΧΡΟΝΙΑ (1985-2010) που έκανα αδιαλείπτως ραδιόφωνο, παράλληλα με τη δουλειά μου στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, κάθε χρόνο Μεγάλη Εβδομάδα υπήρχαν τραγούδια που ποτέ δεν παρέλειπα να συμπεριλάβω στις εκπομπές μου (1ο, 2ο και 3ο πρόγραμμα της ΕΡΤ, Μελωδία και Σκάι στον πρώτο χρόνο του). Πολλά από αυτά ήταν, φυσικά, του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου, από τα οποία θα μνημονεύσω εδώ τα «Ενας ευαίσθητος ληστής» και «Ησουν παιδί σαν τον Χριστό», και τα δυο από το έργο τους «Μυθολογία», τα οποία φέρουν αισθήματα κι αισθήσεις οικείες, με τις μορφές του Ληστή και του Προδότη που μέσα τους κρύβουν ανθρωπιά και πόνο.
Ποιος τάχα θα μπορέσει να δει πως είχα μια καρδιά σαν της αγάπης τα παιδιά και να με συγχωρέσει;
ΕΥΧΟΜΑΙ με αγάπη Καλή Ανάσταση και Καλό Πάσχα, θυμίζοντας τους στίχους από το «Ενας ευαίσθητος ληστής»:
Αν με πηγαίναν αύριο στην κρεμάλα
μανούλα μου, μανούλα, δόλια μάνα,
ξέρω ποιανού το δάκρυ στάλα στάλα
θα ‘πεφτε από τα μάτια τα μεγάλα
μανούλα μου, μανούλα, δόλια μάνα.
Μια και με γράψανε φονιά
πήρα τον κόσμο παγανιά
και τη ζωή σεργιάνι
κακό να κάνω στους κακούς
που εσύ μονάχα τους ακούς
μα ο νους δεν τους πιάνει.
Στην ερημιά που ‘χα βρεθεί
με το ‘να χέρι στο σπαθί
και τ’ άλλο στο βαγγέλιο
ήρθαν μανάδες κι ορφανά
κι είπα το δάκρυ που πονά
να τους το κάνω γέλιο.
Μα τώρα που ‘φτασε η στιγμή
να κλείσουν οι λογαριασμοί
ποιος τάχα θα μπορέσει
να δει πως είχα μια καρδιά
σαν της αγάπης τα παιδιά
και να με συγχωρέσει;

