Μιλάμε συχνά για την κατάρα της δεύτερης τετραετίας. Πράγματι, τα παραδείγματα των δεύτερων θητειών Σημίτη ή Καραμανλή είναι σχετικά νωπά στη συλλογική πολιτική μας μνήμη. Και οι δύο ξεκίνησαν κυρίαρχοι και κατέληξαν σε ένα επίπονο σούρσιμο με οδυνηρό τέλος. Η κούραση φτάνει στα ύψη, οι αντοχές πέφτουν και πολλοί χειριστές κρίσιμων φακέλων αρχίζουν να μουρμουρίζουν εκείνο το μοιραίο «αυτή είναι η Ελλάδα». Από μουρμούρα γίνεται δημοφιλές επιχείρημα, που δικαιολογεί την αδράνεια και τον απόλυτο φόβο ανάληψης πολιτικού ρίσκου για οτιδήποτε.
Υπάρχει όμως και μία ακόμη κατάρα που δεν πρέπει να αγνοήσουμε: αυτή της τρίτης τετραετίας. Και πολύ φοβούμαι πως ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση έπεσαν στην παγίδα της μετά τον εκλογικό θρίαμβο του 2023. Από μια άποψη είναι κάτι εντελώς φυσιολογικό. Βλέπεις τον χάρτη να βάφεται όλος μπλε, κοιτάς με δυσπιστία το ποσοστό να ξεπερνάει το 40%, που θεωρείτο άπιαστο όνειρο. Κοιτάς γύρω σου και δεν βλέπεις αντίπαλο ούτε σήμερα ούτε όμως και αύριο. Οι κόλακες αρχίζουν το παραμύθι, «καλά, πρόεδρε, πας για ρεκόρ», που μπορεί εύκολα να σαγηνεύσει κάθε πολιτικό. Η πιάτσα αρχίζει τις βαρύγδουπες αναλύσεις, «σιγά μη χάσει από τον Χ, άλλα δέκα χρόνια θα μείνει».
Η ζωή απεχθάνεται όμως το κενό και λατρεύει τις εκπλήξεις. Ειδικά στην πολιτική.
Η παγίδα της τρίτης τετραετίας μπορεί να αποδειχθεί διαβρωτική στην αρχή και καταστροφική αν δεν ξεριζωθεί από το μυαλό της ηγεσίας γρήγορα. Η αίσθηση ότι δεν έχεις αντίπαλο προκαλεί δυσανεξία στην κριτική, ακόμη και στις προειδοποιήσεις στενών συνεργατών, που δεν έχουν δική τους ατζέντα. Αλλά, το κυριότερο, όταν τυφλώνεσαι από τη χίμαιρα μιας τρίτης θητείας αρχίζεις και ζυγίζεις το πολιτικό κόστος για κάθε σου κίνηση με το δράμι. Οποιος σου προτείνει κάτι ρηξικέλευθο, αρχίζεις να απαντάς αυτό που συνήθως λέει κάποιος στην πρώτη θητεία: «Ασε να κερδίσουμε τις εκλογές και θα τα κάνουμε όλα αυτά μετά».
Η πολιτική όμως δεν είναι διαγωνισμός για το ποιος θα μπει στο ελληνικό βιβλίο Γκίνες, σπάζοντας κάποιο ρεκόρ. Χρειαζόμαστε φιλοδοξία, αλλά φιλοδοξία για τον τόπο, ώστε να αλλάξουν ριζικά πράγματα στην Υγεία, στην Παιδεία, στη Δικαιοσύνη, στις Μεταφορές, σε τομείς που αφορούν τον μέσο Ελληνα και που απαιτούν ξεβόλεμα, σπάσιμο αυγών και τσαγανό. Μπορεί να μη βγει πολιτικά, αλλά τουλάχιστον κάποιος θα έχει δώσει τη μάχη.
Είμαστε στο μέσον μιας δεύτερης τετραετίας και βλέπουμε στον ορίζοντα τα ανησυχητικά σημάδια της κατάρας που τη συνοδεύει. Ισως το καλύτερο αντίδοτο θα ήταν να σταματήσουν όλοι, από τον πρωθυπουργό και κάτω, να ασχολούνται με την πρόθεση ψήφου και τις επόμενες εκλογές. Αν με πείτε αφελή δεν θα έχετε άδικο. Οσοι από διαστροφή διαβάζετε καιρό αυτή τη στήλη, θα μου πείτε ότι «γράφεις τα ίδια πολλά χρόνια, φίλε». Μπορεί να έχετε δίκιο, όμως αν όλοι μαζί αρχίσουμε να μουρμουρίζουμε «αυτή είναι η Ελλάδα», τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει ούτε στην τρίτη ούτε σε καμία τετραετία. Ακόμη, για την ίδια την κυβέρνηση ο καλύτερος τρόπος για να επιτύχει το ρεκόρ της τρίτης συνεχόμενης θητείας είναι να σταματήσει να το σκέφτεται.

