Στις αγορές ήταν περίπου κοινός τόπος η συναίνεση για τη συνέχιση μιας ρωμαλέας μεγέθυνσης της αμερικανικής οικονομίας και τον δυναμισμό της Wall Street, που άφηναν τους άλλους πίσω, ιδιαίτερα μετά την ενθρόνιση του Ντ. Τραμπ, που θα έκανε ό,τι πρέπει για να στηρίξει τις κεφαλαιαγορές – όπως είχε κάνει στην πρώτη θητεία του. Αυτή τη φορά, όμως, είναι διαφορετικά. Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν χρησιμοποιεί τους δασμούς ως ένα εργαλείο διαπραγμάτευσης. Είναι η προτεραιότητά του. Αλλά η αύξησή τους, μαζί με τις περικοπές δαπανών και τις μαζικές απολύσεις στο Δημόσιο, εντείνουν τον κίνδυνο ύφεσης.
Μάλιστα, ούτε ο Τραμπ αποκλείει την ύφεση –λέει ότι θα είναι περαστική. Και είναι ενδεικτικές οι εκθέσεις μεγάλων επενδυτικών οργανισμών, που διαδέχονται η μία την άλλη: Η Goldman Sachs ανεβάζει τις πιθανότητες ύφεσης στο 20% από 15%. Η JP Morgan τις υπολογίζει στο 40% έναντι 30% που έλεγε στις αρχές έτους. Πλέον, ουκ ολίγοι είναι στην Ουάσιγκτον όσοι μιλούν για επερχόμενο στασιμοπληθωρισμό. Προεξοφλώντας, μάλιστα, αυτό το φαινόμενο, ανησυχούν για κάτι άλλο: Οτι, εξαιτίας μιας αλλοπρόσαλλης πολιτικής που σκοτώνει την εμπιστοσύνη, δεν θα είναι διαθέσιμα τα πρόσφορα εργαλεία για την αντιμετώπισή του. Αυτή η συζήτηση συμπίπτει με την αρνητική πορεία της αμερικανικής κεφαλαιαγοράς. Ο S&P 500 είναι στο χαμηλότερο σημείο από τον περυσινό Σεπτέμβριο. Αντιθέτως, από τις αρχές του 2025 ο δείκτης Stoxx 600, με τις πιο ισχυρές ευρωπαϊκές εταιρείες, έχει κερδίσει 12% σε όρους δολαρίου (η ισχυρότερη άνοδος εδώ και 15 χρόνια…), ο γερμανικός DAX 19% και ο Hang Seng του Χονγκ Κονγκ επίσης 19%. Οι ευρωπαϊκές και οι κινεζικές μετοχές δεν είναι απαλλαγμένες από κινδύνους (αν πέσουν σε ύφεση οι ΗΠΑ, τίποτα δεν θα μείνει ανεπηρέαστο), ωστόσο είναι πιο ελκυστικές: Είναι αισθητά φθηνότερες, οι χώρες τους δεν διατρέχουν κίνδυνο ύφεσης και οι εταιρείες προεξοφλείται ότι θα έχουν σημαντικά κέρδη. Κάτι πετυχαίνει ο Ντ. Τραμπ. Η Ευρώπη έρχεται στο προσκήνιο και η μέχρι πρότινος χειμαζόμενη αγορά της Κίνας καταγράφει άνοδο. Πού οφείλεται αυτό; Για τους διεθνείς επενδυτές που ανησυχούν ότι τα χαρτοφυλάκιά τους διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο στις ΗΠΑ, η στροφή προς τις πέραν του Ατλαντικού και εκείθεν του Ειρηνικού αγορές κεφαλαίων προβάλλει όλο και πιο δελεαστική.
Η πίστη στον αμερικανικό «εξαιρετισμό» έχει διαβρωθεί – έγραφε πρόσφατα ο Mοχάμεντ ελ Eριάν. Η πολιτική Τραμπ κατάφερε να προκαλέσει μια αιφνίδια αλλαγή προς το θετικότερο της άποψης των αγορών για την Ευρώπη, όπου βλέπουν μια «στιγμή Σπούτνικ» –δραστική αλλαγή οικονομικής πολιτικής, με αυξημένες αμυντικές δαπάνες και αυξημένη χρηματοδότηση για επενδύσεις σε υποδομές –ίσως για την ευρωπαϊκή περιφέρεια. Εν τω μεταξύ, η Κίνα κινείται προς ένα πιο ισχυρό μείγμα κινήτρων και μεταρρυθμίσεων, όπερ οι αγορές θεωρούν απαραίτητο για να αντιμετωπιστεί η αυξανόμενη απειλή της «ιαπωνικοποίησης» της κινεζικής οικονομίας.
Η παγκόσμια οικονομία μπορεί να γλιτώσει από τον στασιμοπληθωρισμό που απειλεί τις ΗΠΑ.
Αν δεν καθυστερήσει (αυτή τη φορά) η Ευρώπη και η Κίνα τα καταφέρει, η παγκόσμια οικονομία μπορεί να ξεφύγει από τις παγίδες που στήνει η πολιτική Τραμπ. Με άλλα λόγια, να μη γίνει, πάλι, θύμα μιας αμερικανικής οικονομικής κρίσης, όπως έγινε το 2008 – με τα subprimes.

