Για έναν έφηβο στα χρόνια της δικτατορίας, αυτό ήταν ένα τρίπτυχο που συμπύκνωνε τις απαγορευμένες επιθυμίες του. Τα μαλλιά μόλις τρεις πόντους, με καθαρό σβέρκο –παλαιότερα ήταν «εν χρω κεκαρμένα»–, η περιβολή εθνοπρεπής και συντηρητική, αλλά από Μπιτλς και Ρόλινγκ Στόουνς τα πηγαίναμε καλά. Ο ήχος τους ήταν επαναστατικός, αλλά πολιτικά ακίνδυνος. Και αίφνης μας προέκυψε ένας κόκκινος διάβολος, που περνούσε με την μπάλα κάθε του αντίπαλο και στις επελάσεις του η πλούσια χαίτη του κυμάτιζε, προκαλώντας τον θαυμασμό αλλά και τη ζήλια μας. Ο Τζορτ Μπεστ προσέφερε ένα επιβλητικό θέαμα συνολικά. Και όλα αυτά σε ηλικία είκοσι χρόνων.
Και αίφνης μας προέκυψε ένας κόκκινος διάβολος, που περνούσε με την μπάλα κάθε του αντίπαλο και στις επελάσεις του η πλούσια χαίτη του κυμάτιζε, προκαλώντας τον θαυμασμό αλλά και τη ζήλια μας.
Μετά το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα του Μονάχου (6 Φεβρουαρίου 1958) στο οποίο έχασαν τη ζωή τους οκτώ ποδοσφαιριστές της Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, οι αποκαλούμενοι «μπέμπηδες», ο επιζήσας προπονητής Ματ Μπάσμπι έφτιαξε μια καινούργια ομάδα. Σε αυτήν μπορεί να έπαιζαν τα βαριά ονόματα του Μπόμπι Τσάρλτον και του Σκωτζέζου Ντένις Λο –ίσως του καλύτερου κεφαλοσφαιριστή του αγγλικού πρωταθλήματος–, όμως η θρυλική φιγούρα ήταν του Μπεστ. Ως καρηκομόων Αχαιός κάλπαζε μέσα στο γήπεδο, χαρίζοντας το 1968 το κύπελλο πρωταθλητριών στη Μάντσεστερ, δέκα χρόνια μετά την αεροπορική τραγωδία. Hταν η στιγμή της αποθέωσης του Βορειοϊρλανδού άσου, γόνου σκληρής προτεσταντικής οικογενείας.
Oμως αυτές τις πληθωρικές προσωπικότητες θα πρέπει να τις εντάξουμε στην εποχή τους για να έχουμε μια πιο ολοκληρωμένη εικόνα τους. Να εξετάσουμε τις προκλήσεις που θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του κοινού τους. Και ο Τζορτζ Μπεστ υπέκυψε στις προκλήσεις. Ηταν μια εποχή που η Carnaby Street έφερνε την επανάσταση στη μόδα, με τα πολύχρωμα λουλουδάτα ανδρικά πουκάμισα και τα παντελόνια-καμπάνα. Στις κοπέλες έφερε τη μίνι φούστα που εξήπτε τον ερωτισμό, ενώ στη μουσική ο ήχος της ηλεκτρικής κιθάρας έσμιγε με αυτόν του ινδικού σιτάρ. Μέσα σε αυτό το κλίμα, με τους μύριους πειρασμούς, βυθίστηκε ο Μπεστ και χάθηκε. Εμεινε μνημειώδης η αυτοσαρκαστική ατάκα του, δηλωτική της κατάστασής του: «Το 1969 εγκατέλειψα τις γυναίκες και το αλκοόλ. Ηταν τα χειρότερα είκοσι λεπτά της ζωής μου».

