Η τραγωδία των Τεμπών μετατρέπεται από δυστύχημα που έπρεπε να είχε αποφευχθεί σε μια πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση, που διευρύνει παλιά ρήγματα και προκαλεί βαθιά νέα τραύματα. Φαίνεται αδιανόητο ότι υπουργοί της κυβέρνησης αντιπαρατίθενται με συγγενείς των θυμάτων, ότι δικαστικοί λειτουργοί δίνουν εξηγήσεις για τις κινήσεις τους σε πολιτικούς και πολίτες, ότι η κακή διαχείριση της υπόθεσης καθορίζει την εικόνα (και, συνεπώς, την πορεία) της κυβέρνησης και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ομως, όλα αυτά είναι φυσική συνέπεια της έλλειψης εμπιστοσύνης, που αποτελεί βασικό στοιχείο της πολιτικής ζωής μας. Το ισχυρότατο σοκ που προκάλεσε η σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη, με τον θάνατο 57 ανθρώπων και τον τραυματισμό πολλών άλλων, ταρακούνησε συθέμελα τη χώρα. Διέψευσε για άλλη μια φορά τις ελπίδες μας για μια πιο σοβαρή και υπεύθυνη πολιτεία. Και έτσι, αντιδρούμε αναλόγως.
Σε τέτοιες στιγμές, μόνη σωστή επιλογή μιας κυβέρνησης και όλων των κομμάτων θα ήταν οι αρμόδιοι θεσμοί να πράξουν το καθήκον τους, ενώ η πολιτική ηγεσία θα επιχειρούσε να πείσει τους πολίτες ότι θα βρεθούν οι αιτίες του κακού και ότι δεν θα επαναληφθεί κάτι τέτοιο. Ομως, όπως και σε προηγούμενες τραγωδίες, γρήγορα φάνηκε πως η αλυσίδα λαθών, αστοχιών, παραλείψεων και ενδεχομένως εγκλημάτων που οδήγησαν στο δυστύχημα προϋπήρχαν. Και φοβόμαστε πως τα προβλήματα αυτά θα συνεχίσουν να μας απειλούν, καθώς όλο το σύστημα πολιτικής και διοίκησης της χώρας νοσεί. Η έλλειψη εμπιστοσύνης προκαλεί εντάσεις συνεχώς. Τα κόμματα βλέπουν μόνο το ένα το άλλο και όχι τη μεγάλη εικόνα των αναγκών της χώρας. Πασχίζουν κυρίως να ρίξουν τις ευθύνες στους αντιπάλους τους, να κερδίσουν μερικούς πόντους. Ενας θλιβερός συνδυασμός ανικανότητας και αλαζονείας σε όλες τις πλευρές προκαλεί μια δίνη στην οποία γεγονότα και θεωρίες συνωμοσίας μπλέκονται συνεχώς, έως ότου τίποτα δεν φαίνεται απίθανο και τίποτα δεν φαίνεται αξιόπιστο. Τότε, καθώς οι πολίτες διχάζονται με βάση του τι πίστευαν εξαρχής, όποιος φωνάζει δυνατότερα κερδίζει τις εντυπώσεις και όποιος έχει ευθύνες μπορεί πιο εύκολα να τις κρύψει.
Ενας θλιβερός συνδυασμός ανικανότητας και αλαζονείας σε όλες τις πλευρές προκαλεί μια δίνη στην οποία γεγονότα και θεωρίες συνωμοσίας μπλέκονται συνεχώς.
Οι πολίτες έχουν γνώση του τι συμβαίνει, όμως οι πράξεις τους δεν καθορίζονται μόνο από το τι βλέπουν. Σε δημοσκοπήσεις, η μεγάλη πλειοψηφία δείχνει να πιστεύει πως η κυβέρνηση επιχείρησε συγκάλυψη στην υπόθεση των Τεμπών και πως η ίδια δεν έκανε αρκετά να βελτιώσει την ασφάλεια των σιδηροδρόμων (72% και 81%, αντιστοίχως, σύμφωνα με την ALCO). Επίσης, χιλιάδες έχουν εκφράσει τη δυσφορία τους σε διαδηλώσεις και σκοπεύουν να πράξουν το ίδιο την ερχόμενη Παρασκευή, επέτειο της τραγωδίας. Ομως, αυτό δεν σημαίνει πως στις εκλογές δεν θα ψηφίσουν τη Νέα Δημοκρατία. Οπως είδαμε και με τις υποκλοπές και με το ναυάγιο της Πύλου, οι πολίτες μπορεί να βλέπουν τη σοβαρότητα των υποθέσεων αλλά να ψηφίζουν με κριτήριο τις ανάγκες τους. Και έως τώρα, μετά τη μακρόχρονη κρίση, κυριαρχούσε η ανάγκη για σταθερότητα. Οταν η κυβέρνηση δεν μπορεί να εξασφαλίσει αυτό, θα αλλάξει και η πρόθεση ψήφου πολλών. Σε αυτό βασίζουν τις επιλογές τους τα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Σε τέτοιες συνθήκες είναι δύσκολο να εκτονωθεί η ένταση. Προτάσεις όπως η παραπομπή υποθέσεων που αφορούν πολιτικούς σε συμβούλιο δικαστών θα σκοντάψουν στο πρώτο και μεγαλύτερο εμπόδιο, στην έλλειψη εμπιστοσύνης που υπονομεύει κοινούς στόχους, πόσο μάλλον τέτοιες υποθέσεις. Ισως η εκτόνωση της έντασης και πραγματική πρόοδος θα επιτευχθούν μόνο από την ένταξη των οικογενειών των θυμάτων στις προσπάθειες διαλεύκανσης της υπόθεσης. Η κυβέρνηση να επιχειρήσει, δηλαδή, αυτό που όφειλε να πράξει από την αρχή.

