Ο Φριτς Βάλτερ (1920-2002) ήταν ο καλύτερος επιτελικός παίκτης της εθνικής Γερμανίας αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Ποδοσφαιριστής της Καϊζερσλάουτερν είχε αδιάλειπτη παρουσία στην εθνική ομάδα από το 1937 έως το 1959, με μια ανάπαυλα στα χρόνια του πολέμου. Στο 5ο Παγκόσμιο Κύπελλο που διοργανώθηκε στην Ελβετία το 1954 συμμετείχε για πρώτη φορά η Δυτική Γερμανία, ενώ η Σοβιετική Ενωση και η Ανατολική Γερμανία είχαν αποκλειστεί. Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν στο φόρτε του.
Το 5ο Παγκόσμιο Κύπελλο έχει καταγραφεί για την απίστευτη σκληρότητα που επέδειξαν σχεδόν όλες οι ομάδες, με αποκορύφωμα τον προημιτελικό Ουγγαρίας – Βραζιλίας 4-2, όπου έπεφταν κυριολεκτικά κορμιά. Στον τελικό συναντήθηκαν η εθνική Ουγγαρίας με την εθνική Δυτικής Γερμανίας. Eνα παιχνίδι το οποίο κέρδισαν, παρά τα προγνωστικά, οι Δυτικογερμανοί με 3-2 και κατέκτησαν το τρόπαιο. Αυτό αποκλήθηκε «θαύμα της Βέρνης». Ηγέτης, ο Φριτς Βάλτερ. Γι’ αυτόν τον αγώνα έχουν γραφτεί χιλιάδες σελίδες, υπάρχουν σενάρια επί σεναρίων, αλλά τελικά η Ιστορία έγραψε πως πρωταθλήτρια κόσμου ήταν το 1954 η εθνική Δυτικής Γερμανίας. Eνα τρόπαιο που τόσο είχε ανάγκη ο λαός αυτής της χώρας στην προσπάθειά του να ανακάμψει ηθικά μετά το ναζιστικό παρελθόν του. Τον επόμενο χρόνο, την άνοιξη του 1955, η Δυτική Γερμανία εντάχθηκε και στο ΝΑΤΟ, ενώ με τον Κόνραντ Αντενάουερ είχε συμβάλει στην ιδέα της ΕΟΚ.
Το 5ο Παγκόσμιο Κύπελλο που διοργανώθηκε στην Ελβετία το 1954 έχει καταγραφεί για την απίστευτη σκληρότητα που επέδειξαν σχεδόν όλες οι ομάδες.
Σε όλο αυτό το σκηνικό πού κολλάει ο στρατάρχης Γκεόργκι Ζούκοφ; Ο Φριτς Βάλτερ στον πόλεμο κατατάχθηκε στους αλεξιπτωτιστές και πολέμησε στο Ανατολικό Μέτωπο. Εκεί συνελήφθη αιχμάλωτος και τον έστειλαν σε ένα γκουλάγκ στη Σιβηρία όπου ο μέσος χρόνος ζωής ήταν περίπου πέντε χρόνια. Για καλή του τύχη φύλακες ήταν Ούγγροι αιχμάλωτοι που τον αναγνώρισαν, διότι προπολεμικά είχε αγωνιστεί εναντίον της εθνικής τους ομάδας. Ενημέρωσαν τον στρατοπεδάρχη και υπηρεσιακώς το γεγονός έφτασε μέχρι τον Ζούκοφ, ο οποίος και διέταξε την άμεση απελευθέρωσή του. Επέστρεψε στην πατρίδα του ευθύς μετά τη λήξη του πολέμου, το 1945.
Συνεπώς, στο «θαύμα της Βέρνης» έβαλε το χεράκι του και ο στρατάρχης.

