Επρεπε να πλημμυρίσουν οι πλατείες από ανθρώπους της διπλανής πόρτας διαμαρτυρόμενους για τη διαφαινόμενη πλήρη ακινησία στην υπόθεση των Τεμπών και για τα αμείλικτα ερωτήματα που παραμένουν αναπάντητα, για να αντιληφθεί o πρωθυπουργός ότι είχε υποτιμήσει την υπόθεση και θα πρέπει να δώσει κάποιες εξηγήσεις.
Το κυνικό επιχείρημα των κυβερνητικών ήταν ότι ένα εξάμηνο μετά την τραγωδία στα Τέμπη, η Ν.Δ. κέρδισε με άνεση τις διπλές εκλογές του 2023. Αρα θεώρησαν ότι η κυβέρνηση πέρασε τον δύσκολο πολιτικό κάβο του δυστυχήματος χωρίς απώλειες και ότι η υπόθεση αργά ή γρήγορα θα περάσει στη λήθη.
Αυτό που δεν είχε καταλάβει το Μαξίμου ήταν ότι ο αναίτιος θάνατος νέων ανθρώπων στο ασφαλέστερο –υποτίθεται– μέσον μετακίνησης στον κόσμο είναι κάτι που δεν ξεχνιέται. Και βαραίνει κάθε Ελληνα γονέα, που αισθάνεται ότι το δικό του παιδί θα μπορούσε να ήταν στο τρένο του θανάτου. Ο Μητσοτάκης είχε υποσχεθεί ότι θα ρίξει άπλετο φως στην υπόθεση και ζήτησε κάποια πίστωση χρόνου για να ολοκληρωθούν οι έρευνες και την πήρε.
Ομως, δύο χρόνια μετά (το δυστύχημα έγινε στις 28 Φεβρουαρίου 2023) η κοινή γνώμη περιμένει την αρχή της τιμωρίας των ενόχων. Περιμένει να ακούσει τι προκάλεσε την φονική έκρηξη μετά τη σύγκρουση των δύο τρένων. Περιμένει να μάθει με στοιχεία γιατί βρισκόταν στην κρίσιμη αυτή θέση ο μοιραίος σταθμάρχης, ο οποίος προφυλακίστηκε και αποφυλακίστηκε με την παρέλευση του 18μήνου. Περιμένει να ακούσει για την εγκληματική ανευθυνότητα των συναδέλφων του που τον άφησαν μόνο του σε μία τόσο δύσκολη βάρδια – το βράδυ μετά το τριήμερο της Καθαράς Δευτέρας. Περιμένει να δει έρευνες για τις αιτίες διάλυσης του ΟΣΕ και της πλήρους κατάρρευσης των διαδικασιών ασφαλείας. Περιμένει να καταλάβει γιατί η πολιτεία δεν είχε σταματήσει τελείως τα τρένα, αφού η κυκλοφορία τους είχε τόσο μεγάλο ρίσκο για τους πολίτες.
Αντ’ αυτών έχει μπουχτίσει με θεωρίες –συνωμοσίας ή μήπως πραγματικότητας(;)– για βίντεο φόρτωσης που σβήστηκαν ή παραδόθηκαν με πολλούς μήνες καθυστέρηση στις ανακριτικές αρχές, για έρευνες που δεν κατέληξαν πουθενά, για κρίσιμα στοιχεία που χάθηκαν και για ανακρίσεις που γίνονται δύο χρόνια τώρα, αλλά ποτέ δεν τελειώνουν.
Είναι επόμενο οι πολίτες που εμπιστεύθηκαν τον κ. Μητσοτάκη γιατί υποσχόταν εκσυγχρονισμό της Ελλάδος και ταχεία βήματα προς την Ευρώπη να νιώθουν θυμωμένοι από την τραγωδία και από την αδυναμία του ελληνικού κράτους (και της κυβέρνησης) να φέρουν εις πέρας μία τόσο σοβαρή υπόθεση για την τιμωρία των ενόχων.
Και είναι διπλά απογοητευμένοι γιατί ακόμη και σήμερα –δύο χρόνια αργότερα– τίποτα δεν έχει αλλάξει στις διαδικασίες ασφαλείας των τρένων στη χώρα. Ακόμη και σήμερα συρμοί του προαστιακού μπαίνουν από λάθος στις ράγες του μετρό και σταματούν λίγα μέτρα από σήραγγες στις οποίες δεν χωρούν να περάσουν. Τρένα του προαστιακού συνεχίζουν να αποφεύγουν τη σύγκρουση τελευταία στιγμή, όχι γιατί τα σταματάει κάποιος αυτόματος μηχανισμός ασφαλείας, αλλά γιατί κάποιος οδηγός του συρμού πάτησε φρένο από ένστικτο.
Οι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι κανείς δεν έμαθε το παραμικρό από τον αναίτιο θάνατο των 57 επιβατών –στην πλειονότητά τους νέων– στα Τέμπη. Οτι η κυβέρνηση δεν ενδιαφερόταν να διορθώσει τα κακώς κείμενα, αλλά να κρύψει κάτω από το χαλί –λόγω των επερχόμενων τότε εκλογών– τις ευθύνες της.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρωθυπουργός παραδέχθηκε στη συνέντευξη στον Alpha ότι η εξεταστική επιτροπή της Βουλής που συστήθηκε για να διερευνήσει τα αίτια του δυστυχήματος μόνο αυτό δεν έκανε. «Δεν πιστεύω ότι ήταν η καλύτερη στιγμή της Βουλής», είπε χαρακτηριστικά ο κ. Μητσοτάκης. Θυμίζω ότι το προεδρείο της επιτροπής αρνήθηκε να καταθέσουν ακόμη και βασικοί μάρτυρες που προειδοποιούσαν μήνες πριν για τα κενά ασφαλείας.
Ο κ. Μητσοτάκης προσπάθησε να δώσει εξηγήσεις για το «μπάζωμα» – που κάποτε το χαρακτήριζε θεωρία συνομωσίας – ότι επρόκειτο για επιχειρησιακές αποφάσεις στο πεδίο που έγιναν για καλό σκοπό και όχι για να συγκαλυφθεί το οτιδήποτε. Τόνισε ακόμα ότι η Hellenic Train τον παρέσυρε όταν τον διαβεβαίωνε ότι δεν υπήρχε περίπτωση να είχε φορτωθεί στην εμπορική αμαξοστοιχία παράνομο εύφλεκτο υλικό. Ολα είναι ανοιχτά, λέει τώρα, συμπληρώνοντας ότι και «το απίθανο σενάριο μπορεί τελικά να είναι πιθανό».
Η τραγωδία στα Τέμπη άνοιξε μια βαθιά πληγή στην ελληνική κοινωνία. Και κλόνισε την εμπιστοσύνη μεγάλης μερίδας του κόσμου στην κυβέρνηση αλλά και στο κράτος. Με τη δίκη ίσως η πληγή να αρχίσει να κλείνει. Ομως εμπιστοσύνη που χάνεται δύσκολα αποκαθίσταται.

