Μουσεία σε φθορά, επισκέπτες σε κρεσέντο

3' 9" χρόνος ανάγνωσης

Δεν είναι μόνο μεγάλα μουσεία σε αδιέξοδο αλλά και οι επισκέπτες. Τα πρώτα, γιατί, μετρώντας αιώνες από την κατασκευή και λειτουργία τους, εμφανίζουν πολύ σοβαρά προβλήματα υποδομών, που απειλούν εκθέματα. Οι δεύτεροι, γιατί, ως φανατικοί τουρίστες, δεν εξαντλούν μόνο το ενδιαφέρον (;) τους στα best of, ματαιώνοντας, επί της ουσίας, τον χαρακτήρα των μουσείων, αλλά επιβαρύνουν δυσανάλογα και το «οικοσύστημά» τους.

Ας δούμε το πρώτο σκέλος, στο Βρετανικό Μουσείο και στο Λούβρο. Και τα δύο ετοιμάζονται για εκτεταμένη ανακαίνιση, η οποία θα στοιχίσει τόσο σε χρόνο όσο και σε χρήμα (δισ.). Στο Βρετανικό, δεν ήταν μόνον η κλοπή αρχαιοτήτων από τις αποθήκες του η πρώτη ένδειξη προβλημάτων αλλά και η συνθήκη που επικρατεί στη δυτική πτέρυγα, κυρίως, η οποία είναι σχεδόν… ετοιμόρροπη. Ραγισμένα πλακάκια και οροφές που στάζουν νερό, σε αίθουσες που φιλοξενούν ρωμαϊκές και ασσυριακές αρχαιότητες. Αυτή είναι η σημερινή εικόνα. Η ανακαίνιση της δυτικής πτέρυγας αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου masterplan του Βρετανικού Μουσείου, που θα κοστίσει πάνω από ένα δισ. λίρες.

Πριν από λίγες ημέρες, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν εξήγγειλε την κατασκευή μιας ειδικής αίθουσας που θα φιλοξενεί αποκλειστικά τη Μόνα Λίζα, το αριστούργημα του Λεονάρντο ντα Βίντσι, το οποίο επισκέπτονται καθημερινά πάνω από 20.000 άτομα για να φωτογραφίσουν και να φωτογραφηθούν μαζί του. Και το Λούβρο, που μαστίζεται από τον υπερτουρισμό (8,9 εκατ. επισκέπτες δέχτηκε το 2023), παρά τη χαρακτηριστική γυάλινη Πυραμίδα του Πέι, που ολοκληρώθηκε το 1989, δείχνει, πλέον, επικίνδυνα την ηλικία του. Ενα σημείωμα της προέδρου και διευθύντριάς του προς τη Γαλλίδα υπουργό Πολιτισμού απαριθμούσε τα προβλήματα: «Πολλαπλασιασμός των ζημιών σε ενίοτε πολύ υποβαθμισμένους χώρους», «απαρχαιωμένος τεχνικός εξοπλισμός», «ανησυχητικές διακυμάνσεις της θερμοκρασίας, που θέτουν σε κίνδυνο τη διατήρηση των έργων τέχνης».

Ο συνειδητός επισκέπτης μετασχηματίστηκε σε βιαστικό καταναλωτή, αφομοιωμένο από τη σοσιαλμιντιακή κοινωνία του στιγμιαίου, της ινσταγκραμικής ανάρτησης.

Στο Αμστερνταμ, τώρα, στην αίθουσα της Gallery of Honour, του περίφημου Ρεϊκσμουζέουμ (Rijksmuseum) όπου έχουν συγκεντρωθεί, κατά κάποιον τρόπο, τα best of των Ολλανδών μάστερ, τα κινητά είναι όσα ακριβώς και οι επισκέπτες, όλων των ηλικιών και εθνικοτήτων. Κανείς, σχεδόν, δεν «βλέπει» το έργο απευθείας αλλά διαμεσολαβημένο. Σε σχόλιο («Κ», 3/11/2024), ύστερα από επίσκεψή μου, σημειώνω ότι «σε ορισμένα σημεία οι ξεναγοί κρατούσαν ipad για να εξηγούν στοιχεία του πίνακα που είναι αδύνατον να προσεγγίσει κανείς, αφιερώνοντας τον χρόνο που απαιτείται». Προτεραιότητα, εξάλλου, έχουν οι σέλφι. Η βιομηχανία των αναρτήσεων και όχι των αναμνήσεων επαναπροσδιορίζει και τη σχέση μας με την τέχνη.

Την ίδια αίσθηση επιβεβαιώνει και ο έμπειρος ξεναγός Κωνσταντίνος Σφήκας στο, σημερινό, «Γεύμα» (σελ. 33, του Σάκη Ιωαννίδη). «Τα απαιτητικά προγράμματα που είχαμε πριν από μερικά χρόνια έχουν αντικατασταθεί, γιατί ο κόσμος θέλει πολύ λιγότερα. Οι απαιτήσεις π.χ. των Αμερικανών είναι να περάσουν καλά, “fun, fun, fun”, και μετά να δουν κάποια πράγματα. Ολα όμως είναι στο γρήγορο». Και συνεχίζει: «Παλιά οι τουρίστες έρχονταν στην Ελλάδα ενημερωμένοι για τα αρχαία μνημεία και τα μουσεία. Τώρα οι περισσότεροι είναι ενημερωμένοι για το πού θα βγάλουν την καλύτερη φωτογραφία. Αν δεν τους δείξεις πού είναι οι τρεις μπλε τρούλοι στη Σαντορίνη για να φωτογραφηθούν, είναι σαν να μην πήγαν».

Τι απολαμβάνει ή, ακόμη περισσότερο, τι «βλέπει» όλο αυτό το πλήθος από τον πίνακα ή το μνημείο; Πρόκειται για εμπλουτισμό του προσωπικού, εσωτερικού, ή του ινσταγκραμικού λογαριασμού; Και, άραγε, αυτά τα δύο ξεχωρίζουν ακόμη;

Μουσεία σε επιταχυνόμενη φθορά, κοινό σε βουλιμικό πυρετό. Ενας σκελετός με σοβαρά προβλήματα υγείας και ένα κοινό σε κρεσέντο. Προγράμματα και πολιτικές στα μουσεία αναπροσαρμόζονται –χρόνια τώρα– για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις των καιρών. Στον μετασχηματισμό του συνειδητού επισκέπτη σε βιαστικό καταναλωτή, αφομοιωμένου από τη σοσιαλμιντιακή κοινωνία του στιγμιαίου. Μετά την πανδημία όμως και την καραντίνα, εκτινάχτηκε η ταξιδιωτική λαιμαργία. Η μάστιγα του υπερτουρισμού δεν αφήνει τα μουσεία αλώβητα. Η αμηχανία των υπευθύνων πώς να διαχειριστούν τις συλλογές τους και τις εκθέσεις καταλήγει σε τροχονομία κοινού. Το ινσταγκραμικό τοπίο επιβάλλει τους όρους του.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT