Αρθρο της Βάσως Κιντή στην «Κ»: Τα φύλα και οι «εξαιρέσεις»

Αρθρο της Βάσως Κιντή στην «Κ»: Τα φύλα και οι «εξαιρέσεις»

H συζήτηση για το φύλο φαντάζει σήμερα παρωχημένη, αφού μοιάζει περισσότερο με αναδρομική τακτοποίηση πολιτικών λογαριασμών. Εντούτοις, φέρνει στην επιφάνεια ζητήματα που έχουν γενικότερο ενδιαφέρον για ορισμένα από τα οποία θα ήθελα να κάνω λίγες παρατηρήσεις

4' 48" χρόνος ανάγνωσης

H συζήτηση για το φύλο φαντάζει σήμερα παρωχημένη, αφού μοιάζει περισσότερο με αναδρομική τακτοποίηση πολιτικών λογαριασμών. Εντούτοις, φέρνει στην επιφάνεια ζητήματα που έχουν γενικότερο ενδιαφέρον για ορισμένα από τα οποία θα ήθελα να κάνω λίγες παρατηρήσεις.

Πρώτα για την επιστήμη. Η επιστήμη στις κοινωνίες μας εδώ και αιώνες είναι το υπόδειγμα της έγκυρης γνώσης. Μας δίνει ελεγμένες και τεκμηριωμένες απαντήσεις στα ερωτήματα που θέτουμε. Είναι ό,τι πιο αξιόπιστο διαθέτουμε. Εντούτοις, η επιστήμη δεν είναι μονολιθική ούτε εκφράζεται μονολιθικά. Οι επιστήμονες διαφωνούν συχνά μεταξύ τους (λιγότερο στις φυσικές απ’ όσο στις κοινωνικές επιστήμες) ενώ οι ίδιες οι επιστημονικές απόψεις τροποποιούνται ή ανατρέπονται. Oταν επικαλούμαστε την επιστήμη, επικαλούμαστε ένα consensus που διαμορφώνεται με βάση ερευνητικά ευρήματα που αποδέχονται τα σοβαρά επιστημονικά περιοδικά με τους κριτές τους.

Πολλοί πιστεύουν ότι ο κόσμος μάς παραδίδεται «επιπλωμένος», δηλαδή διαθέτοντας ήδη τα διάφορα όντα σε κατηγορίες. Για να τον γνωρίσουμε δεν έχουμε παρά να τον ανακαλύψουμε «φωτογραφίζοντάς» τον. Την καλύτερη φωτογραφία, την πιο πιστή, την περιμένουμε από την επιστήμη. Περιμένουμε δηλαδή να αποτυπώσει πώς είναι ο κόσμος και να μας το πει. Αυτή η αντίληψη υπέστη κριτική από το τέλος της δεκαετίας του 1950 επειδή, μεταξύ άλλων, μπορεί τα αισθητηριακά ερεθίσματα να είναι κοινά (π.χ., η μορφή λαγός-πάπια) και εντούτοις να τα αντιλαμβανόμαστε διαφορετικά χωρίς να κάνουμε λάθος (κάποιοι να βλέπουν λαγό και κάποιοι πάπια). Επίσης, αμφισβητήθηκε κατά πόσον οι επιστημονικές θεωρίες που σήμερα δεχόμαστε αποτυπώνουν πράγματι το πώς είναι ο κόσμος, δεδομένου ότι στο παρελθόν θεωρίες που αποδείχθηκαν εντέλει ψευδείς γίνονταν δεκτές με ανάλογη προς το σήμερα βεβαιότητα από σπουδαίους και όχι αφελείς ή ανώριμους επιστήμονες. Εκκινώντας από τέτοιες εύλογες σκέψεις, η αντίληψη ότι ο κόσμος είναι ανεξάρτητος από εμάς και η επιστήμη μάς λέει πώς είναι, κλονίστηκε και ενισχύθηκαν οι λεγόμενες κατασκευασιοκρατικές προσεγγίσεις, δηλαδή αντιλήψεις που λένε, σε αδρές γραμμές, ότι τον κόσμο δεν τον ανακαλύπτουμε αλλά τον κατασκευάζουμε. Το «κατασκευάζουμε» κατανοήθηκε είτε ήπια, με την έννοια ότι οργανώνουμε σε κατηγορίες ήδη δεδομένες οντότητες, είτε ακραία, με την έννοια ότι ο κόσμος με τις οντότητες που τον αποτελούν είναι δική μας κατά κάποιον τρόπο παραγωγή.

Σε αυτό το κλίμα, οντότητες όχι μόνο των κοινωνικών επιστημών, όπως λαός ή έθνος, αλλά και των φυσικών επιστημών θεωρήθηκαν κοινωνικές κατασκευές. Μεταξύ των οντοτήτων αυτών ήταν όχι μόνο το κοινωνικό φύλο (gender) αλλά και το βιολογικό φύλο (sex). Λέει π.χ., η Μπάτλερ: «To βιολογικό φύλο δεν είναι ένα σωματικό δεδομένο στο οποίο επιβάλλεται τεχνητά η κατασκευή του κοινωνικού φύλου, αλλά μία πολιτισμική νόρμα που διέπει την υλικοποίηση των σωμάτων». Και η Χαραγουέι: «Το σώμα δεν είναι παρά μια λευκή σελίδα για κοινωνικές εγγραφές συμπεριλαμβανομένης αυτής του βιολογικού λόγου». Πολιτικά η κατασκευασιοκρατία θεωρήθηκε προοδευτική θέση επειδή παρουσίαζε το υποκείμενο ως ενεργό ενώ η θέση ότι η βιολογία, π.χ., ανακαλύπτει αντικειμενικά γεγονότα θεωρήθηκε συντηρητική έως αντιδραστική, διότι μπορεί να εκβάλει στον βιολογικό ντετερμινισμό που καθιστά το υποκείμενο παθητικό αποδέκτη προϋπαρχόντων βιολογικών προσδιορισμών.

Δεν έπεται λογικά ότι τα φύλα είναι περισσότερα των δύο επειδή υπάρχουν άτομα που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες αρσενικού – θηλυκού.

Σε αυτήν τη λογική, οι προοδευτικοί κατασκευασιοκράτες αμφισβήτησαν ότι αποτελεί αντικειμενικό γεγονός ότι τα φύλα είναι δύο. Ετσι, η βούληση των υποκειμένων να δηλώνουν το φύλο που θέλουν να έχουν μπορεί να κάμψει αυτό που οι «αντιδραστικοί» αναγνωρίζουν ως φυσικό και αντικειμενικό. Παραδόξως, όμως, στην αντιμαχία τους με όσους υποστηρίζουν τη δυαδικότητα του φύλου, αυτοαναιρούνται. Λένε, π.χ., ότι η σύγχρονη επιστήμη της βιολογίας δέχεται τη ρευστότητα και την πολλαπλότητα του φύλου. Δεν είναι σαν να λένε ότι αυτό ισχύει αντικειμενικά και δεν είναι δική μας κατασκευή; Διότι αν λένε ότι η ρευστότητα είναι κι αυτή μια κατασκευή δεν έχει κανένα επιπλέον κύρος από τη θέση ότι δεν υπάρχει ρευστότητα στο βιολογικό φύλο. Θα πρέπει μετά να εξετάζουμε ποιος κατασκευάζει καλύτερα. Επιπλέον, στηρίζουν τη θέση περί πολλαπλότητας των φύλων στο ότι στη φύση βρίσκουμε, π.χ., εκτός από αρσενικά και θηλυκά, και διαφυλικά άτομα. Ομως, το ότι υπάρχουν διαφυλικά άτομα δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι τα φύλα είναι περισσότερα των δύο διότι θα μπορούσαν αυτά τα άτομα, δεδομένου ότι είναι λίγα συγκριτικά, να θεωρούνται εξαιρέσεις ή παθογένειες όπως γινόταν για πολλά χρόνια. Δεν λέω ότι έτσι πρέπει να θεωρούνται. Λέω ότι δεν έπεται λογικά ότι τα φύλα είναι περισσότερα των δύο επειδή υπάρχουν άτομα που δεν εμπίπτουν στις κατηγορίες αρσενικού – θηλυκού. Αλλωστε ήδη επισήμως αναφέρονται ως «άτυπες» περιπτώσεις ή «διαταραχές». Αυτό σημαίνει ότι ήδη αξιολογούνται ως προς μια κυρίαρχη νόρμα. Αυτό δεν το αρνούνται ούτε όσοι υποστηρίζουν τη δυαδικότητα του φύλου. Λένε ναι, τα φύλα είναι δύο και υπάρχουν εξαιρέσεις. Το πώς θα αντιμετωπίσουμε τις εξαιρέσεις αυτές ηθικά και πολιτικά είναι άλλο ζήτημα. Δεν υπαγορεύει η «φύση», όποια κι αν είναι, τι πρέπει να κάνουμε. Εχουμε φύγει από τον φυσικό νόμο εδώ και αιώνες. Είτε μιλήσουμε για εξαιρέσεις είτε για πολλαπλό φύλο, οφείλουμε να αποδίδουμε και να σεβόμαστε τα δικαιώματα όλων. Η επιλογή των λέξεων έχει βεβαίως σημασία. Οπως ξέρουμε, υπάρχουν οι λεγόμενες «μεστές έννοιες» (thick concepts), δηλαδή έννοιες οι οποίες νομίζουμε ότι είναι καθαρά περιγραφικές ενώ περιέχουν υπόρρητες αξιολογικές κρίσεις. Τέτοιες είναι οι έννοιες «διαταραχή», «άτυπο», «εξαίρεση» που υποδηλώνουν ήδη στη βιολογία ότι οι περιπτώσεις, π.χ., των διαφυλικών ατόμων αντιμετωπίζονται ως δευτερεύουσες (και αυτή μεστή έννοια). Αυτό δεν σημαίνει ότι πολιτικά ή ηθικά πρέπει να αποδίδουμε στους πολίτες αυτούς δευτερεύον status. Μπορεί να σημαίνει, όμως, ότι πρέπει να σταθμιστεί εάν πρέπει να βρούμε χώρο και πόρους ώστε να φτιαχτούν παντού τρίτες τουαλέτες για το 0,1%-2% του πληθυσμού αντί μόνο των ανδρών-γυναικών ή να καταργήσουμε εντελώς τη διάκριση, δημιουργώντας δυσφορία στο 50% του πληθυσμού (δηλαδή στις γυναίκες) που πρέπει να μοιράζονται τον ευαίσθητο αυτόν χώρο με τους άνδρες.

Το θέμα είναι πολύ σύνθετο και έχει πολλές άλλες πλευρές, που δεν μπορώ να θίξω στο παρόν κείμενο. Αξιολογώ εδώ αναφορές στην επιστήμη και ορισμένα από τα επιχειρήματα που διατυπώνονται.

Η κ. Βάσω Κιντή είναι ομότιμη καθηγήτρια Φιλοσοφίας της Επιστήμης στο ΕΚΠΑ.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT