Το θεσμικό έλλειμμα

3' 15" χρόνος ανάγνωσης

Ενας σημαντικός παράγοντας επιτυχίας των συγκεντρώσεων της περασμένης Κυριακής είναι πως οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τους θεσμούς. Οχι μόνον οι πολίτες που «αντιπολιτεύονται» την κυβέρνηση, αλλά πολύ περισσότεροι. Σύμφωνα με την ετήσια σχετική έρευνα της Public Issue, οι Ελληνες εμπιστεύονται μόνο την Πυροσβεστική και τις Ενοπλες Δυνάμεις. Οσο θετικό και αν είναι αυτό δεν παύει να αποτελεί παράδοξο, γιατί οι κυριότεροι θεσμοί σε μια φιλελεύθερη δημοκρατία είναι η Βουλή, η κυβέρνηση και η Δικαιοσύνη. Αλλά οι οκτώ στους δέκα πολίτες δεν εμπιστεύονται τη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία, και οι επτά στους δέκα ούτε τη δικαστική. Ο μοναδικός θεσμός που βρίσκεται σε χειρότερη θέση είναι τα κόμματα, δηλαδή η αντιπολίτευση. Οι πολίτες δεν εμπιστεύονται ούτε καν την Προεδρία της Δημοκρατίας.

Για τα ζητήματα αυτά γράφω εδώ και πολλά χρόνια σε επιστημονικά κείμενα, αλλά και επιφυλλίδες. Εδώ και καιρό, λοιπόν, έχω επισημάνει πως το πρόβλημα της Ελλάδας ήταν και είναι θεσμικό. Ακόμη και η κρίση ήταν κρίση θεσμικού ελλείμματος. Τα δημοσιονομικά ελλείμματα ήταν απλώς τα συμπτώματα. Ας μην κάνουμε το λάθος να θεωρούμε πως η ανακούφιση των συμπτωμάτων έχει και θεραπευτικό χαρακτήρα. Η θεσμική ατροφία παραμένει και οι πολίτες το αντιλαμβάνονται, το αντιμετωπίζουν στην καθημερινότητά τους, το θεωρούν τόσο δεδομένο που προσαρμόζουν ανάλογα τη συμπεριφορά τους.

Ετσι, η καχυποψία απέναντι στους θεσμούς δεν αποτελεί πρόσφατη εξέλιξη, δεν είναι το αποτέλεσμα της συγκυρίας. Αν δείτε διαχρονικά τους δείκτες, θα διαπιστώσετε ότι η πτωτική τάση ήταν σχεδόν σταθερή, όμως τα τελευταία χρόνια, ιδίως από το 2010 και μετά, παρατηρούμε την καταβαράθρωση, κυρίως των δημοκρατικών θεσμών. Αν μελετήσουμε το σύνολο των ερευνών, αλλά κυρίως των πραγματικών επιλογών των πολιτών στις εκλογές και στην καθημερινότητα, θα διαπιστώσουμε πως υπάρχει μια σαφέστατη τάση απονομιμοποίησης της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Οι πολίτες δεν εμπιστεύονται βασικούς θεσμούς της και είναι έτοιμοι να στραφούν σε αντισυστημικά κόμματα, κυρίως της άκρας Δεξιάς. Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό, παρατηρείται παντού. Στην Ευρώπη η φιλελεύθερη δημοκρατία χάνει συστηματικά τις μάχες, ενώ στις ΗΠΑ οι διακηρυγμένοι εχθροί της ελέγχουν πλέον τους αρμούς της εξουσίας.

Στην Ελλάδα, το τελικό χτύπημα φαίνεται να έδωσε το δυστύχημα των Τεμπών ή, μάλλον, ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε από τους πολιτικούς θεσμούς που οι Ελληνες δεν εμπιστεύονται (κυβέρνηση, Βουλή). Σε παρόμοιες περιπτώσεις, η ορθή στρατηγική για τους φορείς των θεσμών είναι μονόδρομος: απόλυτη διαφάνεια, ενσυναίσθηση, εγρήγορση, αποτελεσματικότητα. Είναι προφανές πως αυτός ο μονόδρομος δεν ακολουθήθηκε, ο ίδιος ο πρωθυπουργός το παραδέχτηκε.

Αλλά και η ∆ικαιοσύνη απέτυχε να κερδίσει την εμπιστοσύνη των πολιτών σε μια πολύ κρίσιμη συγκυρία. Στην ελληνική Δικαιοσύνη υπάρχουν προβλήματα δομικά, που την εμποδίζουν να δράσει πραγματικά ανεξάρτητα. Αλλά και καθαρά πρακτικά, καθημερινότητας. Οσοι γνωρίζουν πώς εργάζονται οι φιλότιμοι δικαστές γνωρίζουν επίσης ότι δεν έχουν στη διάθεσή τους κανέναν πόρο. Εκτός από τις αξιοπρεπείς αμοιβές, δεν διαθέτουν τίποτε από όσα θεωρούν δεδομένα οι συνάδελφοί τους σε άλλες χώρες. Δεν έχουν καν γραμματειακή υποστήριξη· οι δικαστικοί υπάλληλοι έχουν καθαρώς διοικητικά καθήκοντα, που φροντίζουν να περιχαρακώνουν. Οι δικαστές υφίστανται μεγάλη πίεση να αυξήσουν τον ρυθμό της εργασίας τους, αλλά η δικαστική απόφαση δεν μπορεί να είναι φασόν, η ποιότητά της έχει πολύ μεγαλύτερη σημασία από την ταχύτητα. Η πολιτεία πρέπει να αντιληφθεί ότι η αύξηση της αποτελεσματικότητας των δικαστών δεν μπορεί να προκύψει από το ξεζούμισμα, αλλά μόνο από την ενίσχυσή τους.

Δομικά και συγκυριακά προβλήματα οδηγούν ταυτόχρονα σε θεσμική υστέρηση. Είτε αυτή είναι αποτέλεσμα πολιτικού υπολογισμού είτε πραγματικών περιορισμών, το σίγουρο είναι πως η έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς, και μάλιστα σε αυτή τη διεθνή συγκυρία, είναι τρομακτικά επικίνδυνη.

Η κυβέρνηση, η Βουλή, η ηγεσία της Δικαιοσύνης πρέπει να κάνουν το καθήκον τους αντιλαμβανόμενοι τον ιστορικό ρόλο τους. Οχι με καιροσκοπισμό, όχι με πολιτική μυωπία, όχι με νομικό φορμαλισμό. Εχουν καθήκον να πείσουν τους πολίτες ότι οι θεσμοί λειτουργούν. Γιατί εκτός από το κράτος δικαίου δεν έχουμε καμία άλλη εναλλακτική. Αν θέλουμε, βέβαια, να παραμείνουμε Δημοκρατία.

Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών, διευθυντής του Εργαστηρίου Πολιτικής και Θεσμικής Θεωρίας και Ιστορίας των Ιδεών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT