Υπάρχει κανείς που να αμφισβητεί στα σοβαρά πως ο χαιρετισμός του Eλον Μασκ στο πλαίσιο της ορκωμοσίας του Ντόναλντ Τραμπ ως 47ου προέδρου των ΗΠΑ ήταν το «saluto romano»; Η Αμερικανίδα ιστορικός Ρουθ Μπεν Γκιατ, ειδική πάνω στον ιταλικό φασισμό, είναι ξεκάθαρη: Ο Μασκ υιοθέτησε τον χαιρετισμό που εισήγαγε ο Μπενίτο Μουσολίνι τη δεκαετία του ’20 και τον οποίο μιμήθηκαν ο Χίτλερ και οι ναζί μερικά χρόνια μετά, όπως και οι νοσταλγοί τους στα μεταπολεμικά χρόνια. Και ενώ ο ίδιος ο μεγιστάνας κατηγόρησε όλους όσοι εξέφρασαν τον αποτροπιασμό τους πως «έχουν κουράσει με το Χίτλερ», έχει ανάψει η συζήτηση για το κατά πόσον οι ιστορικές αναλογίες φωτίζουν τα γεγονότα του παρόντος ή συσκοτίζουν την οπτική μας.
Oταν πρωτοεξελέγη ο Τραμπ πριν από περίπου δέκα χρόνια, το 2016, η τότε επικεφαλής του τμήματος βιβλίων των New York Times, Μιτσίκο Κακουτάνι, θα έκανε στο πλαίσιο της βιβλιοκρισίας μιας νέας βιογραφίας του Χίτλερ μια αλληγορική αναφορά σ’ έναν «κλόουν» και «ανόητο», έναν εγωμανή παθολογικό ψεύτη με το χάρισμα να αναγνωρίζει και να εκμεταλλεύεται την αδυναμία των άλλων. Το κλείσιμο του ματιού στο τώρα ήταν σαφές. Την ίδια εποχή, ο συντηρητικός σχολιαστής Ρόμπερτ Κέιγκαν θα έγραφε στην Washington Post: «Eτσι έρχεται ο φασισμός στην Αμερική. Oχι με μπότες και υψωμένα χέρια, αλλά με έναν τηλεοπτικό τσαρλατάνο»· τσαρλατάνοι άλλωστε αποκαλούνταν συχνά-πυκνά, πέρα από τον Τραμπ, και οι Μπόρις Τζόνσον, Ζαΐρ Μπολσονάρο και Σίλβιο Μπερλουσκόνι.
Στο μεταξύ, ο κόσμος θα συνήθιζε στα ατοπήματα του Τραμπ, που μεταξύ πολλών άλλων αρεσκόταν να κατηγορεί τους ξένους και τις πλέον περιφρονημένες μειονότητες για την «εθνική παρακμή» των ΗΠΑ. Πολύ περισσότερο όμως και από την ανοιχτά ρατσιστική ρητορική του σε σχέση με τη διαφορετικότητα, τους πιο αδύναμους και τους μετανάστες, εκείνο που σόκαρε την υφήλιο ήταν η σκληρή περιφρόνησή του προς τους θεσμούς όταν αρνήθηκε να παραδώσει την εξουσία στις 6 Ιανουαρίου 2021 – μια στιγμή χωρίς επιστροφή. Αφιονισμένα πλήθη έσπαζαν τα φράγματα ασφαλείας και τους αστυνομικούς κλοιούς και εισέβαλλαν στο Καπιτώλιο, υπό τις ευλογίες του. Πολλοί είδαν στην ευθεία αμφισβήτηση μιας δημοκρατικά εκλεγμένης κυβέρνησης όχι απλώς μια επίδειξη αντισυστημικής δύναμης, αλλά την επανάληψη της πορείας προς τη Ρώμη από τους φασίστες το 1922. Και ας ήταν παρδαλοί οι Αμερικανοί διαδηλωτές, με κόκκινα και πορτοκαλί καπέλα μπέιζμπολ, και με προβιές και κέρατα, σε αντίθεση με τη στρατιωτικού τύπου ομοιομορφία των Ιταλών μελανοχιτώνων. Μοιράζονταν με τον ορίτζιναλ φασισμό την εμμονή με τη «δράση», τη βίαιη ρήξη, την περιφρόνηση των δημοκρατικών κανόνων, την πριμοδότηση των εκρηκτικών συναισθημάτων, έναντι των ιδεών.
Η στοίχιση των μεγιστάνων, όπως ο Μασκ, πίσω από τον Τραμπ θυμίζει τη μαζική προσχώρηση των Ιταλών και των Γερμανών βιομηχάνων στο πλευρό των ανερχόμενων φασιστικών καθεστώτων του Μεσοπολέμου.
Και όμως, ούτε αυτά τα στοιχεία στάθηκαν από μόνα τους ικανά για να χαρακτηρίσουν τον Τραμπ φασίστα. Πλήθος πολιτικών επιστημόνων πρόταξαν την εννοιολογική καθαρότητα, επιμένοντας πως πρόκειται για διαφορετικά φαινόμενα και εντελώς ξεχωριστά συγκείμενα. Ο όρος «λαϊκιστής» ήταν αυτός που θα χρησιμοποιούνταν κατά κόρον για να τον χαρακτηρίσει. Διαφωνώντας με την υποτιθέμενη καταχρηστική ρήση των ιστορικών αναλογιών, πολλοί θυμίζουν ότι ο Τραμπ και οι φίλοι του θέλουν να υποτάξουν τα συμφέροντα των πολλών σε αυτά των λίγων και των πλουσίων, ενώ ο φασισμός ενίσχυε το κράτος και υπέτασσε τα συμφέροντα των ατόμων σε αυτά της κοινότητας. Η στοίχιση των Αμερικανών μεγιστάνων Ζούκερμπεργκ, Μπέζος, Πιτσάι και Μασκ πίσω από τον Τραμπ, ωστόσο, θυμίζει σε πολλά τη μαζική προσχώρηση των Ιταλών και των Γερμανών βιομηχάνων στο πλευρό των ανερχόμενων φασιστικών καθεστώτων του Μεσοπολέμου. Οπως έγραψε ο ιστορικός Στρατής Μπουρνάζος, οι εικόνες από την ορκωμοσία Τραμπ του έφεραν στον νου την «Ημερήσια διάταξη» του Γάλλου συγγραφέα Ερίκ Βυϊγιάρ, κοινώς μια ρεαλιστική αποτύπωση της περίφημης μυστικής σύσκεψης του ουσιαστικού εναγκαλισμού είκοσι τεσσάρων βαρώνων της γερμανικής βιομηχανίας με υψηλόβαθμους αξιωματούχους του ναζιστικού καθεστώτος το 1933. H περίφημη Tech Right της Σίλικον Βάλεϊ, η οποία υιοθετεί πλέον ξεκάθαρα αυταρχικές ιδέες και πρακτικές, υποσκάπτοντας ανοιχτά τη λειτουργία της δημοκρατίας, δεν απέχει πολύ από εκείνη την εποχή – αν και ίσως προσομοιάζει ακόμη περισσότερο με τους μεγαλοβιομηχάνους στα τέλη του 19ου αιώνα, που μέσα στον πυρετό της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης δεν υπόκειντο σε κανενός είδους όριο ή έλεγχο.
Σήμερα, πλέον, στη δεύτερη ορκωμοσία του, ο Τραμπ χρησιμοποίησε ανερυθρίαστα την έννοια του ζωτικού χώρου σε σχέση με τη Γροιλανδία, κοινώς υιοθετώντας την επαναχάραξη των συνόρων κατά βούληση. Ο νόμος του ισχυρότερου και η ατόφια αποτύπωση του ναζιστικού Lebensraum, σε απευθείας τηλεοπτική μετάδοση. Ακόμη και ο μεγάλος Αμερικανός θεωρητικός του φασισμού, Ρόμπερτ Πάξτον, από τους πιονέρους της ιστοριογραφίας σχετικά με το καθεστώς Βισί στη Γαλλία, που πριν από λίγα μόλις χρόνια είχε συστήσει αυτοσυγκράτηση στην πληθωριστική χρήση του όρου ως «τοξικού», είναι πλέον απόλυτος: Αυτό που βλέπουμε να εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας είναι φασισμός. Με άλλα μέσα, διαφορετική εμφάνιση, νέα στοχοθεσία – αλλά φασισμός. Και μάλλον έχει δίκιο.
*Ο κ. Κωστής Κορνέτης είναι επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης.

