Είχα καιρό να δω το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το πέτυχα σε stories. Κάτι φίλοι έβγαζαν φωτογραφία το χιόνι στα διαλείμματα από την έρευνα ή το μάθημά τους. Μου προξένησε μία απίστευτα δυσάρεστη εντύπωση. Δεν το θυμόμουν κανένα παλάτι, αλλά δεν θυμόμουν κι αυτό το αίσχος τσιμέντου, βρομιάς και εγκατάλειψης. Οπως έχω ξαναπεί πολλές φορές, θεωρώ προβληματική και προσβλητική τη συζήτηση για «τη γουόκ ατζέντα» στο ελληνικό πανεπιστήμιο. Το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει άπειρα, σοβαρά, αληθινά προβλήματα. Ας επανέλθουμε σ αυτά.
Οι καθηγητές και οι καθηγήτριες τελούν σε μία εντελώς προβληματική ασυλία. Δεν χρειάζεται ν’ ανησυχούν εάν σου αρέσει το μάθημά τους ή εάν την παλεύουν γενικώς. Μπορούν να μπαίνουν μέσα στην αίθουσα και να κοιμούνται. Αμα έχουν τις σωστές διασυνδέσεις, κανείς δεν πρόκειται να τους κάνει τίποτα. Εάν, από την άλλη, υπάρχουν καθηγητές που λάμπουν στο μάθημα και που γίνονται χαλί να τους πατήσουν οι φοιτητές, δεν υπάρχει τρόπος να επιβραβευθούν. Φυσικά, το ότι οι φοιτητές τους συμπαθούν και τους κοιτάζουν με λατρεία είναι μια τεράστια επιβράβευση, αλλά όχι υλική.
Εάν η ύλη σ’ ένα μάθημα είναι του προηγούμενου αιώνα, κανένα πρόβλημα. Δεν θα πειραχτεί αυτή η ύλη, εφόσον αποτελούσε κάποτε το αντικείμενο έρευνας και μελέτης κάποιου ανθρώπου που έχει την εξουσία να επιβάλλεται στα πράγματα. Ετσι, βλέπεις στα διάφορα προγράμματα σπουδών «κουφά» μαθήματα, που λες, οκέι, γιατί; Ή συναντάς διδακτορικούς φοιτητές μ’ ένα αντικείμενο έρευνας που ηχεί σαν προσωπική παραξενιά. Και είναι! Δεν συνδέεται κάπως με τις ανάγκες της αγοράς και της κοινωνίας, με τα ρεύματα σκέψης και τις διεθνείς συζητήσεις. Είναι βίτσιο! Σκεφτείτε τώρα τι έχει να γίνει με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια.
Οι άνθρωποι με φρέσκες, ζωηρές ιδέες θα γίνονται ελκυστικό διδακτικό προσωπικό για τους ιδιώτες. Οι ιδιώτες θα προσπαθούν να προσελκύουν νέους, ενδιαφέροντες καθηγητές και καθηγήτριες, για να προσφέρουν στους φοιτητές-πελάτες τους μια υπηρεσία που αξίζει ν’ αγοραστεί.
Φυσικά στην Ελλάδα, στο πλαίσιο της γενικής ασυδοσίας των εταιρειών και της προβληματικής λειτουργίας των ελεγκτικών μηχανισμών, έχουμε διδαχθεί ακόμα και από ιδιωτικές υπηρεσίες που τις πληρώνουμε ακριβότερα από τους άλλους Ευρωπαίους, με χρήματα ή την προσοχή μας, να μην περιμένουμε πολλά πράγματα! (Δείτε πώς είναι αρκετές «ενημερωτικές» ιστοσελίδες, οι τράπαζές μας, οι πάροχοι Ιντερνετ, το σούπερ μάρκετ). Αλλά και πάλι, ειδικά στην αρχή, ο ιδιωτικός τομέας θα προσελκύει ταλέντα που θα έχουν εξουθενωθεί από τους «δεινοσαύρους» και από τη φτώχεια στο δημόσιο πανεπιστήμιο και θα θέλουν να διδάξουν με όρεξη σύγχρονα θέματα σ’ ένα περιβάλλον που τους σέβεται και το δείχνει με υλικό τρόπο.
Οι άνθρωποι που εργάζονται στο δημόσιο πανεπιστήμιο αμείβονται πολύ λίγο. Η αλήθεια είναι πως για κάποιους είναι πάρα πολλά, γιατί δεν αξίζουν τον μισθό τους και σε οποιαδήποτε σοβαρή δουλειά θα είχαν πάρει πόδι. Είναι αυτοί που δεν ξέρουν να απαντήσουν μισό μέιλ, που έχουν ύφος τελετάρχη ή μυημένου και που είναι ατάλαντοι στη διδασκαλία – μπορεί να χάσουν και κανένα γραπτό. Δεν τους βρίσκεις, σου μιλάνε με αγένεια και η τελευταία φορά που διάβασαν ολόκληρο βιβλίο, αντί για abstract, ήταν πέρσι.
Για άλλους ο μισθός είναι πολύ χαμηλός, γιατί βάζουν μέσα στη διδασκαλία και τη συγγραφή όλη την ψυχή τους. Είναι διαρκώς διαθέσιμοι στους φοιτητές, απαντούν δεκάδες μηνύματα την ώρα, διαβάζουν σαν τέρατα, ενημερώνονται καθημερινά και κάνουν ένα απολαυστικό μάθημα. Βλέπετε κάποια αδικία εδώ;
Δεν υπάρχει τρόπος, όμως, πραγματικά να κακιώσεις μ’ όσους αντιμετωπίζουν το πανεπιστήμιο σαν πάρεργο και απευθύνονται στους φοιτητές με γνήσια μισανθρωπίλα. Συνήθως οι ίδιοι άνθρωποι κάνουν κι άλλες δουλειές, κι αυτό είναι λογικό, γιατί δεν γίνεται να πλουτίσουν από τη διδασκαλία. Η βασική χαρά που αντλούν από την παρουσία τους στο πανεπιστήμιο είναι η άσκηση εξουσίας. Ε, δεν θα την εγκαταλείψουν έτσι εύκολα. Υπάρχει ο σοβαρός κίνδυνος, όμως, με την ίδρυση ιδιωτικών σχολών να μείνουν στα δημόσια μόνο οι «δεινόσαυροι» και οι ατάλαντοι που δεν θα έβρισκαν ωφέλιμη εργασία αλλού.
Φυσικά, μπορεί να αναρωτηθεί κανείς τι χρειάζεται μία χώρα τη ζωηρή διανοητική ζωή, τα αξιόπιστα κέντρα έρευνας, μελέτης, τεκμηρίωσης, την προσέλκυση διεθνών φοιτητών; Θα έλεγα πως όλ’ αυτά χρειάζονται για να μη μαραζώσει.
Αλλά και για να υπάρχουν χώροι ελευθερίας και αλήθειας, κοινότητες γνώσης και σκέψης σ’ έναν ολοένα πιο περίπλοκο και λιγότερο αληθοφανή κόσμο. Τι είναι οι μεγάλες πόλεις χωρίς τα ιστορικά πανεπιστήμιά τους; Αν θέλουμε να δούμε το σημείο όπου η Ευρώπη πραγματικά μαραζώνει, αρκεί να στρέψουμε το βλέμμα σε ιστορικά σημαντικές σχολές και εκπαιδευτικά Ιδρύματα.

