Από τις δηλώσεις του Κώστα Σημίτη που έμειναν στην Ιστορία είναι το ξέσπασμα «Αυτή είναι η Ελλάδα!», που ειπώθηκε στη Βουλή λίγες ημέρες μετά το ναυάγιο του «Εξπρές Σάμινα» στην Πάρο, με την απώλεια 81 ανθρώπων, στις 26 Σεπτεμβρίου 2000. Για κάποιους, αυτή ήταν έκφραση εθνικής αυτογνωσίας. Αλλοι επέλεξαν να τη δουν ως σημάδι αδιαφορίας και απόρριψης κυβερνητικών ευθυνών, μια ερμηνεία που ακούστηκε πάλι τις τελευταίες ημέρες. Σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, μετά τον θάνατο του ανθρώπου που κυβέρνησε την Ελλάδα για οκτώ χρόνια, αξίζει να εξετάσουμε τη δήλωση-ορόσημο μέσα στο ιστορικό της πλαίσιο και στην πορεία της στον χρόνο.
Στη συνεδρίαση της Βουλής την 4η Οκτωβρίου 2000, ο πρωθυπουργός κλήθηκε να απαντήσει στις επίκαιρες ερωτήσεις των αρχηγών των κομμάτων της αντιπολίτευσης, που επέρριπταν ευθύνες στην κυβέρνηση για το πολύνεκρο ναυάγιο. Στη διάρκεια της συζήτησης, ο Σημίτης απαρίθμησε τις αδυναμίες της ακτοπλοΐας και τα μέτρα που η κυβέρνησή του είχε αρχίσει να εφαρμόζει για τη βελτίωση της κατάστασης. Αυτό το πρόβλημα, σημείωσε, δεν ήταν το μόνο που αντιμετώπιζε μια χώρα που καθυστερούσε να εκσυγχρονισθεί. «Ενέσκηψε πρόβλημα της ελληνικής ακτοπλοΐας ξαφνικά; Οχι. Υπάρχει χρόνια, υπάρχει δεκαετίες. Η Ελλάδα ήταν πάντα πολύ πίσω. Οπως δεν έχουμε αυτοκινητόδρομους, όπως δεν έχουμε σιδηρόδρομους, όπως σε πολλούς τομείς είμαστε πίσω, έτσι και στην ακτοπλοΐα είμαστε πίσω. Μην κάνουμε τους έκπληκτους όταν ανακαλύπτουμε ξαφνικά ποια είναι η Ελλάδα. Αυτή είναι η Ελλάδα! Και η Ελλάδα η δική σας και η Ελλάδα των άλλων, η Ελλάδα όλων!» είπε. Ως απάντηση, ξεσηκώθηκε «θόρυβος από την πτέρυγα της Νέας Δημοκρατίας», όπως σημειώνουν τα πρακτικά της Βουλής. Κλείνοντας, ο Σημίτης προκάλεσε τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αναλάβουν κι αυτά μερίδιο ευθύνης σε μια εθνική προσπάθεια βελτίωσης της κατάστασης. «Και αν έχετε ευθύνη και εσείς που κάνατε τον έλεγχο, έχετε ευθύνη να επισημάνετε στην ελληνική κοινωνία ότι όλοι, από την κυβέρνηση μέχρι τον τελευταίο ναύτη, έχουν υποχρέωση να εξυπηρετούν τον πολίτη. Κανένας δεν έχει υποχρέωση να στέκεται μακριά και να λέει “οι απάνω μόνο ευθύνονται”. Ευθυνόμαστε όλοι. Και βεβαίως εμείς ευθυνόμαστε περισσότερο και το δέχομαι», είπε ο πρωθυπουργός. «Και επειδή τη συναισθανόμαστε αυτήν την ευθύνη, γι’ αυτό θα δουλέψουμε να αλλάξουμε τα πράγματα. Γιατί πραγματικά θέλουμε την Ελλάδα ψηλά, την Ελλάδα ανεπτυγμένη χώρα».
Εάν οι προτροπές του Σημίτη στη Βουλή είχαν πιάσει τόπο, οι επιτυχίες θα μπορούσαν να είναι περισσότερες, τα επιτεύγματα λιγότερο εύθραυστα.
Και η Ελλάδα άλλαξε στη διάρκεια της θητείας Σημίτη και στα χρόνια που ακολούθησαν, βελτιώνοντας ριζικά το οδικό δίκτυο, αποκτώντας μεγάλα έργα υποδομών, επιτυγχάνοντας πρωτόγνωρη ευημερία σε ατομικό και εθνικό επίπεδο, μπαίνοντας στον στενό πυρήνα της Ε.Ε., φιλοξενώντας άψογους Ολυμπιακούς Αγώνες, μεταξύ άλλων. Κι όμως, οι επιτυχίες θα μπορούσαν να είναι περισσότερες, τα επιτεύγματα λιγότερο εύθραυστα, εάν οι προτροπές του Σημίτη εκείνη τη φορτισμένη ημέρα στη Βουλή είχαν πιάσει τόπο – εάν όλοι έβλεπαν με ψυχραιμία και υπευθυνότητα τις αδυναμίες της χώρας, από τα μεγάλα ζητήματα έως τα μικρά, και αν όλοι θεωρούσαν προσωπική τους υπόθεση τη βελτίωσή τους. Η τραγωδία των Τεμπών υπογράμμισε πάλι ότι «από την κυβέρνηση μέχρι τον τελευταίο ναύτη» (ή «τον τελευταίο υπάλληλο του σιδηροδρόμου»), η αλυσίδα της ευθύνης και της συνέπειας δεν είναι αυτονόητη. Και στα χρόνια της ευημερίας (που κατέληξαν σε θλιβερή σπατάλη και αβάσταχτο χρέος), και μετά τα οδυνηρά μαθήματα της κρίσης, οι αδυναμίες του συστήματος παρέμειναν αλώβητες, κυρίαρχες, απειλώντας ανά πάσα στιγμή να βυθίσουν τη χώρα σε πένθος.
Το «Αυτή είναι η Ελλάδα!» δεν ήταν απόρριψη ευθυνών. Ηταν σήμα κινδύνου και κάλεσμα για επαγρύπνηση και ανάπτυξη.

