Υπήρξαν μετριοπαθείς ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας που το 1996 έκαναν το αδιανόητο. Ψήφισαν ΠΑΣΟΚ. Στην ουσία, ψήφισαν Σημίτη (και αναγκαστικά ΠΑΣΟΚ) έπειτα από χρόνια γαλάζιου και πράσινου διχασμού. Μήπως αυτό ήταν η αρχή του τέλους της Μεταπολίτευσης; Μήπως ήταν ένα φαινόμενο ενσωμάτωσης ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων με δέλεαρ το αίτημα του εκσυγχρονισμού;
Σε κάθε περίπτωση, ο Κώστας Σημίτης «εξημέρωσε» τους Ελληνες. Μπορεί να ήταν η χρονική συγκυρία, μπορεί να ήταν η δική του προσωπικότητα, μπορεί να ήταν η γενικευμένη κόπωση από τις κοκορομαχίες, τις μηχανορραφίες, τον λαϊκισμό, το γενικό αδιέξοδο μιας κοινωνίας σε μια Ευρώπη που είχε συθέμελα αλλάξει μετά το 1989. Θυμάμαι το άρθρο της «Λε Μοντ» με τίτλο: «Καλωσορίσατε, κύριε Σημίτη». Αν σκεφτεί κανείς τι είχε προηγηθεί στην Ελλάδα μετά το 1988, τον Κοσκωτά, τις τρεις εκλογές για να έχουμε αυτοδυναμία Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, την Πολιτική Ανοιξη, την επάνοδο του Ανδρέα και τόσα ακόμη, η προοπτική ενός νηφάλιου, πραγματιστή και Ευρωπαίου πρωθυπουργού φάνταζε σχεδόν εξωπραγματική όσο και αναγκαία.
Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε από τους ελάχιστους του ελληνικού δημόσιου βίου με τέτοιο προσωπικό πολιτισμό. Ηταν παρών, με τη σύζυγό του Δάφνη, με απλότητα και διακριτικότητα, σε συναυλίες και παραστάσεις, συνεχίζοντας αυτό που έκανε πάντα: να είναι ένας πολιτισμένος άνθρωπος. Για έναν πολιτικό με στέρεη αστική αγωγή, συνδεδεμένο με την Κεντροαριστερά από πεποίθηση, με γενναιότητα και αίσθηση χρέους, το γεγονός ότι κατόρθωσε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 να σπάσει –έστω και ακουσίως– το διαχωριστικό φράγμα ανάμεσα στους νεοδημοκράτες και στους πασοκτζήδες ήταν επίτευγμα. Η παρουσία του και η συμβολή του αποτύπωσε τις υπόγειες μετακινήσεις που είχαν αρχίσει να σημειώνονται στην ελληνική κοινωνία ήδη από το 1985, όταν ο ίδιος ως υπουργός Εθνικής Οικονομίας στη νέα κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου έκανε την υποτίμηση για να διασώσει την οικονομία που κινδύνευε από τις παροχές και τις σπατάλες.
Εκ των υστέρων διαβλέπει κανείς πως η άνοδος του Κώστα Σημίτη ήταν συνυφασμένη με ένα στάδιο ωρίμανσης της ελληνικής κοινωνίας. Ασφαλώς το στάδιο αυτό της δεκαετίας του ’90 και του 2000 ήταν ακόμη πρώιμο και δεν είχε οργανώσει παρά σπασμωδικά τη βάση του ώστε να απλώσει ρίζες και να αποκτήσει τη ζητούμενη θεσμική επάρκεια. Ο Κώστας Σημίτης υπήρξε μια εξαίρεση. Δεν δημιούργησε παράδοση, αλλά έθεσε ένα παράδειγμα.

