Η διοίκηση του απερχόμενου προέδρου Μπάιντεν επέτυχε ό,τι εθεωρείτο έως τώρα περίπου ακατόρθωτο. Να θέσει εν ολίγοις υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, όπως αυτή διαμορφώθηκε με αρχικό πυρήνα από τον «ιδεαλιστή» πρόεδρο Ουίλσον, που είχε ως στόχο «να καταστήσει τον κόσμο ασφαλή για τη Δημοκρατία».
Το απεχθές κληροδότημα που καταλείπει στον διάδοχό του, Ντόναλντ Τραμπ, είναι αφ’ ενός η ατελέσφορη και αποσταθεροποιητική –για την Ευρώπη, αλλά όχι για τη Ρωσία– επιχείρηση διασώσεως της Ουκρανίας από την επιθετικότητα της Μόσχας. Και αφ’ ετέρου, η αδυναμία της Ουάσιγκτον επί Μπάιντεν να ελέγξει τις υπερβασίες του Ισραήλ στον πόλεμο εναντίον της Χαμάς αρχικώς, με ό,τι ακολούθησε στη συνέχεια έως την κατάληψη της εξουσίας στη Συρία από τζιχαντιστές και άλλες ανταρτικές ομάδες.
Οι ανησυχίες ορισμένων στην παρούσα συγκυρία αφορούν στο ενδεχόμενο πλήρους «αποδομήσεως» της εξωτερικής πολιτικής των νεοσυντηρητικών των ΗΠΑ που υποστηρίζουν προώθηση της δημοκρατίας σε επίπεδο παγκόσμιο στη βάση μιας μιλιταριστικής αντιλήψεως «Ειρήνη διά της ισχύος». Δεν έχουν πλέον τόση σημασία οι απαρχές του νεοσυντηρητισμού, που αφού πέρασε από διάφορα στάδια μετασχηματισμών εισπήδησε στο Δημοκρατικό Κόμμα ως μία δυναμική, βαθύτατα αντικομμουνιστική ομάδα, αλλά το γεγονός ότι στη διάρκεια του ’70 αντιτάχθηκε πεισματικά στην εξωτερική πολιτική του Νίξον. Ηταν η εποχή που ο Νίξον με τον Κίσινγκερ εγκαινίασαν την πολιτική υφέσεως στις σχέσεις των ΗΠΑ με την ΕΣΣΔ. Τότε που ο Νίξον επισκέφθηκε τη Μόσχα τον Μάιο 1972 και υπέγραψε με τον Μπρέζνιεφ τις συμφωνίες περιορισμoύ των εξοπλισμών SALT 1 και ΑΒΜ. Είχε προηγηθεί τον Φεβρουάριο 1972 επίσκεψη του Νίξον στο Πεκίνο, συνάντηση με τον Μάο και η αποκατάσταση διπλωματικών σχέσεων με την Ερυθρά Κίνα.
Το 1973 στη διάρκεια του πολέμου του Γιομ Κιπούρ, ο Κίσινγκερ απέτρεψε τη συντριβή της περικυκλωθείσης από τους Ισραηλινούς 3ης Αιγυπτιακής Στρατιάς στη Χερσόνησο του Σινά. Οι διαπραγματεύσεις με τον πρόεδρο της Συρίας Χαφέζ αλ Ασαντ για τον καθορισμό της συνοριακής γραμμής με το Ισραήλ υπήρξε διπλωματικός άθλος. Από τις 3 έως τις 19 Μαΐου πηγαινοήρθε έξι φορές από τη Δαμασκό στο Τελ Αβίβ για την επίτευξη της συμφωνίας. Και δεν είναι τυχαίο ότι στα απομνημονεύματά του χαρακτήρισε τον Ασαντ τον πλέον ενδιαφέροντα Αραβα ηγέτη.
Ηταν η εποχή της διπλωματίας, της δημιουργίας λειτουργικών ισορροπιών. Ακολούθησε μία εξωτερική πολιτική ιεραποστολικών προδιαγραφών, από Ρεπουμπλικανούς και Δημοκρατικούς. Η συντριβή των αντιπάλων επετεύχθη σε ορισμένες περιπτώσεις, αλλά απέληξε σε χάος.
Είναι μάλλον σαφές ότι κ. Τραμπ δεν έχει πρόθεση να ακολουθήσει την πεπατημένη της νεοσυντηρητικής πολιτικής και αυτό είναι λόγος βαθύτατης ανησυχίας ορισμένων. Πιστεύει προφανώς ότι «καινά ποιήσει πάντα». Μια νέα εποχή γεννιέται ενδεχομένως και συνεπάγονται εξ ορισμού οδύνες.

