Στην παλιά ελληνική ταινία «Ο χαζομπαμπάς» (1968), σκηνοθετημένη από τον Ορέστη Λάσκο σε σενάριο Δημήτρη Βλάχου, ο Νίκος Σταυρίδης ερμηνεύει συγκινητικά τον ομώνυμο ρόλο, ενός πατέρα που έχει τόσο μεγάλη αδυναμία στον γιο του που τον κακομαθαίνει, καθώς είναι έτοιμος να του συγχωρέσει τα πάντα. Αν κάποιος τού επισημάνει τα αποτελέσματα της ανοχής που επιδεικνύει στα παραπτώματα του γιου του, η απάντηση «η καρδιά του πατέρα…» συνοδεύεται πάντα από αναστεναγμό και ένοχο σκύψιμο του κεφαλιού.
Υποθέτω πως κάπως έτσι θα αισθάνεται αυτές τις ημέρες ο Τζο Μπάιντεν. Λίγο πριν αποχωρήσει από την προεδρία, έδωσε χάρη στον γιο του. Η αλήθεια είναι πως οι κατηγορίες εναντίον του Χάντερ Μπάιντεν είναι σε μεγάλο βαθμό κατασκευασμένες, καθώς έχει στοχοποιηθεί από τον Ντόναλντ Τραμπ. Είναι βέβαιο ότι ο γιος του προέδρου θα περνούσε πολύ δύσκολα όταν θα αναλάμβανε την εξουσία αυτή η ομάδα αδίστακτων ανθρώπων που οι Αμερικανοί επέλεξαν για να τους κυβερνήσουν. Ο Τζο Μπάιντεν ενήργησε ως πατέρας που έχει ήδη χάσει έναν γιο και δεν θέλει να χάσει και δεύτερο.
Ο Μπάιντεν, όμως, δεν είναι μόνο πατέρας. Είναι ο πρόεδρος των ΗΠΑ, είναι ο άνθρωπος που κέρδισε τον Τραμπ το 2020 και αυτά τα τέσσερα χρόνια, παρά τις αδυναμίες του, συμβόλιζε εκείνες τις ΗΠΑ που αντιστέκονται στον ακροδεξιό λαϊκισμό. Στο τέλος της θητείας του, επέλεξε να αποδυθεί αυτόν τον ρόλο για να προστατεύσει τον γιο του παρέχοντάς του πλήρη ασυλία. Αυτή η απόφαση θα έχει πολύ αρνητικές μακροπρόθεσμες συνέπειες. Διότι τη στιγμή που οι θεσμοί στις ΗΠΑ κινδυνεύουν να καταρρακωθούν πλήρως, ο νυν πρόεδρος δηλώνει ρητά ότι δεν έχει ούτε αυτός εμπιστοσύνη στους θεσμούς και χρησιμοποιεί τη δύναμη που του απέμεινε για να προστατεύσει μόνο έναν, τον γιο του, αν και έχουν στοχοποιηθεί και κινδυνεύουν εκατοντάδες άλλα άτομα που είναι πολυτιμότερα για την αμερικανική δημοκρατία. Για τον Μπάιντεν, όμως, η προτεραιότητα ήταν να προστατεύσει τον αδίκως (ας το δεχτούμε) καταδιωκόμενο γιο του. Η καρδιά του πατέρα…
Εδώ, βέβαια, θα πρέπει να τονίσουμε ότι αυτός ο αναχρονιστικός θεσμός θυμίζει τα προνόμια της μοναρχίας. Σε μια Δημοκρατία τη χάρη πρέπει να την απονέμουν ειδικά αμερόληπτα σώματα. Ας θυμηθούμε την ομοφοβική άρνηση του Χρήστου Σαρτζετάκη να απονείμει χάρη στον δολοφόνο του κακοποιητή συντρόφου του, Χρήστο Ρούσσο. Στον Ρούσσο απονεμήθηκε χάρη, τελικώς, από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, ωστόσο, όλη αυτή η θλιβερή ιστορία αναδεικνύει το παρωχημένο και την παθογένεια αυτής της μοναρχικής παράδοσης.
Ο λόγος που αντέδρασαν με σκεπτικισμό ή και οργή ακόμη και συνεργάτες του προέδρου Μπάιντεν ή στελέχη του Δημοκρατικού Κόμματος, καθώς και πολλοί φιλελεύθεροι διανοούμενοι, είναι απλός: ο Μπάιντεν στάθμισε τα πράγματα και επέλεξε, τελικώς, να πλήξει τους θεσμούς για να διασώσει τον γιο του.
Ο Τζο Μπάιντεν επέλεξε, τελικώς, να πλήξει τους θεσμούς για να διασώσει τον γιο του. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ έβαλε τον γιο του πάνω από τη χώρα του.
Η πράξη του ήταν αναμενόμενη. Από την εποχή του Πλάτωνα η πολιτική θεωρία επισημαίνει πως οι πολιτικοί παραβιάζουν συστηματικά τους κανόνες που θέτουν οι ίδιοι όταν πρόκειται να κερδίσουν από την παραβίαση αυτοί ή τα μέλη της οικογένειάς τους. Εχει, λοιπόν, δίκιο ο Τόμας Χομπς όταν μας προειδοποιεί ότι το κράτος δικαίου, η ιδέα της κυριαρχίας του νόμου, αποτελεί παραμυθάκι για αφελείς; Ο Καντ ομολογεί πως το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό: οι άνθρωποι δεν θεωρούν απαραίτητο να τηρούν οι ίδιοι τους κανόνες που θέτουν για τους άλλους. Το βλέπουμε άλλωστε στην πολιτική καθημερινότητά μας. Οι φανατικοί οπαδοί φρίττουν με τις αυθαιρεσίες των αντιπάλων, αλλά είναι έτοιμοι να δικαιολογήσουν τα ίδια και χειρότερα όταν τα διαπράττει η δική τους ομάδα.
Δυστυχώς, έτσι συμπεριφέρονται και όσοι ισχυρίζονται πως είναι φιλελεύθεροι, μεταρρυθμιστές, εκσυγχρονιστές, προοδευτικοί, από τη γέννηση ήδη του ελληνικού κράτους. Είναι έτοιμοι για εκπτώσεις στις αρχές τους, γιατί υπάρχει πάντα ένα σημαντικότερο διακύβευμα. Και δεν αντιλαμβάνονται ότι η δική τους υποκρισία είναι αυτή που οδηγεί τους πολίτες στον πολιτικό και ηθικό μηδενισμό, τους εξαχρειώνει, τους ρίχνει στην αγκαλιά των καιροσκόπων αδίστακτων λαϊκιστών.
Ο Μπάιντεν έβαλε τον γιο του πάνω από τη χώρα του και τους θεσμούς της. Ηταν ένας καλός πρόεδρος, θετικά θα τον καταγράψει η Ιστορία. Αλλά φρόντισε τώρα στο τέλος να προσθέσει ο ίδιος και μια μαύρη κηλίδα, που δυστυχώς πρόκειται να απλωθεί.
*Ο κ. Αριστείδης Χατζής είναι καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών, και διευθυντής του Εργαστηρίου Πολιτικής και Θεσμικής Θεωρίας και Ιστορίας των Ιδεών στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

