Το Μουσείο και το Πολυτεχνείο

2' 17" χρόνος ανάγνωσης

Από ένα ψηλό μπαλκόνι στην οδό Πατησίων μπορούσες να χορτάσεις μια θέα της Αθήνας. Φαινόταν ο Λυκαβηττός και δεξιά η Ακρόπολη. Μπροστά σου, όμως, στα πόδια σου, έτσι όπως κοιτούσες από τον έκτο όροφο μιας κάποτε αρχοντικής πολυκατοικίας, είχες το Μουσείο και το Πολυτεχνείο «πιάτο». Από εκείνο το ύψος γινόταν κατανοητός ο ορθολογισμός του νεοκλασικού σχεδιασμού, παρότι και τα δύο θαυμάσια αυτά κτίρια απέκτησαν πολλές επεκτάσεις και προσθήκες, ακόμη και μεταπολεμικά. Τίποτε, όμως, δεν χαλούσε την αίσθηση της αρμονίας μέσα στο πυκνό πράσινο.

Το ύψος πάντως βοηθάει. Δεν έχεις πλήρη αντίληψη για το τι συμβαίνει στο επίπεδο του πεζοδρομίου. Δεν γνωρίζεις, αν δεν είσαι Αθηναίος, πως από τότε που θυμάσαι τον εαυτό σου ό,τι περιβάλλει το Πολυτεχνείο και το Μουσείο αποτελεί όνειδος. Και πως η κατάσταση αυτή διαιωνίζεται, σε μια χώρα που ζει από τον τουρισμό και με πολίτες που αξίζουν κάτι καλύτερο. Οι ξένοι φίλοι που είχα δίπλα μου είχαν κατανόηση για την Ελλάδα, την αγαπούν και τη σέβονται. Με διακριτικότητα ρωτούσαν γιατί κανείς δεν κάνει κάτι για αυτή τη «βαρβαρότητα» (δεν το είπαν έτσι) γύρω από το Πολυτεχνείο και το Μουσείο.

Εννοείται πως η ερώτηση αυτή προς έναν Ελληνα προκαλεί αμηχανία και ντροπή. Είχαμε περάσει μόλις το Πολυτεχνείο. Βαδίζαμε στην Πατησίων από την Ομόνοια «και τα είχαμε δει όλα». Μόνη ελπίδα από το νέο Μινιόν και κάποιες ενδείξεις ότι σποραδικά κάτι κινείται. Στην οδό Χαλκοκονδύλη έχει ανοίξει η γκαλερί CAN, εξαιρετική προσθήκη στην περιοχή, αλλά γενικότερα υπήρχε μια ατμόσφαιρα που σε βούλιαζε. Να είναι μόνο η βρωμιά, η μουντζούρα, η οπτική βαβούρα;

Ο,τι περιβάλλει δύο από τα σημαντικότερα νεοκλασικά δημόσια κτίρια του ελληνικού 19ου αιώνα αποτελεί όνειδος.

Από το Πολυτεχνείο, δυστυχώς, δεν περιμένει κανείς και πολλά πράγματα. Το έχουμε καταλάβει δεκαετίες τώρα. Να έχεις αυτό το κτίριο και να έχει τέτοια εμφάνιση και επί της Στουρνάρη και επί της Τοσίτσα, είναι αδιανόητο, αλλά πολύ ελληνικό. Ποιος τολμάει να μιλήσει και ποιος μπορεί να κάνει κάτι;

Η Τοσίτσα είχε που είχε τόσα προβλήματα, απέκτησε τα τελευταία χρόνια το «οικολογικό» ανοσιούργημα ανακύκλωσης που ο Δήμος Αθηναίων έχει φυτέψει σε όλους τους οπτικούς άξονες της πόλης (π.χ. Φωκίωνος Νέγρη, Βικτώρια, κ.λπ.). Σαν να είπε κάποιος, πού υπάρχει μια οπτική φυγή, ένας δημόσιος χώρος με ιστορία για να τον καταστρέψουμε; Το κατόρθωσαν και ήταν πολύ απλό μάλιστα. Αυτά τα ανοσιουργήματα καταστρέφουν πανελλαδικά όλα τα αστικά σημεία εξαιρετικού ενδιαφέροντος.

Αλλά, εν προκειμένω, μιλάμε για δύο από τα σημαντικότερα νεοκλασικά δημόσια κτίρια του ελληνικού 19ου αιώνα. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο παρά τη βελτίωση των κήπων του εξακολουθεί και είναι βυθισμένο στη μιζέρια και την κακομοιριά. Ακόμη και οι στάσεις των λεωφορείων είναι σε αδιανόητη κατάσταση. Τα μάρμαρα στο κιγκλίδωμα των κήπων μένουν εκεί βανδαλισμένα για να μην ξεχνάμε πόσο μακρύς είναι ο δρόμος για το σημαντικότερο μουσείο αρχαίας ελληνικής τέχνης στον κόσμο.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT