Σε μια χώρα που, κατά κανόνα, δεν έχει φερθεί με τον καλύτερο τρόπο στην πολιτιστική κληρονομιά της, η υπόθεση των Γλυπτών του Παρθενώνα μοιάζει να είναι μοχλός ουσιαστικής διπλωματίας. Η υπόθεση από τα χρόνια του ’80 είχε περιβληθεί με αρκετά μεγάλη δόση συναισθηματικού εθνολαϊκισμού σε μια περίοδο που ούτε η διεθνής κοινότητα ήταν έτοιμη να υποδεχθεί μια τέτοια συζήτηση ούτε η ελληνική πλευρά, με κινητήριο δύναμη τη Μελίνα Μερκούρη, γνώριζε πώς να χειριστεί ένα τόσο περίπλοκο και σύνθετο θέμα. Εκτοτε, πολλά άλλαξαν τόσο στη διεθνή σκηνή όσο και στην εγχώρια πραγματικότητα.
Πρώτα απ’ όλα το ίδιο το αίτημα της επιστροφής των Γλυπτών, στη σύγχρονη επεξεργασία του, φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από ενδιαφέροντα ζητήματα. Το διεθνές σκηνικό, έχοντας δεχθεί τις ισχυρές επιδράσεις από το διαπολιτισμικό γεωπολιτικό περιβάλλον σταθερά από το 1990 και μετά, και με ένταση τα τελευταία χρόνια, υποδέχεται πλέον ως μια αναμενόμενη και φυσική συνθήκη την ανασύνταξη της πολιτιστικής διπλωματίας. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα, αν και ζήτημα εθνικό με βαθιές ρίζες στη λαϊκή συνείδηση, εντάσσεται πλέον με ασφάλεια σε ένα διεθνές κάδρο αναμοχλεύσεων, διατηρώντας ωστόσο ακέραιη τη μοναδικότητά του. Η μοναδικότητα της περίπτωσης ανέκαθεν επιδρούσε υπέρ του αιτήματος.
Επιπλέον, το αίτημα της επιστροφής συμβαίνει πλέον σε ένα διεθνές κλίμα όπου οι διαχωριστικές γεωπολιτικές τομές του 19ου και του 20ού αιώνα έχουν μεταβληθεί. Η κλίμακα της ισχύος αξιολογείται περισσότερο με κριτήρια φερεγγυότητας, και νομικής όσο και διπλωματικής επάρκειας, παρά με όρους συναισθηματικής πίεσης, οικονομικής επιβολής ή εθνικών ανταγωνισμών. Οι τόνοι έχουν πέσει γιατί έχει εξασφαλιστεί η σαφήνεια στους όρους της συζήτησης.
Οι χαμηλοί αλλά σαφείς τόνοι, η βελτίωση της διεθνούς εικόνας της Ελλάδας αλλά και η άνοδος της πόλεως των Αθηνών στον διεθνή χάρτη (παρά τις σοβαρές αδυναμίες της) ενισχύουν την ελληνική πλευρά. Επιπλέον, έχει μεταβληθεί και το εσωτερικό σκηνικό στη Μεγάλη Βρετανία, όπως έχει μεταβληθεί η ίδια η φύση των μουσείων ως πολυδιάστατων οργανισμών αλλά και όλη η παγκόσμια πολιτισμική αγορά. Ζητούμενο είναι η εξέλιξη της διπλωματικής οδού για τα Γλυπτά του Παρθενώνα να ωφελήσει για διαφορετικούς λόγους τόσο την Ελλάδα όσο και τη Βρετανία και να αποτελέσει διεθνές πρότυπο πολιτιστικής διπλωματίας.

