Οδεύουν οι ΗΠΑ προς τον φασισμό;

5' 39" χρόνος ανάγνωσης

Τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά στη χώρα. Ένα μεγάλο κομμάτι του λαού ένιωθε αποξενωμένο από το πολιτικό σύστημα, αισθανόταν ότι κανείς δεν τους άκουγε. Ήθελαν αλλαγή, κάτι διαφορετικό, κάποιον που να έρθει και να ανατρέψει ένα status quo που δεν τους συμπεριλαμβάνει. Οπότε ψήφισαν αυτόν. Έναν αγοραίο λαϊκιστή, έναν καταδικασμένο εγκληματία με αλλοπρόσαλλο ύφος και στυλ, κάποιον που έβγαινε και μίλαγε ακατάληπτα και που τα ΜΜΕ, οι μορφωμένοι, όλοι οι εκπρόσωποι του “συστήματος”, τον κορόϊδευαν για την αποκρουστική αισθητική του και το διχαστικό του λόγο. Και αυτοί, οι καταφρονεμένοι και οι αποκλεισμένοι, τα κατάφεραν. Ο καταδικασμένος, ο λαϊκιστής, ο ακατάληπτος, εξελέγη.

Αναφέρομαι, φυσικά, στις εκλογές του Ιανουαρίου του 1933 στη Γερμανία.

Η λέξη “φασισμός” έχει ξεχειλωθεί στο σημείο που, πλέον, στον πολιτικό διάλογο περιγράφει λίγο-πολύ ό,τι δεν μας αρέσει. Οπότε πάντα πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί με την αλόγιστη χρήση της. Είναι φασισμός το καθεστώς που θα προσπαθήσει να επιβάλλει ο Τραμπ στις ΗΠΑ;

Ασφαλώς, οι ομοιότητες ανάμεσα στην κατάσταση που επικρατούσε στη Γερμανία το 1933 και σε όσα βλέπουμε στις ΗΠΑ σήμερα δεν είναι λίγες, ούτε ανούσιες. Ένας λαϊκιστής ηγέτης που αμφισβητεί όλους τους δημοκρατικούς θεσμούς και υπόσχεται να τους ανατρέψει; Τσεκ. Που αποκαλεί τους “ξένους” και τα ΜΜΕ “εσωτερικούς εχθρούς”, και υπόσχεται να αμολήσει το στρατό για να τους κατανικήσει; Ασφαλώς. Παρ’ όλα αυτά, στο δημόσιο διάλογο μετά την επανεκλογή του Τραμπ οι σχολιαστές και οι αναλυτές δεν επισημαίνουν ιδιαίτερα το φαινόμενο με όρους τέτοιους. Κουβεντιάζουν για θέματα άλλα. Για τους δασμούς, για τις συνέπειες στο διεθνές εμπόριο, για οικονομικά και γεωπολιτικά θέματα -και μοιάζουν να υποβαθμίζουν το μέγεθος και την ουσία της αλλαγής. Η μεγαλύτερη οικονομία και ο μεγαλύτερος στρατός του κόσμου περνά στον έλεγχο ενός ανθρώπου που αντιλαμβάνεται τα πάντα (και τις επιχειρήσεις του) με όρους μαφίας. Βρισκόμαστε στα πρόθυρα μιας πιθανής μετατροπής των ΗΠΑ σε μια απολυταρχική κλεπτοκρατία, σε ένα καθεστώς στο οποίο η κυβέρνηση θα καταφέρεται εναντίον όποιου την αμφισβητεί με όλα τα πανίσχυρα μέσα στη διάθεσή της, και θα επιβραβεύει όσους τη στηρίζουν και την κολακεύουν με πλουσιοπάροχα δώρα. Ο Ρόμπερτ Κείγκαν του Brookings είχε γράψει την ατάκα: “έτσι έρχεται ο φασισμός στην Αμερική. Όχι με μπότες και στρατιωτικούς χαιρετισμούς, αλλά με έναν απατεώνα της τηλεόρασης”.

Είναι, όμως, έτσι; Μια από τις αυθεντίες περί φασισμού παγκοσμίως, ο ιστορικός Τζον Πάξον, που σήμερα είναι 92 ετών, είχε εκφράσει επιφυλάξεις για την κατάχρηση του όρου κατά τη διάρκεια της πρώτης τετραετίας Τραμπ, όταν ρωτήθηκε. Μετά, όμως, κάτι συνέβη. Ο Τραμπ αρνήθηκε να αποδεχτεί το αποτέλεσμα των εκλογών του 2020 και τον Ιανουάριο του 2021 ενθάρρυνε τον όχλο να εισβάλει στο Καπιτώλιο για να ανατρέψει το αποτέλεσμα. Ο Πάξτον έγραψε λίγες ημέρες αργότερα: “Ανακαλώ τις αντιρρήσεις μου στην χρήση της λέξης “φασισμός” σε αυτή την περίπτωση. Η ανοιχτή ενθάρρυνση στη βία για την ανατροπή ενός εκλογικού αποτελέσματος, ξεπερνά το όριο. Ο χαρακτηρισμός πλέον δεν είναι απλά αποδεκτός, αλλά απαραίτητος”.

Αλλά τι είναι “φασισμός”; Με την ευρεία έννοια, ο όρος αναφέρεται σε πολιτικά κινήματα που έχουν καθαρά εθνικιστικό χαρακτήρα και στρατιωτική οργάνωση, και τα οποία θέτουν το έθνος πάνω από το άτομο. Πέρα από αυτό το γενικό πλαίσιο, δεν πρόκεται για κανονική ιδεολογία. Δεν πατάει σε κάποιο συνεκτικό φιλοσοφικό σύστημα και δεν νοηματοδοτείται τόσο από ιδέες, όσο από από συναισθήματα. Τα φασιστικά καθεστώτα είναι επαναστατικά καθεστώτα. Υπόσχονται ανατροπή του προϋπάρχοντος συστήματος και την παραδειγματική τιμωρία των πολιτικών τους εχθρών. Πάντα υποστηρίζουν συντηρητικές, παραδοσιακές αξίες, την ανωτερότητα του Έθνους, και πάντα αυτοτοποθετούνται στο πλευρό των φτωχών, των αδύναμων και των κατατρεγμένων, , που είναι “ο αληθινός λαός” (μολονότι στην πραγματικότητα συνεργάζονται άψογα με τα οικονομικά συμφέροντα και τους πλούσιους). Αλλά δεν έχουν πάντα μια συγκεκριμένη ιδεολογική ταυτότητα ως προς τα βασικά πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά θέματα. Τα κοινά χαρακτηριστικά τους είναι σχεδόν όλα καλολογικά, περιφερειακά. Ας πούμε, σχεδόν πάντα τα φασιστικά κόμματα είναι προσωποκεντρικά στο βαθμό της ειδωλολατρία. Ο αλάνθαστος ηγέτης ενσαρκώνει την υπόσχεση της επανάστασης και με κάποιο μαγικό τρόπο σαγηνεύει τα πλήθη, ακόμα και όταν πρόκειται για φαιδρές προσωπικότητες που δεν μπορούν καλά καλά να μιλήσουν, όπως ο Μουσολίνι ή ο Τραμπ. Και ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό, είναι το πώς γεννιούνται. Ο φασισμός, λέει ο Πάξτον, εμφανίζεται μόνο όταν “υπάρχει ένα κενό στο πολιτικό σύστημα, όταν τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα δεν μπορούν να το καλύψουν”. Ο ίδιος έγινε διάσημος για τη μελέτη του πάνω στον φασισμό στη Γαλλία του 1930 όταν, αντίθετα με τους μύθους που κυκλοφόρησαν εκ των υστέρων, κάποιοι ηγέτες έσπευσαν να συνεργαστούν με τους Ναζί με δική τους πρωτοβουλία και με την υποστήριξη μεγάλου μέρους του λαού. Παρεμπιπτόντως, σύμφωνα με τον Πάξτον η Μαρίν Λεπέν πατάει ακριβώς σε αυτό το κομμάτι της γαλλικής πολιτικής κουλτούρας σήμερα -είναι απευθείας διάδοχος του καθεστώτος του Βισί.

Αλλά ο Τραμπ;

Ασφαλώς μπορεί κανείς να επιχειρηματολογήσει ότι τα πράγματα σήμερα είναι διαφορετικά. Ότι οι ΗΠΑ δεν είναι μια διαλυμένη, ηττημένη χώρα όπως ήταν η Γερμανία. Πως μπορεί και ο πυρήνας και η διαλεκτική των MAGA και των Ναζί -ειδικά ως προς το πώς μιλάνε για τους “ξένους”- να είναι παρόμοια, αλλά στις ΗΠΑ η κουλτούρα της ατομικότητας είναι πολύ πιο δύσκολο να ισοπεδωθεί στην υπηρεσία του καθεστώτος, όπως προϋποθέτει ο φασισμός. Ότι μπορεί στο περιβάλλον του Τραμπ -και στο υπουργικό συμβούλιο- να βρίσκονται κανονικοί νεοναζί, άτομα τόσο ακραία που αν ήταν στη Γερμανία ο Χίτλερ θα τους εξόντωνε στη “Νύχτα των Μεγάλων Μαχαιριών”, αλλά ότι ο ίδιος ο Τραμπ οπωσδήποτε δεν είναι φασίστας, πέραν όλων των άλλων επειδή δεν διαβάζει βιβλία, δεν έχει ιδέα για πολιτικά ή άλλα κινήματα, και δεν υποστηρίζει καμία άλλη αξία πέρα από την προσωπική του επιτυχία και προβολή- και τα φράγκα. Μάλλον έχουν δίκιο. Είναι πιθανότερο ο Τραμπ να οραματίζεται μια μαφιόζικη κλεπτοκρατία τύπου Πούτιν, παρά ένα παραδοσιακού τύπου φασιστικό καθεστώς.

Ο Τζον Πάξτον έχει καταγράψει σε μια διάσημη μελέτη του τα “πέντε στάδια προς το φασισμό”. Τα φαινόμενα που εμφανίζονται σε κάθε μετάβαση ενός κράτους από τη δημοκρατία στο φασισμό. Τα βήματα είναι τα εξής:

1) Το κίνημα αναδεικνύεται κατά τη διάρκεια μιας κρίσης της δημοκρατίας, όταν ο λαός απογοητεύεται από το παραδοσιακό πολιτικό προσωπικό. Αυτό στις ΗΠΑ έγινε, και μάλιστα σε πολλά στάδια, από τη “νότια στρατηγική”, στο Tea Party και, τελικά, στον Τραμπ.

2) Το κίνημα αποκτά νομιμοποίηση με τη μορφή ενός κόμματος.

3) Το κόμμα διαμορφώνει συμμαχίες στον ακροδεξιό χώρο και φτάνει στην εξουσία.

4) Το κόμμα χρησιμοποιεί την εξουσία για να φέρει τους δημοκρατικούς θεσμούς στον έλεγχό του και να μετατραπεί σε καθεστώς. 

5) Το καθεστώς περνά ριζοσπαστικές αλλαγές. Δημοκρατία, εκλογές, ανεξαρτησία αρχών, ανεξαρτησία Τύπου και άλλα χαριτωμένα παύουν.

Έτσι έχει γίνει όλες τις άλλες φορές.

Δεν ξέρω αν το Ρεπουμπλικανικό κόμμα είναι τυπικά ένα φασιστικό κόμμα, κι αν το όραμα του Τραμπ και της υπόλοιπης αλλόκοτης συμμορίας του είναι ένα τυπικά φασιστικό καθεστώς. Αλλά διατρέχοντας αυτά τα στάδια, είναι εύκολο να καταλήξει κανείς στο συμπέρασμα: από τις 20 Ιανουαρίου του 2025, ξεκινά μια δεύτερη, σοβαρότερη απόπειρα για το 4.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT