Στα ΝΕΑ (7-8 Σεπτεμβρίου 2024) διάβασα το ρεπορτάζ του Ηλία Γεωργάκη με τίτλο: «Κοινωνικά επιδόματα – Με προπληρωμένη κάρτα από το 2025» και υπότιτλο: «Στους δικαιούχους θα πιστώνεται το μισό επίδομα με το οποίο θα μπορούν να κάνουν τις αγορές τους, ενώ το υπόλοιπο 50% θα μπαίνει σε χρήματα στον τραπεζικό λογαριασμό τους». Το ρεπορτάζ δίνει λεπτομέρειες και τα πλεονεκτήματα του μέτρου, αλλά αυτό που έχει σημασία δίνεται περιληπτικά στον υπότιτλο.
Είμαι βέβαιος ότι θα σκέφτεστε ότι το μέτρο είναι σωστό, αποτελεσματικό και παρέχει μεγαλύτερη διαφάνεια. Σωστά; Βεβαίως. Να όμως που χρειάστηκαν 12 ολόκληρα χρόνια για να κάνουμε το αυτονόητο. Αυτά παθαίνουμε, αφού για κάποιον περίεργο λόγο έχουμε πιστέψει ότι είμαστε ο εξυπνότερος λαός του κόσμου και δεν μπορούμε να αντιγράφουμε άλλους λαούς διότι εμείς σαν εξυπνότεροι τα κάνουμε πάντοτε καλύτερα!
Εξηγούμαι. Πριν από 12 χρόνια και κάτι βδομάδες, στις 12 Αυγούστου 2012, έγραψα στη στήλη αυτή ένα σημείωμα με τίτλο: «Τα προνοιακά επιδόματα» το οποίο σας παραθέτω αυτούσιο, για να διαπιστώσετε ότι όλα μπορούν να γίνουν, αλλά πιστεύω ότι είναι πολλοί που δεν θέλουν να βάλουν τάξη.
«Παρακολουθώ στον Τύπο την καθ’ όλα αξιέπαινη προσπάθεια του νέου υπουργού Εργασίας κ. Βρούτση στην αντιμετώπιση των παράνομων συντάξεων και των “μαϊμού” προνοιακών επιδομάτων. Με έχει εντυπωσιάσει η αποφασιστικότητα που δείχνει και πραγματικά εύχομαι να επιτύχει στο δύσκολο αυτό έργο.
Εχω ξαναγράψει για το θέμα αυτό στην “Καθημερινή” της 24ης Απριλίου 2012 με τίτλο “«Μαϊμού» ανάπηροι και διαφθορά”, αλλά με το σημερινό κείμενο θέλω να δώσω μια πολύ πιο πρακτική διάσταση του θέματος. Προσωπικά πιστεύω ότι η λήψη σύνταξης ή προνοιακού επιδόματος χωρίς αυτό να το δικαιούται κάποιος, ισοδυναμεί με κλοπή. Είναι, ίσως, πράξη χειρότερη από τη φοροαποφυγή ή τη φοροδιαφυγή. Κάποιος που φοροδιαφεύγει μπορεί να ισχυριστεί (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι σωστό) ότι “γιατί να πληρώνω εγώ τους φόρους μου και να τα τρώνε οι άλλοι που δεν τα δικαιούνται”. Την έχω ακούσει επανειλημμένα αυτή τη δικαιολογία, χωρίς φυσικά να την υιοθετώ. Αντίθετα αυτός ο οποίος εν γνώσει του παίρνει κάποιο επίδομα χωρίς να το δικαιούται δεν έχει απολύτως καμία δικαιολογία. Είναι κλοπή και σαν κλοπή πρέπει να αντιμετωπίζεται.
Το φαινόμενο δεν είναι φυσικά μόνο ελληνικό. Παντού υπάρχουν παρόμοιες καταστάσεις. Η αντιμετώπισή τους όμως είναι διαφορετική και πιο αποτελεσματική. Αξίζει να δούμε μερικές τέτοιες περιπτώσεις. Ξεκινώ με την πιο πρόσφατη που βρήκα στον διεθνή Τύπο.
Νότιος Αφρική. Από τον Μάρτιο του 2012 το αντίστοιχο ΙΚΑ (South Africa Social Security Agency – SASSA) σε συνεργασία με τη MasterCard, μια εταιρεία τεχνολογίας-πληροφορικής και μια τράπεζα εξέδωσε περισσότερες από 2,5 εκατ. κάρτες για τους δικαιούχους προνοιακών επιδομάτων. Στις κάρτες χρησιμοποιούνται βιομετρικά στοιχεία για την καταπολέμηση της απάτης και την ταυτοποίηση των δικαιούχων με τη χρήση δακτυλικών αποτυπωμάτων και άλλων προσωπικών στοιχείων. Το νέο αυτό σύστημα περιορίζει σημαντικά το διαχειριστικό κόστος του SASSA σε $2 ανά επίδομα επιτυγχάνοντας οικονομία που κυμαίνεται μεταξύ 37%-53%. Μόνο το διαχειριστικό όφελος είναι της τάξεως των $375 εκατομμυρίων για τα επόμενα 5 χρόνια. Το κρίσιμο σημείο είναι τα βιομετρικά στοιχεία: δακτυλικά αποτυπώματα και άλλα προσωπικά στοιχεία για την εξασφάλιση της ταυτοπροσωπίας.
Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής. Από τον Ιανουάριο του 2008, το US Treasury Department, σε συνεργασία με μια τράπεζα ξεκίνησε τη διάθεση των επιδομάτων κοινωνικής ασφάλισης μέσω προπληρωμένων χρεωστικών καρτών. Η πρόθεση είναι όλα τα επιδόματα να πληρώνονται μέσω καρτών ώστε η χρήση των επιδομάτων αυτών να καταγράφεται και να αφήνει ίχνη για περαιτέρω διερεύνηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι στους πλημμυροπαθείς του τυφώνα Κατρίνα το 2005, όλα τα επιδόματα δόθηκαν σε προπληρωμένες χρεωστικές κάρτες. Το ίδιο συνέβη και στους πλημμυροπαθείς του Πακιστάν το 2008. Για την ιστορία αναφέρω ότι στο Ηνωμένο Βασίλειο όλες οι πληρωμές που έχουν σχέση με την κοινωνική ασφάλιση γίνονται από το 2003 μέσω λογαριασμών καρτών.
Αίγυπτος. Από το 2006 η αιγυπτιακή κυβέρνηση, ύστερα από διεθνή διαγωνισμό, έχει αναθέσει τη διάθεση των προνοιακών επιδομάτων σε ξένη πολυεθνική εταιρεία. Στο σύστημα αυτό οι 6 εκατ. δικαιούχοι έχουν εφοδιαστεί με μια προπληρωμένη κάρτα την οποία μπορούν να χρησιμοποιήσουν σε 110.000 προεπιλεγμένα καταστήματα για την αγορά ΜΟΝΟ ορισμένων αγαθών και υπηρεσιών. Μάλιστα τα αγαθά αυτά και οι υπηρεσίες παρέχονται στους δικαιούχους σε μειωμένες τιμές, τα δε καταστήματα επιδοτούνται με τη διαφορά. Την όλη παρακολούθηση και διαχείριση του συστήματος την έχει αναλάβει η εταιρεία η οποία φυσικά αμείβεται για την υπηρεσία αυτή και είναι επίσης υπόλογη για τυχόν παρατυπίες ή παρανομίες.
Το Δημόσιο, αν θέλει να οργανωθεί και να λειτουργεί σωστά, πρέπει να χρησιμοποιεί πολύ περισσότερο τον ιδιωτικό τομέα.
Σε όλες τις παραπάνω περιπτώσεις υπάρχουν κοινά σημεία. Το βασικότερo είναι η χρήση κάρτας για τις συναλλαγές, ώστε να υπάρχει πλήρης καταγραφή σχετικά με τη χρήση του προνοιακού επιδόματος. Είμαι βέβαιος ότι εδώ θα αρχίσουν οι αντιρρήσεις για τον Μεγάλο Αδελφό. Δεν είναι σωστό κάποιος που ζητάει βοήθεια να λογοδοτεί πώς ξοδεύει αυτή τη βοήθεια; Αν 100 επιχειρηματίες ή πολιτικοί μάς «έκλεβαν» 10 εκατ. ο καθένας, όλοι μας θα θέλαμε να μάθουμε τα ονόματά τους και να τους στείλουμε στη φυλακή. Αν όμως 100.000 συμπολίτες μας κλέβουν από 10.000 ευρώ (που είναι ακριβώς το ίδιο ποσό) δεν μας ενδιαφέρει ούτε ποιοι είναι ούτε πού τα ξοδεύουν;
Το δεύτερο και σημαντικότερο κοινό σημείο είναι η συνεργασία μεταξύ κράτους, ιδιωτικών εταιρειών και τραπεζών. Εδώ είναι που τα πράγματα γίνονται δύσκολα, αν όχι αδύνατα. Στην Ελλάδα έχουμε δαιμονοποιήσει τόσο τις ιδιωτικές εταιρείες όσο και τις τράπεζες. Αυτό είναι ίσως και το μεγαλύτερο πρόβλημα στον εκσυγχρονισμό του Δημοσίου. Θέλει να τα κάνει όλα “με ίδια μέσα και αυτεπιστασία”. Και ας πούμε ότι μπορεί να τα καταφέρει μόνο του να κάνει όλα αυτά που δεν μπόρεσε να κάνει μέχρι σήμερα. Τις παρατυπίες / παρανομίες οι ιδιωτικές εταιρείες θα τις πλήρωναν σαν ρήτρα. Το κράτος όμως, παρά το γεγονός ότι διαπίστωσε ότι υπήρχαν 20.000 “μαϊμού” συντάξεις, μόνο 13 έχουν παρουσιαστεί από Ταμεία για διερεύνηση. Δηλαδή λιγότερο από 1 στα χίλια! Οι πιθανότητες είναι υπέρ των παρανόμων, γι’ αυτό και πάντα θα υπάρχουν και παρατυπίες και παρανομίες».
Αυτά έγραφα τότε και αυτά εισηγήθηκα, χωρίς επιτυχία, σε πολιτικούς διαφόρων κομμάτων. Φαίνεται όμως ότι δεν είχε επέλθει το πλήρωμα του χρόνου, ή έλειπε ένας Πιερρακάκης ή ένας Παπαστεργίου! Κοινό χαρακτηριστικό όλων των περιπτώσεων: η συνεργασία μεταξύ κράτους και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Αυτή είναι η συνταγή επιτυχίας και ελπίζω να την ακολουθήσει η σημερινή κυβέρνηση.
Ακούστε και αυτό. Την εποχή εκείνη (2012), η αμερικανική εταιρεία First Data Corporation, που υλοποίησε με πολύ μεγάλη επιτυχία το σύστημα στην Αίγυπτο, είχε δραστηριότητα στην Ελλάδα και θα μπορούσε να αναλάβει το έργο, ώστε να εξοικονομήσουμε εκατοντάδες ευρώ. Τώρα πλέον έχει αποχωρήσει από την Ελλάδα.
Το μοντέλο της Αιγύπτου είχε ακόμα ένα ιδιαίτερα μεγάλο πλεονέκτημα. Αυτός που παίρνει το επίδομα μπορεί να αγοράσει μόνο ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες από συγκεκριμένα καταστήματα. Ετσι το κράτος μπορεί να εκτιμήσει και να αναπροσαρμόζει τις ανάγκες και τα προϊόντα. Ενώ το μοντέλο με το 50% σε μετρητά δεν διασφαλίζει ότι το επίδομα θα χρησιμοποιηθεί για πρώτες ανάγκες. Για παράδειγμα, μπορεί να πάει στον τζόγο ή αλλού, χωρίς να αφήνει ίχνος και λογοδοσία.
Για μια ακόμα φορά θέλω να αναδείξω, με την πολύχρονη εμπειρία μου, το μεγαλύτερό μας πρόβλημα. Το Δημόσιο, αν θέλει να οργανωθεί και να λειτουργεί σωστά, πρέπει να χρησιμοποιεί πολύ περισσότερο τον ιδιωτικό τομέα. Οπου δραστηριοποιείται ο ιδιωτικός τομέας έχουμε αποτελέσματα. Και όπου μπαίνει τάξη περιορίζεται σημαντικά η διαφθορά.
Είμαστε η χώρα που έχουμε αναγάγει τη διαφάνεια σε υπέρτατο σκοπό, αλλά είμαστε βουτηγμένοι στη διαφθορά. Είναι χαρακτηριστική περίπτωση της διαφοράς μεταξύ θεωρίας και πράξης. Στη θεωρία έχουμε απόλυτη διαφάνεια στις κρατικές δαπάνες, ενώ στην πράξη είναι βέβαιο ότι έχουμε αυξημένη διαφθορά.
Υ.Γ. Για τη διαφορά μεταξύ θεωρίας και πράξης υπάρχει ένα πολύ χαρακτηριστικό σόκιν ανέκδοτο, που θα το πω μόνο στους φίλους μου, για να μη φέρω σε δύσκολη θέση τον εκδότη μου.
*Ο κ. Ανδρέας Γ. Δρυμιώτης είναι σύμβουλος επιχειρήσεων.

