Οι μικροί Τραμπ που κρύβουμε μέσα μας

4' 13" χρόνος ανάγνωσης

Τον Αύγουστο 2018, μια ομάδα οικονομολόγων έκαναν το ακόλουθο τεστ. Συνέλεξαν ερωτηματολόγια από κατοίκους της μητροπολιτικής περιοχής του Πίτσμπουργκ, τους οποίους και χώρισαν, τυχαία, σε δύο ομάδες. Στη μία ομάδα είπαν πως όλες οι απαντήσεις θα αναρτηθούν στην ιστοσελίδα του πανεπιστημίου που διεξάγει την έρευνα, ενώ την άλλη ομάδα διαβεβαίωσαν πως οι απαντήσεις θα παραμείνουν αυστηρά ιδιωτικές. Επειτα ρώτησαν όλους τους συμμετέχοντες αν θα ήθελαν να κάνουν μια δωρεά σε έναν οργανισμό καταπολέμησης και περιορισμού της μετανάστευσης. Πριν από την ερώτηση, όμως, υπενθύμισαν στους συμμετέχοντες στην έρευνα ένα σημαντικό στοιχείο: στους μισούς εξ αυτών υπενθύμισαν πως ο Τραμπ κέρδισε τις εκλογές στην πόλη του Πίτσμπουργκ το 2016. Στους άλλους μισούς υπενθύμισαν πως η Κλίντον κέρδισε τη μητροπολιτική περιοχή του Πίτσμπουργκ στην ίδια εκλογή.

Τι βρήκαν; Για την ομάδα που ήξερε εξαρχής πως οι απαντήσεις θα παραμείνουν ανώνυμες, δεν υπήρξε καμία ουσιαστική διαφορά ως προς το υπενθυμιστικό μήνυμα που έλαβαν. Τόσο αυτοί που έμαθαν (ή θυμήθηκαν) πως κέρδισε ο Τραμπ την πόλη του Πίτσμπουργκ όσο και εκείνοι που έμαθαν (ή θυμήθηκαν) πως κέρδισε η Κλίντον τη μητροπολιτική περιοχή, τα ποσοστά όσων έκαναν δωρεά προς τον αντιμεταναστευτικό οργανισμό ήταν σχεδόν τα ίδια (30% και 31% αντίστοιχα). Για όσους όμως το μήνυμα της έρευνας άφηνε ανοιχτό οι απαντήσεις τους να είναι ευρέως αναγνωρίσιμες, το υπενθυμιστικό μήνυμα έκανε μεγάλη διαφορά. Η ομάδα «Ο Τραμπ κέρδισε την πόλη» έκανε δωρεά σε ποσοστό 33%. Η ομάδα «Η Χίλαρι κέρδισε τη μητροπολιτική περιοχή» έκανε δωρεά σε ποσοστό μόλις 20%.

Τι μαθαίνουμε από αυτό το πείραμα, όπως και από πολλά άλλα αντίστοιχα που έχουν ανακύψει μετά την πρώτη εκλογή Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ; Μαθαίνουμε, θεωρώ, κάτι που συχνά μας διαφεύγει: Υπάρχουν πολλοί μικροί Τραμπ ανάμεσά μας, που δεν εκδηλώνονται όσο πιστεύουν πως οι απόψεις τους βρίσκονται στο περιθώριο. Αυτό που κάνει η νίκη Τραμπ, και η κάθε νίκη πολιτικών προσώπων ή κομμάτων που έχουν ως σημαία την αναθεώρηση βασικών θεμελιακών αρχών της φιλελεύθερης δημοκρατίας, είναι να ανοίγουν τον δρόμο για τη δημόσια εκδήλωση αυτών των απόψεων. Και όσο αυτές οι απόψεις γίνονται πιο διαδεδομένες, τόσο δημιουργούν γόνιμο έδαφος για πολιτική αξιοποίηση. Και κάπως έτσι οι μικροί Τραμπ που κρύβουμε μέσα μας δίνουν τροφή σε μια αντίστοιχη πολιτική προσφορά. Και το ερώτημα τώρα είναι ποιοι ακριβώς είναι οι πολιτικοί σχηματισμοί, ή οι πολιτικοί δρώντες γενικότερα, που κερδίζουν από αυτήν την αναδυόμενη εκλογική αγορά.

Η συστημική Δεξιά παραμένει η εσχατιά τού πολιτικώς αποδεκτού – τo τείχος προστασίας τού τι είναι και τι δεν είναι πολιτικά ανεκτό στις μέρες μας.

Και εδώ κάπου εισέρχεται ένας σημαντικός θεσμικός παράγοντας. Πολιτικές και πολιτικούς «τύπου Τραμπ» μπορούμε να βρούμε παντού: τον Μπολσονάρο στη Βραζιλία, τον Ορμπαν στην Ουγγαρία, τον Ντούντα στην Πολωνία, το Βοξ και τμήματα του Λαϊκού Κόμματος στην Ισπανία, τo Τσέγα στην Πορτογαλία, τον Σαλβίνι στην Ιταλία, τον Φάρατζ στη Μεγάλη Βρετανία, καθώς και τη Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. Τι βλέπουμε εδώ; Πως ενώ στη Λατινική Αμερική και στην Ανατολική Ευρώπη οι ανοιχτά φιλοτραμπικές τάσεις έχουν γίνει κτήμα της κεντρικής πολιτικής σκηνής, στη Δυτική Ευρώπη, εκεί ειδικά που ο κοινοβουλευτισμός έχει μακρά παράδοση, ο τραμπισμός βρίσκει μεγαλύτερο έρεισμα στην άκρα Δεξιά – στα άκρα του πολιτικού φάσματος. Το ίδιο θα μπορούσε να πει κανείς και για την Ελλάδα, με τους ανοιχτούς υποστηρικτές Τραμπ να εμφανίζονται, κυρίως, εκ δεξιών της Ν.Δ. Και είναι εδώ ακριβώς που πρέπει να σταθούμε για να κατανοήσουμε τη διαφορά της ηπείρου μας με τις ΗΠΑ. Είναι η διαφορά που κάνει ένας σημαντικός πολιτικός παράγοντας: η συστημική Δεξιά.

Προσπαθώντας να εξηγήσει πώς φτάσαμε στο πρώτο κύμα εκδημοκρατισμού, ο Ντάνιελ Ζίμπλατ σ’ ένα πρόσφατο βιβλίο του κάνει λόγο για τον σημαντικό αλλά βαθιά υποβαθμισμένο ρόλο των συντηρητικών κομμάτων. Συγκρίνοντας τους συντηρητικούς της Αγγλίας του 1830 με τη ναζιστική εισβολή στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης έναν αιώνα αργότερα, ο Ζίμπλατ σημειώνει πως η συμπεριληπτική πολιτική διακυβέρνηση δεν ήρθε ως αποτέλεσμα μακροκοινωνικών αλλαγών, όπως η επικράτηση της μεσαίας τάξης ή οι ιστορικοί αγώνες της εργατικής τάξης. Αντίθετα, η μοίρα της πολιτικής δημοκρατίας εξαρτήθηκε, με έναν απρόσμενο τρόπο, από το πώς τα συντηρητικά πολιτικά κόμματα –οι ιστορικοί υπερασπιστές της εξουσίας, του πλούτου και των προνομίων– αναδιαμόρφωσαν τον εαυτό τους και αντιμετώπισαν την άνοδο της δικής τους ριζοσπαστικής Δεξιάς. Εκεί που οι συντηρητικοί στάθηκαν με το μέρος της δημοκρατίας, κατάφεραν να γείρουν την ιστορική πλάστιγγα υπέρ της. Και αυτό γιατί ενσωμάτωσαν και τους πιο δύσπιστους φορείς εξουσίας –τον στρατό, την Εκκλησία και τους μεγαλοκτήμονες–, αυτούς δηλαδή που είχαν περισσότερα να χάσουν από την αλλαγή του status quo.

Φαίνεται πως κάτι τέτοιο συμβαίνει και στις μέρες μας, μόνο που αυτή τη φορά ο ρόλος της συστημικής Δεξιάς δεν βρίσκεται στο να ορίσει ποιος θα μπει εντός συνταγματικού τόξου, αλλά ποιος θα μείνει εκτός. Αν κάτι αναδεικνύει η άνοδος Τραμπ και η κατανομή των οπαδών του ανά την υφήλιο, είναι πως η συστημική Δεξιά παραμένει η εσχατιά τού πολιτικώς αποδεκτού – τo τείχος προστασίας τού τι είναι και τι δεν είναι πολιτικά ανεκτό στις μέρες μας. Γι’ αυτό και το θεσμικό βάρος αυτών των κομμάτων, ειδικά όταν βρίσκονται στην εξουσία, είναι τεράστιο.

*O κ. Ηλίας Ντίνας είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και κάτοχος της ελβετικής έδρας στο Ευρωπαϊκό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο της Φλωρεντίας.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT