«Για έντεκα ολόκληρα χρόνια κοιτούσα το ταβάνι». Με αυτή τη χαρακτηριστική φράση ο Αντώνης Σαμαράς περιέγραφε συχνά στους συνομιλητές του την απομόνωσή του από την πολιτική ζωή και την έρημο που πέρασε έως την επιστροφή του στη Ν.Δ. το 2004. Ηταν η δική του αναγέννηση, όταν ο Κώστας Καραμανλής τον επανέφερε ως ευρωβουλευτή αγνοώντας τις αντιδράσεις που προκάλεσε τότε η απόφασή του. Στους πιο έμπιστους ομολογούσε ότι βίωσε τραυματικά αυτή την περιπέτεια, καθώς ήταν και παραμένει πολιτικός με όλη τη σημασία της λέξης. Η πορεία που ακολούθησε έκτοτε είναι γνωστή και θεωρείται ότι πήρε τη ρεβάνς ή, έστω, αξιώθηκε να ικανοποιήσει τις πολιτικές του φιλοδοξίες στον μέγιστο βαθμό. Δεν είναι και λίγο ένας άνθρωπος με τις περιπέτειες του κ. Σαμαρά να επιστρέψει στο κόμμα του, να κατακτήσει την ηγεσία και να γίνει πρωθυπουργός. Μάλιστα, στη θητεία του στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και κράτησε τη χώρα όρθια σε μια στιγμή που κινδύνευε. Και όλα αυτά παρά τη λάθος στάση του στο πρώτο μνημόνιο, που εξέθρεψε τους λαϊκιστές και τους έφερε στην εξουσία. Ως πρωθυπουργός η αποτίμηση του έργου του είναι αναμφιβόλως θετική, αν ληφθεί μάλιστα υπόψη σε ποιες συνθήκες κλήθηκε να κυβερνήσει με την αμέριστη στήριξη του ΠΑΣΟΚ υπό τον Ευάγγελο Βενιζέλο.
Ολα αυτά καλώς καμωμένα με τα συν και τα πλην, όπως συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο που δραστηριοποιείται στον δημόσιο βίο. Τι συνέβη όμως και φθάσαμε στην απομάκρυνσή του από τη Ν.Δ. για δεύτερη φορά, και μάλιστα μετά μια σειρά επεισοδίων που εκτυλίχθηκαν για περισσότερο από ένα χρόνο; Οι παραδοσιακοί αντίπαλοί του ισχυρίζονται πως όλα αρχίζουν και τελειώνουν στο υπερεγώ του ανδρός και δεν έχουν καμιά σχέση με τις προφάσεις περί των εθνικών θεμάτων που προσχηματικά χρησιμοποίησε, σχεδόν αναζητώντας τη διαγραφή του. Αλλοι πάλι, περισσότερο ευφάνταστοι, υποστηρίζουν ότι δήθεν εξυφαινόταν στο παρασκήνιο σχέδιο ανατροπής του Κυριάκου Μητσοτάκη, το οποίο δεν ενοχλούσε ούτε τον κ. Σαμαρά ούτε τον Κώστα Καραμανλή. Και όλο αυτό αποδίδεται είτε σε… γινάτι είτε σε αόριστες προσδοκίες για την επόμενη ημέρα, με διάφορες μπαρούφες για τη μεταβατική περίοδο. Ενα τέτοιο σενάριο, που δεν ταιριάζει καθόλου στους συγκεκριμένους πολιτικούς, ακόμη και αν ήταν υπαρκτό δεν μπορεί να υλοποιηθεί, μια και ο κ. Μητσοτάκης όχι μόνο διαθέτει ισχυρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία αλλά έχει και σαφές προβάδισμα έναντι των πολιτικών του αντιπάλων. Ως εκ τούτου, οιαδήποτε απόπειρα ανατροπής του απλώς θα τον έκανε ήρωα και απόλυτα κυρίαρχο του πολιτικού παιχνιδιού, καθώς έχει τη δυνατότητα να προσφύγει σε πρόωρες εκλογές με λίστα και εκεί θα έβαζε τα πράγματα στη θέση τους.
Η εκδοχή της απλής μιζέριας και γκρίνιας χωρίς μέτρο, που οφείλεται σε υπαρκτά παράπονα, μοιάζει περισσότερο ρεαλιστική στη συγκεκριμένη περίπτωση και γι’ αυτό πιθανότατα θα εκτονωθεί σταδιακά χωρίς περαιτέρω συνέπειες. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει χρόνος να καταλαγιάσουν τα πάθη και να ξαναδούν όλοι από την αρχή τα λάθη και τις παραλείψεις τους, που οδήγησαν σε μια αχρείαστη σύγκρουση που απειλεί τη σταθερότητα στη χώρα μετά τόσα χρόνια περιπετειών.

