Η λίστα εμφανίζεται ατελείωτη. Το ίδιο το φεστιβάλ ανακοίνωσε ότι τα βραβεία της 65ης διοργάνωσης ήταν περισσότερα από 40. Μετρήσαμε 49, αλλά μπορεί και να κάναμε λάθος· δεν επιμείναμε. Δεν είχε νόημα, εξάλλου. Και στο επίσημο 40 να σταθούμε, πάλι χάνεται, εκτός από τη σωστή αρίθμηση, και το νόημα των διακρίσεων.
Το φετινό πρόγραμμα στο επίσημο διεθνές διαγωνιστικό ήταν, κατά κοινή ομολογία, ένα από τα καλύτερα των τελευταίων χρόνων. Αλλά και τα παράλληλα προγράμματα, τα αφιερώματα, οι ελληνικές συμμετοχές, ο τιμητικός Χρυσός Αλέξανδρος στον Πάνο Κούτρα, σκηνοθέτη με ένα σύμπαν ευρύχωρο, θαρραλέο, γεμάτο χρώματα και αισθήματα, οι διεθνείς ηθοποιοί σταρ συγκροτούσαν ένα φεστιβάλ σε ακμή και εγρήγορση.
Και ύστερα ήρθε η απονομή των βραβείων με έναν ακυρωτικό πληθωρισμό. Κύλησε γρήγορα, είναι η αλήθεια, στην Αποθήκη Γ, το μεσημέρι της περασμένης Κυριακής –το βράδυ ακολούθησε η τελετή λήξης στο «Ολύμπιον»– αλλά ήταν σαν να μην έπρεπε να παραληφθεί κανείς και τίποτα. Βραβεία και (άλλες τόσες) ειδικές μνείες, παράλληλα με τα σκεπτικά των επιτροπών και την αλληλοδιαδοχή των προσώπων (εκείνων που ανακοινώνουν κι εκείνων που παραλαμβάνουν) δημιούργησαν αδιαχώρητο μνήμης και εντυπώσεων. Οργανισμοί, ιδιωτικοί και κρατικοί, φορείς, ενώσεις, χορηγοί, κουραζόσουν να ακούς τις διακρίσεις και, στο τέλος, η σημασία όλων ήταν περιορισμένη. Ο Χρυσός και ο Ασημένιος Αλέξανδρος (όχι ένας) είναι η ταυτότητα του Διεθνούς Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Οι χορηγοί, προφανώς, διεκδικούν χώρο και προβολή, αλλά η αίσθηση που απομένει είναι ότι θα πρέπει να μπουν όρια και τάξη. Η υποβάθμιση της ουσίας της απονομής κανέναν δεν ωφελεί.
Η επιθυμία να τηρούνται με ευλάβεια οι ισορροπίες έχει τις ρίζες της σε μια υπαρξιακή αγωνία (βλέπε αδυναμία) που αφορά και την πολιτική και την κοινωνία.
Τι νόημα έχουν, λοιπόν, τα 40+ βραβεία εάν στο τέλος της ημέρας μετά βίας έχει συγκρατήσει κανείς τα πλέον στοιχειώδη; Κι εδώ ανοίγει, ίσως, ένα κεφάλαιο που υπερβαίνει τη φεστιβαλική ιδιορρυθμία. Η επιθυμία να τηρούνται με ευλάβεια οι ισορροπίες έχει τις ρίζες της σε μια υπαρξιακή αγωνία (βλέπε αδυναμία) που αφορά και την πολιτική και την κοινωνία.
Η ανάγκη για έπαινο και αναγνώριση της προσπάθειας ή του αποτελέσματος είναι και ανθρώπινη και θεμιτή. Η αρμόδια, όμως, για κάθε περίπτωση εξουσία οφείλει να επιλέγει. Επιλογή σημαίνει αποδοχή ότι κάποιος/α άλλος/η συγκέντρωσε τις προϋποθέσεις για τη διάκριση. Η πικρία του αβράβευτου είναι αναμενόμενη αλλά, από την άλλη, ο υπερπληθωρισμός βραβείων δεν θεραπεύει την απογοήτευση. Στην πραγματικότητα, επιτείνει το αίσθημα απόρριψης, αφού «ενώ τόσο πολλοί επελέγησαν… εγώ δεν είμαι ανάμεσά τους».
Αξιολογήσεις και αξιολογητές, στη χώρα μας, τελούσαν και εξακολουθούν να τελούν σε ένα βαθμό σε καθεστώς δυσμένειας. Η καχυποψία απέναντι στους θεσμούς, στα πάσης φύσεως συμφέροντα ή στις συντεχνίες δηλητηριάζει τις διαδικασίες διαγωνισμών και επιλογών. Μαζί με τον εγγενή ναρκισσισμό, που δεν επιτρέπει σε κανέναν να είναι «ο καλύτερος», δημιουργείται ένα μείγμα εκρηκτικό. Ο ρόλος των επικεφαλής πολιτιστικών θεσμών και επιμέρους εξουσιών είναι και παιδαγωγικός· εκτός από (καλλιτεχνικές) τάσεις διαμορφώνουν και συνειδήσεις. Βάζουν όρια σε πιεστικά αιτήματα και υπερβολικές απαιτήσεις όπως ο γονιός στο παιδί. Αλλιώς διακυβεύεται η αξιοπιστία τους.
Το Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης από τη διεθνοποίησή του (1992) έως σήμερα έχει κάνει άλματα. Ευτύχησε, έως και σήμερα, να έχει διευθύνσεις που διέθεταν –και διαθέτουν– όραμα, γνώσεις, αγάπη για την κινηματογραφική τέχνη, βλέμμα ανοιχτό στον κόσμο, στις αλλαγές που συντελούνται και στη δημιουργία. Το 65ο Φεστιβάλ ήταν καθ’ όλα επιτυχημένο. Επιστρέψαμε πλουσιότεροι σε σκέψεις, με οξυμένες αισθήσεις, γόνιμες μετατοπίσεις. Η τελετή απονομής δήλωνε το άγχος να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότεροι ορατοί. Για το ένα λεπτό, περίπου, που τους αναλογούσε. Aξιζε τον κόπο;

