Η επιστροφή στον ανταγωνισμό Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ θα μπορούσε να είναι η φυσική μεταμνημονιακή εξέλιξη των πολιτικών συσχετισμών, μετά τη θορυβώδη συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά η επιστροφή στο παραδοσιακό μεταπολιτευτικό μοτίβο του δικομματισμού δεν επαναφέρει την προβλεψιμότητα μιας ήσυχης ρουτίνας αυτονόητης εναλλαγής στην εξουσία των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, όχι μόνο επειδή τα ποσοστά τους είναι χαμηλά και δεν υποστηρίζουν προοπτική αυτοδυναμίας, καθιστώντας εύθραυστη την πολιτική σταθερότητα μετά τις επόμενες εκλογές.
Μετά το σοκ της χρεοκοπίας και όσα ακολούθησαν ήρθε η πανδημία και στη συνέχεια ο πόλεμος στην Ουκρανία με δραματική επίπτωση στον πληθωρισμό και, ταυτόχρονα, με αλλεπάλληλες φυσικές καταστροφές που απέδειξαν, εκτός από την ένταση της κλιματικής αλλαγής, τη σαθρότητα του ελληνικού κράτους. Με άλλα λόγια, τα τελευταία 15 χρόνια δεν υπήρξε ήρεμη περίοδος και αυτό επηρέασε καταλυτικά την κοινωνική συμπεριφορά και νοοτροπία, επομένως και το πολιτικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα.
Στη μεγάλη εικόνα, στον γεωπολιτικό και διεθνή περίγυρο, δεν βρίσκονται πια εγγυήσεις ούτε καν σταθερές αναφορές. Ανατολικά, νότια και βόρεια υπάρχουν από αναστάτωση μέχρι αιματοχυσία, ενώ η ευρωπαϊκή ηγεσία είναι πιο ασθενής από ποτέ, ο οικονομικός δυναμισμός της Ε.Ε. σε υποχώρηση, οι απαντήσεις της στις μεγάλες προκλήσεις του δημογραφικού, της μετανάστευσης και της περιβαλλοντικής καταστροφής ανεπαρκείς. Στις ΗΠΑ ξεκίνησε η περιπέτεια Τραμπ με απρόβλεπτες επερχόμενες αλλαγές σε πλανητικό επίπεδο, ίσως και μέσα από τη νόθευση της δυτικής δημοκρατίας με αυταρχισμό, κάτι που εκ των πραγμάτων θα έχει αντίκτυπο και στην εδώ πλευρά του Ατλαντικού.
Τα τελευταία 15 χρόνια δεν υπήρξε ήρεμη περίοδος και αυτό επηρέασε το πολιτικό σύστημα σε όλα τα επίπεδα.
Σε μια τέτοια ιστορική συγκυρία, με την απουσία μεγάλων αφηγήσεων αμετάκλητη, είναι αναμενόμενο τα κόμματα μιας μικρής, οικονομικά και θεσμικά αδύναμης χώρας, να ακολουθούν τις διεθνείς τάσεις, με κάποια χρονική καθυστέρηση και κάποιες εθνικές ιδιαιτερότητες.
Ετσι, ενισχύεται και εδώ η Ακροδεξιά που αν δεν ήταν κατακερματισμένη θα έφτανε ήδη στο 20%, φυτρώνουν «ούτε δεξιά, ούτε αριστερά» κόμματα (τύπου Κασσελάκη και Ζωής Κωνσταντοπούλου), δεν κυκλοφορούν χαρισματικοί ηγέτες με προεξοφλημένη υστεροφημία, ενώ οι «κάτω» απομακρύνονται από τα παραδοσιακά, συμβατικά κόμματα ψηφίζοντας με θυμό. Τα social media ανταγωνίζονται σε επιρροή τα συμβατικά ΜΜΕ, ο κίνδυνος της αποχής, ειδικά των νεότερων μεγαλώνει, και η ψήφος της τελευταίας στιγμής επιδρά όλο και περισσότερο στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Παράξενος ο επικαιροποιημένος παλιός δικομματισμός. Ποιος είναι πιο κεντρώος; Ο Κυριάκος Μητσοτάκης ή η Αννα Διαμαντοπούλου; Και γιατί τόσοι πρώην υπουργοί του ΠΑΣΟΚ χωρούν τόσο άνετα σε μια κυβέρνηση Ν.Δ.; Πείθει το ΠΑΣΟΚ ή απλώς μικραίνει ο ΣΥΡΙΖΑ; Αποκτά πρωθυπουργικότητα ο Νίκος Ανδρουλάκης ή μόνο αν πέσει το ώριμο φρούτο θα βρεθεί στο Μέγαρο Μαξίμου; Υπάρχει περίπτωση να κοιτάξει προς τα δεξιά η Ν.Δ. μετά τις εκλογές αναζητώντας κυβερνητικό εταίρο; Να αλλάξει ηγεσία πριν από τις εκλογές; Είναι δυνατόν το ΠΑΣΟΚ να συνταχθεί σε προοδευτικό μέτωπο με τον ΣΥΡΙΖΑ του Πολάκη και τη Νέα Αριστερά της Ομπρέλας; Μήπως το κόμμα Κασσελάκη θα μπορεί να συνεργαστεί με το πρώτο κόμμα, όποιο και αν είναι αυτό; Και ο Αλέξης Τσίπρας; Πράγματι, ετοιμάζεται να ηγηθεί νέου πολιτικού φορέα με τον ΣΥΡΙΖΑ ως συνιστώσα; Και αν ναι, δεν είναι πολύ νωρίς; Νωρίς ή αργότερα, θα έχει οποιαδήποτε πιθανότητα επιτυχίας ή ανήκει πια στον παλιό κόσμο; Μήπως ακόμη δεν ξέρουμε πόσα κόμματα θα πάρουν μέρος στις επόμενες εκλογές με πιθανότητα να εκπροσωπηθούν στη Βουλή; Και τι θα συμβεί αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης προτείνει για ΠτΔ ένα εμβληματικό πρόσωπο της Κεντροαριστεράς όπως ο Ευάγγελος Βενιζέλος;
Το βέβαιο είναι ότι, ενώ κανένα από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα δεν φαίνεται πιθανό να κυβερνήσει μόνο του στο ορατό μέλλον ούτε χτίζει συμμαχίες με έναν δυνητικό κυβερνητικό εταίρο, ο νέος δικομματισμός Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ διακινεί στο συλλογικό φαντασιακό τα ωραία χρόνια της γραμμικής ευημερίας. Με τον εφιάλτη της χρεοκοπίας να κάνει αντιφατικούς τους συνειρμούς και με την αίσθηση του ξαναζεσταμένου φαγητού να μη γοητεύει ίσως ούτε τους αποφασισμένους ψηφοφόρους των δύο κομμάτων.

