Την προηγούμενη εβδομάδα γράψαμε για μερικές κατηγορίες του πληθυσμού που κερδίζουν από την επικράτηση του Ντόναλντ Τραμπ στις πρόσφατες αμερικανικές εκλογές. Σήμερα θα γράψουμε για τις ομάδες που χάνουν. Όπως και την προηγούμενη φορά, αυτή δεν θα είναι μια εξαντλητική λίστα. Αλλά θα είναι ενδεικτική, τροφή για σκέψη, για να συνειδητοποιούμε σιγά σιγά το μέγεθος της πολιτικής αλλαγής που συνέβη αυτό το Νοέμβριο. Ποιοι χάσανε λοιπόν; Πρώτα απ’ όλα,
Οι μετανάστες
Η ατμομηχανή της αμερικανικής οικονομίας δεν είναι τα μέταλλα, τα ορυκτά καύσιμα ή οι πρώτες ύλες, αλλά οι μετανάστες. Το ανθρώπινο δυναμικό υψηλής ή χαμηλής κατάρτισης που συρρέει στη χώρα εδώ και αιώνες, προσθέτοντας νέα μυαλά και χέρια. Αυτό είναι η Αμερική, μια δημιουργική, πολυπολιτισμική σούπα (που χτίστηκε πάνω στα πτώματα και τη γη των αυτόχθονων, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Όμως τα τελευταία χρόνια έχει καλλιεργηθεί από γνωστά κέντρα η πεποίηθηση ότι οι μετανάστες είναι εγκληματίες, βιαστές, κακοί άνθρωποι, μιάσματα και με “κακά γονίδια”. Κι όταν λέω “γνωστά κέντρα”, εννοώ τον Ντόναλντ Τραμπ. Αυτός τους αποκαλεί έτσι. Μαζί με τους κολαούζους του (Βανς, Μασκ, Στίβεν Μίλερ κλπ) που ανατροφοδοτούν και αναμεταδίδουν το μήνυμα -ότι, ας πούμε, οι μετανάστες “τρώνε σκύλους και γάτες”- αυτό έχει οδηγήσει το μεταναστευτικό στην κορυφή της ατζέντας, με τον ίδιο τοξικό τρόπο που αυτό έχει συμβεί βεβαίως και σε πολλές άλλες χώρες. Ένα φαινόμενο υπαρκτό, το οποίο έχει μεταβληθεί στον ιδανικό μπαμπούλα. Όντως, μεγάλοι αριθμοί μεταναστών περνούν τα διάτρητα σύνορα της χώρας με το Μεξικό -μεγαλύτεροι από ό,τι στο παρελθόν. Βεβαίως, και επί Τραμπ έμπαιναν. Ούτε αυτός μπόρεσε να σταματήσει τις ροές. Είχε υποσχεθεί να χτίσει ένα “τείχος”, το οποίο μάλιστα θα το πλήρωνε το Μεξικό. Δεν έγινε τίποτε. Τώρα ο Τραμπ υπόσχεται ότι θα “απελάσει άμεσα” δέκα εκατομμύρια “παράνομους μετανάστες”. Κάτι που, εκτός από οικονομική και κοινωνική καταστροφή (πολλοί έχουν παιδιά που έχουν γεννηθεί στις ΗΠΑ και άρα είναι αμερικανοί πολίτες), πιθανότατα είναι και πρακτικά αδύνατο. Αλλά οπωσδήποτε η ζωή όσων είναι μετανάστες ή έχουν μεταναστευτική καταγωγή στις ΗΠΑ θα γίνει χειρότερη. Μετεκλογικά έχουν κυκλοφορήσει πολλές συνεντεύξεις παράνομων μεταναστών ή παιδιών παράνομων μεταναστών (πολίτες των ΗΠΑ, εφόσον γεννήθηκαν στη χώρα) που δηλώνουν ότι ψήφισαν Τραμπ. Ακόμα και όταν οι δημοσιογράφοι τους επισημαίνουν ότι τώρα μπορεί να απελαθούν οι ίδιοι ή οι γονείς τους, μοιάζουν να βρίσκονται σε κάτι σαν άρνηση. Σε έναν παράλληλο κόσμο. Νομίζουν ότι αυτά που λέει ο Τραμπ δεν αφορούν αυτούς, τους σκληρά εργαζόμενους, ή τους τίμιους και σκληρά εργαζόμενους γονείς τους. αλλά κάποιους άλλους.
Η πτώση τους από τα σύννεφα θα είναι σπαραξικάρδια.
Οι γυναίκες
Το 2022 το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έκρινε ότι το δικαίωμα στην άμβλωση κακώς είναι κατοχυρωμένο σε ομοσπονδιακό επίπεδο, ότι κακώς ισχύει παντού. Αυτή η νομική κατοχύρωση ίσχυε από το 1965, μετά την ιστορική απόφαση της υπόθεσης Roe vs. Wade και, παρά τις λυσσαλέες αντιδράσεις των πιο ακραία συντηρητικών και αντιδραστικών πολιτικών κέντρων στη χώρα, άντεχε, εν μέρει και επειδή η μεγάλη πλειοψηφία του λαού το στήριζε. Αυτό πάει τώρα. Κάποιες προοδευτικές πολιτείες έχουν ήδη σπεύσει να κατοχυρώσουν το δικαίωμα στην άμβλωση στα συντάγματά τους, αλλά άλλες την έχουν ήδη πρακτικά απαγορεύσει. Κι αυτό έχει ήδη συνέπειες. Γυναίκες πεθαίνουν επειδή οι γιατροί τους, που κατά τα άλλα εισηγούνται τον τερματισμό της κύησης για λόγους υγείας, φοβούνται να προβούν στις απαραίτητες ιατρικές πράξεις επειδή κινδυνεύουν να βρεθούν στη φυλακή. Το θέμα αυτό υποτίθεται ότι θα κινητοποιούσε την πλειοψηφία του λαού που υπερασπιζόταν τον Roe vs. Wade για να ψηφίσει σε αυτές τις εκλογές -και ιδιαίτερα τις γυναίκες. Η εικόνα γυναικών σε συντηρητικές Πολιτείες που θα ψήφιζαν Χάρις χωρίς να το πούνε στους άντρες ή τους συγγενείς τους απέκτησε χαρακτηριστικά μύθου. Τελικά δεν έγινε κάτι τέτοιο. Μολονότι περισσότερες γυναίκες ψήφισαν Χάρις, δεν ήταν αρκετό. Η εκλογή του Τραμπ τώρα εξασφαλίζει ότι δεν θα υπάρξει καμία νέα νομική πρωτοβουλία σε εθνικό επίπεδο για την επιστροφή στο status quo, και κάνει πιθανή την επιβολή νέων περιορισμών (όπως το να γίνει δυσκολότερη η πρόσβαση σε απαραίτητα φάρμακα για τις εκτρώσεις) τους οποίους η ακροδεξιά στις ΗΠΑ επεξεργάζεται και προετοιμάζει εδώ και πολύ καιρό.
Και υπάρχει και μια άλλη παράλληλη συνέπεια. Ο Τραμπ, ο πιο αντιδημοφιλής υποψήφιος για την Προεδρία εδώ και σαράντα χρόνια, κατάφερε και κέρδισε δύο φορές εκλογές. Και τις δύο φορές, αντίπαλοί του ήταν γυναίκες. Η δεύτερη ήττα μιας εξαιρετικά καταρτισμένης και επιτυχημένης γυναίκας σε εκλογές -και μάλιστα απέναντι στον πιο ακατάλληλο υποψήφιο που έχει υπάρξει- δείχνει ότι αυτό το “γυάλινο ταβάνι” είναι ακόμα πάρα πολύ δύσκολο να σπάσει και ότι ο μισογυνισμός “κόβει” ακόμα πολλές ψήφους. Πότε θα τολμήσει αμερικανικό κόμμα να κατεβάσει ξανά υποψήφια για την Προεδρία γυναίκα; Αν θεωρήσουμε ως δεδομένο ότι θα ξαναγίνουν κάποτε εκλογές σε εκείνη τη χώρα, τουλάχιστο. Που μπορεί και να μην είναι.
Η οικονομία
Η οικονομία; Αυτό μοιάζει παράδοξο. Τα χρηματιστήρια υποδέχτηκαν την εκλογή Τραμπ με πανηγύρια. Οι ολιγάρχες και κάποιοι πλούσιοι γιορτάζουν, γιατί θεωρούν βέβαιη την περαιτέρω μείωση των φόρων τους, την αφαίρεση περιορισμών (περιβαλλοντικών, εργασιακών και άλλων) που ενοχλούσαν τα βραχυπρόθεσμα κέρδη τους, και τη γενικότερη απορρύθμιση της αγοράς. Ωστόσο, αφενός αυτά δεν πρόκειται να οδηγήσουν στην ευημερία ολόκληρου του πληθυσμού. Οι εργαζόμενοι, και ειδικά οι πιο κακοπληρωμένοι, που δεν ανήκουν σε συνδικάτα, θα υποφέρουν περισσότερο από την απορρύθμιση. Αλλά επιπλέον, όλο το μπουκέτο των προεκλογικών υποσχέσεων του Τραμπ (ραγδαία μείωση δαπανών -έως και απόλυτο ξεχαρβάλωμα- στο δημόσιο τομέα, απέλαση εργατών, ιλιγγιώδεις δασμοί στις εισαγωγές, ξεχαρβάλωμα των γιγάντιων προγραμμάτων του Μπάιντεν) δεν είναι καθόλου αναπτυξιακό. Ίσα ίσα, είναι μια συνταγή εσωστρέφειας, ακρίβειας, δημοσιονομικού εκτροχιασμού και, κυρίως, μια ελάχιστα συγκαλυμμένη στρατηγική ανοίγματος νέων ευκαιριών για ακραία, ιλιγγιώδη διαφθορά. Προς το παρόν, βέβαια, ο Τραμπ κληρονομεί από τον Μπάιντεν μια οικονομία που καλπάζει. Όλες και όλοι ξέρουμε ότι από το πρώτο δευτερόλεπτο της διακυβέρνησής του θα οικειοποιηθεί αυτό το επίτευγμα, θα το αποκαλεί δικό του. Μετά, όμως, είναι πολύ πιθανό να στραβώσουν τα πράγματα, πολύ. Μην σας τα λέω εγώ, όμως. Πηγαίνετε να τα διαβάσετε από το Τζόζεφ Στίγκλιτς.
Οι ελευθερίες (του λόγου, των μειονοτήτων)
Στο νέο καθεστώς, όλα τα κινήματα υπεράσπισης δικαιωμάτων κάθε είδους θα πάνε πίσω. Η διαρκής πιπίλα της δήθεν “woke” απειλής δούλεψε και τώρα το κράτος θα είναι απέναντι στην κοινωνία των πολιτών και σε οποιαδήποτε λαϊκή πρωτοβουλία και κίνημα. Και δεν είναι μόνο αυτό. Η αμερικανική κοινωνία νοσεί. Έχει μετατραπεί σε κάτι που μοιάζει πάρα πολύ με τις βουλιαγμένες στον απολυταρχισμό κοινωνίες που περιέγραφε (εκ των υστέρων) η Χάνα Άρεντ. Για ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού -την πλειοψηφία, ίσως-, αυτό που χάνεται τα τελευταία χρόνια δεν είναι χρήματα ή η ελπίδα. Είναι η εμπιστοσύνη και η αλήθεια. Οι Αμερικανίδες και οι Αμερικανοί έχουν “φτάσει στο σημείο που μπορούν ταυτόχρονα να πιστεύουν τα πάντα και τίποτε. Να θεωρούν ότι όλα είναι δυνατά, και τίποτε δεν είναι αληθινό”. Αυτή η κρίση εμπιστοσύνης που, συνακόλουθα, οδηγεί και σε μια βαθιά κρίση των θεσμών, θα κλονίσει όλες τις δομές που υπάρχουν για να προστατεύουν τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας.
Ο Τραμπ έχει υποσχεθεί να επιτεθεί σε όσα ΜΜΕ δεν συμπαθεί, αφαιρώντας τους την άδεια. Έχει ακόμα προτείνει μια επίθεση στην κοινωνία των πολιτών, με μέτρα (καταγραφής, ελέγχων) που θυμίζουν απολυταρχικά καθεστώτα. Ταυτόχρονα, οι σημερινοί τεχνο-Γκαίμπελς εργαλειοποιούν τους αλγορίθμους τους ώστε να μεταδίδουν ακόμα πιο έντονα και ηχηρά ακροδεξιά παραπληροφόρηση, fake news και φανταστικές απειλές στα εκατομμύρια ευάλωτων ακολούθων. Πολλοί τα υποτιμούν όλα αυτά. Θεωρούν (σωστά σε κάποιο βαθμό), πως και η κοινωνία των πολιτών, και οι ελευθερίες ευάλωτων ομάδων ή της έκφρασης έβγαλαν αλώβητες την πρώτη θητεία Τραμπ. Αλλά τότε ο Τραμπ δεν είχε ακόμα συλλέξει εχθρούς. Τα μίνιονς του δεν είχαν ταυτοποιήσει αρκετά γλαφυρά τη “woke” απειλή, τα τρανς άτομα που μπαίνουν σε λάθος τουαλέτα ή τις ανύπαντρες γυναίκες με γάτες. Τότε, επίσης, ο Τραμπ δεν είχε ως σύμμαχο και κολαούζο τον Ήλον Μασκ.
Για σκεφτείτε το: όλα όσα οι ακροδεξιοί συνομωσιολόγοι ισχυρίζονταν ότι κάνει ο Τζορτζ Σόρος στα κρυφά, τώρα τα κάνει ο Ήλον Μασκ στα φανερά. Και δεν τους πειράζει καθόλου. Ενδιαφέρον δεν είναι;
Ο Τζο Μπάιντεν
Μια παρένθεση για κάτι που δεν ενδιαφέρει κανέναν, αλλά σκεφτείτε το αυτό: αν τα πράγματα είχαν πάει διαφορετικά στις εκλογές, ο Τζο Μπάιντεν θα είχε περάσει στην ιστορία ως ένας από τους πιο αποτελεσματικούς Προέδρους στην Ιστορία. Έβγαλε τις ΗΠΑ από το χάος της Covid, γλίτωσε την ύφεση, πέρασε τον πρώτο σοβαρό κλιματικό νόμο, πέρασε ένα μεγάλο αναπτυξιακό πρόγραμμα για να φέρει πίσω τη βιομηχανία και να ανοίξουν καλές δουλειές, μείωσε το κόστος των φαρμάκων και το βάρος των φοιτητικών δανείων, έριξε τον πληθωρισμό από 9% που πήγε μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία σε 2%, εξασφάλισε την ενεργειακή αυτονομία της χώρας και έριξε την ανεργία στα χαμηλότερα επίπεδα εδώ και μισό αιώνα. Και όλα αυτά, έχοντας τη Βουλή των αντιπροσώπων απέναντι. Και μετά, αποχώρησε οικειοθελώς από τη μάχη της επανεκλογής. Έπρεπε να έχει αποχωρήσει νωρίτερα; Πολλά θα μπορούσε να είχε κάνει διαφορετικά. Αλλά αν η Κάμαλα Χάρις είχε κερδίσει, θα είχε κατοχυρωθεί ως ένας σπουδαίος Πρόεδρος, ένας από τους πιο επιτυχημένους όλων των εποχών. Τώρα; Τώρα αφήνει πίσω του ένα πρόσημο απροσδόκητα αρνητικό, μια υστεροφημία κηλιδωμένη. Το βρήκα ενδιαφέρον αλλά, βέβαια, αυτό δεν έχει μεγάλη σημασία για κανέναν εκτός από τον ίδιο. Αντίθετα με το επόμενο:
Η δημοκρατία
Οι περισσότεροι το παρακάμπτουν αυτό, λένε “έλα μωρέ, σιγά”, ή επικαλούνται τα μυθικά “checks and balances” του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, ακόμα, τώρα, το 2024. Στις περισσότερες από τις συζητήσεις που γίνονται ο Τραμπ αντιμετωπίζεται ως άλλος ένας πολιτικός, και η συζήτηση για το “τι θα κάνει” γίνεται με αμιγώς πολιτικούς όρους. Στην πραγματικότητα, δεν πρόκειται για μια απλή Προεδρική θητεία και δεν πρέπει να την προσεγγίζουμε όπως οποιαδήποτε προηγούμενη -ακόμα και η πρώτη δικιά του. Αναλαμβάνει Πρόεδρος κάποιος που δεν αναγνώρισε ποτέ το αποτέλεσμα των προηγούμενων εκλογών. Ένας καταδικασμένος εγκληματίας που έχει επανηλειμμένα δηλώσει την απέχθειά του για την ανεξαρτησία των θεσμών ή τη διάκριση των εξουσιών και θεωρεί εαυτόν υπεράνω “checks and balances”. Ο άνθρωπος που έστειλε έναν όχλο για να καταλάβει το Καπιτώλιο και να ανατρέψει το εκλογικό αποτέλεσμα, αναλαμβάνει τον έλεγχο και των τριών πυλώνων του κράτους. Και την εκτελεστική εξουσία, και τη νομοθετική (τη Γερουσία και το Κογκρέσο) και, επιπλέον, και τη δικαιοσύνη.
Μολονότι οι περισσότεροι παρακάμπτουν τις πιο ακραίες προεκλογικές υποσχέσεις του Τραμπ, δεν μπορεί κανείς να αγνοήσει ότι πλέον, αντίθετα από την προηγούμενη φορά, ο άνθρωπος αυτός περιστοιχίζεται από συμβούλους και αναλυτές οι οποίοι είναι απίστευτα ακραίοι. Το “Project 2025” του ακροδεξιού think tank Heritage Foundation είναι ένα εξαντλητικό και λεπτομερές πλάνο άλωσης του κράτους, ξήλωμα της δημόσιας διοίκησης, αφαίρεσης κάθε ίχνους κράτους πρόνοιας (ό,τι υπάρχει στις ΗΠΑ, τουλάχιστον, που δεν είναι πολύ) και αντικατάσταση όλων των κομβικών δημόσιων λειτουργών με πιστούς του καθεστώτος. Ακόμα και τα μισά από όσα προβλέπει το Project 2025 να γίνουν πραγματικότητα, το αμερικανικό κράτος θα έχει μετατραπεί σε ένα εργαλείο του τραμπικού κόμματος, σε έναν προσωπικό μηχανισμό σχεδόν απόλυτης και ανεξέλεγκτης εξουσίας. Μα, θα πει κανείς, αυτό δεν έγινε την πρώτη φορά. Μόνο που την πρώτη φορά ο Τραμπ ήταν εντελώς άσχετος. Όχι μόνο για βασικά γεωπολιτικά ή οικονομικά θέματα, αλλά και για το τι περιλαμβάνει το επάγγελμα του Προέδρου, ή για το πώς λειτουργεί η δημόσια διοίκηση. Επίσης, την πρώτη φορά είχε ενήλικες δίπλα του, που χρησιμοποιούσαν το κενό γνώσεων και ικανοτήτων που έχασκε αχανές, για να κρατήσουν τα όποια μπόσικα. Τώρα δεν υπάρχουν. Τώρα ο Τραμπ επιδιώκει να διορίσει μόνο πιστούς οπαδούς του για να κάνουν τη δουλειά, την οποία κάποιοι από αυτούς ενδέχεται να έχουν καταλάβει. Τώρα ο Τραμπ ξέρει ότι θέλει να χρησιμοποιήσει το Υπουργείο Δικαιοσύνης ως προσωπικό εργαλείο εκδίκησης για τους αντιπάλους του, και δεν θα δαπανήσει χρόνο για να βάλει πολιτικούς με προϋπηρεσία και γνώσεις για να του φέρνουν αντιρρήσεις, όπως την άλλη φορά. Τώρα θα προτείνει για Υπουργό Δικαιοσύνης τον Ματ Γκατς, έναν από τους πιο παλαβούς και ακραίους βουλευτές στη Βουλή των Αντιπροσώπων, ο οποίος βρισκόταν υπό έλεγχο για sex trafficking και άλλες υποθέσεις από αρμόδια επιτροπή της Βουλής. Αυτή η φορά δεν θα έχει καμία σχέση με την προηγούμενη.
Και μετά, υπάρχει και το Ανώτατο Δικαστήριο.
Το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ έχει εξαιρετικά ευρείες αρμοδιότητες, τεράστια ισχύ και εννέα ισόβια μέλη. Στην πρώτη θητεία του, ο Τραμπ διόρισε τρία. Αυτή τη στιγμή, 6 μέλη είναι “συντηρητικά”, 3 “προοδευτικά”. Αυτή η σύνθεση γύρισε την προστασία στο δικαίωμα στην έκτρωση σε όλες τις ΗΠΑ, και όρισε ότι ο Πρόεδρος δεν μπορεί να διώκεται για εγκλήματα που κάνει στο πλαίσιο των καθηκόντων του, μεταξύ άλλων. Δύο από τα (συντηρητικά) μέλη του Δικαστηρίου είναι 74+ ετών. Μία προοδευτική είναι 70. Αν συναξιοδοτηθούν την ερχόμενη τετραετία, ο Τραμπ θα διορίσει τους αντικαταστάτες τους. Το Δικαστήριο θα είναι εξασφαλισμένα ακραία συντηρητικό για δεκαετίες, προσφέροντας την απαραίτητη υποστήριξη σε όποιον θέλει να ροκανίσει τις φιλελεύθερες αξίες της χώρας.
Αυτά δεν είναι μικροπράγματα. Το ότι ένας άνθρωπος με ξεκάθαρες απολυταρχικές τάσεις και κρυστάλλινη περιφρόνηση για τους δημοκρατικούς θεσμούς έχει μεγάλο βαθμό ελέγχου πάνω σε όλους του αρμούς της εξουσίας στο αμερικανικό πολιτικό σύστημα δεν είναι αμελητέο πράγμα. Δεν γίνεται να παραγνωρίζεται σε καμία συζήτηση για τη διακυβέρνηση Τραμπ και τις συνέπειές της στις ΗΠΑ και στον κόσμο. Είναι 2024 και, αν μη τι άλλο, ξέρουμε τι έχει γίνει στο παρελθόν. Οι δημοκρατίες δεν πέφτουν μόνο με πραξικόπημα. Μπορούν να φθείρονται αργά αργά, με την στήριξη μεγάλου μέρους του λαού, με την σταδιακή διάβρωση της εμπιστοσύνης και της ποιότητας των θεσμών της. Αυτό γίνεται τώρα. Ξεκάθαρα, μπροστά σε όλο τον κόσμο. Είναι μια διαδικασία που έχει ξεκινήσει από το 2016. Δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες. Δεν πρέπει να κλείνουμε τα μάτια στο σοβαρό ενδεχόμενο οι ΗΠΑ του 2024 να βρίσκονται στο στάδιο που βρισκόταν η Γερμανία του 1933. Και το σχέδιο να μπαίνει στην τελική του φάση. Είναι κάπως θλιβερό το ότι η μεγαλύτερη ελπίδα να αποφευχθεί αυτό το σενάριο είναι η ασχετοσύνη και η ανικανότητα των τηλεπαρουσιαστών, των γραφικών και των ακραίων λαϊκιστών που θα διορίσει ο Τραμπ για να κάνουν τη δουλειά.
Εμείς
Οι περισσότερες αναλύσεις που θα διαβάσετε αυτές τις ημέρες θα αφορούν στις επιπτώσεις της εκλογής Τραμπ σε εμάς, την Ελλάδα. Θα είναι όλες λανθασμένες. Βασικά, αυτό δεν είναι απόλυτα ακριβές. Ολόσωστες θα είναι πολλές από αυτές. Απλά θα παρακάμπτουν ένα σημαντικό παράγοντα. Πρώτα απ’ όλα, είναι αλήθεια ότι η πρώτη θητεία Τραμπ ήταν μια χαρά, αν κοιτάξει κανείς στενά τα ελληνικά συμφέροντα. Και ο υπουργός Πομπέο πολύ καλός και φιλικός με εμάς ήταν, και οι συμφωνίες γίνανε, και αυστηροί με τους Τούρκους ήτανε. Η ελληνοαμερικανική σχέση βρέθηκε στο καλύτερο σημείο της. Βεβαίως, οι σχέσεις με την Ελλάδα ή τα ελληνοτουρκικά θέματα είναι πράγματα που δεν βρίσκονται στην ατζέντα του Λευκού Οίκου. Με αυτά ασχολείται αποκλειστικά το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, οπότε είναι κρίσιμο θέμα το ποιος θα αναλάβει υπουργός εξωτερικών στις ΗΠΑ. Πομπέο πια δεν υπάρχει, και ο Μάρκο Ρούμπιο τον οποίο πρότεινε (για ξεκάρφωμα;) ο Τραμπ για τη θέση είναι μια θεωρητικά νορμάλ επιλογή, σε σύγκριση με τους άλλους παλαβούς που έχει προτείνει για άλλα υπουργεία, τουλάχιστο. Αλλά η προσέγγιση των συνεπειών μιας δεύτερης θητείας Τραμπ μέσα από το στενό πρίσμα του πώς αντιμετωπίζει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ την Ελλάδα και τη γειτονιά μας νομίζω ότι είναι λανθασμένη. Γιατί δεν είναι μόνο αυτά που επηρεάζουν τα ελληνικά συμφέροντα. Είναι λίγο σαν να βλέπεις ένα κατεστραμμένο, κατακαμμένο αμάξι με μια ρόδα σε σχετικά καλή κατάσταση και να επικεντρώνεις στη ρόδα και να λες, εντάξει, ωραίο αμάξι. Τα ελληνικά συμφέροντα επηρεάζονται άμεσα από τη στάση των ΗΠΑ σε μια σειρά από άλλα μεγάλα θέματα. Η στάση των ΗΠΑ απέναντι στη Ρωσία, μια χώρα που είναι επίσης σημαντικός εχθρός των ελληνικών και ευρωπαϊκών συμφερόντων, έχει μεγάλη σημασία. Η στήριξη του ΝΑΤΟ, η επιβίωση του άρθρου 5, η διατήρηση της στενής σχέσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, η αποφυγή καταστροφικών δασμών ή περιορισμών στο διατλαντικό εμπόριο είναι κρίσιμα σημεία που θα μας επηρεάσουν πολύ, άμεσα -και σχεδόν σίγουρα, όπως δείχνουν τα πράγματα, σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις αρνητικά. Και βέβαια, υπάρχουν και όλα τα άλλα θέματα της λίστας. Η καταβύθιση της ισχυρότερης δημοκρατίας του κόσμου, σταθερής και διαχρονικής συμμάχου της Ελλάδας, στην απολυταρχία, σίγουρα δεν είναι προς το δικό μας συμφέρον. Κι αυτό δεν πρέπει να το παραλείπει καμία ανάλυση.
Τέλος, ίσως το σημαντικότερο απ’ όλα: ο πλανήτης
Το πρώτο πράγμα που έκανε ο Ντόναλντ Τραμπ όταν ανέλαβε Πρόεδρος, ήταν να βγάλει τις ΗΠΑ από τη Συνθήκη του Παρισιού. Σε έναν άλλο κόσμο, αυτό θα ήταν το πρώτο κριτήριο για ορθολογικούς ψηφοφόρους και το μοναδικό που θα χρειαζόταν για να επιλέξει κανείς τι θα ψηφίσει την 5η Νοεμβρίου του 2024. Ο Τραμπ εξακολουθεί να αμφισβητεί την ύπαρξη της κλιματικής αλλαγής και, όπως έκανε και στην πρώτη του θητεία, θα ξεχαρβαλώσει ό,τι υπάρχει από περιβαλλοντική προστασία στην αμερικανική νομοθεσία, και θα μπλοκάρει το θαρραλέο επενδυτικό πακέτο με κίνητρα για την ενεργειακή μετάβαση του Μπάιντεν. Δεν ζήτησε ένα δισεκατομμύριο μίζα -ανοιχτά, στα φανερά- από το πετρελαϊκό λόμπι έτσι για πλάκα. Χωρίς τις ΗΠΑ, τη χώρα που έχει εκπέμψει τα περισσότερα αέρια του θερμοκηπίου στην ιστορία, το παγκόσμιο, φλέγον πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται. Και μόνο γι’ αυτό το λόγο, ο κόσμος μας τώρα είναι χειρότερος, και το μέλλον μας χωρίς καμία αμφιβολία πιο ζεστό, ασφυκτικό και δύσκολο.

