Ο Γιάννης Μπουτάρης πέρασε στη χορεία των μεγάλων και όπως ο ίδιος έλεγε, η Ιστορία θα τον κρίνει αν ήταν καλός δήμαρχος.
Δεν ήταν «άγιος», ούτε διεκδικούσε φωτοστέφανο. Είχε τις καλές και τις κακές του στιγμές, αλλά και την τόλμη να αναγνωρίζει τα λάθη του.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος, ο Μπουτάρης θα μείνει στην Ιστορία κυρίως για την ανάδειξη του πολυπολιτισμικού παρελθόντος της Θεσσαλονίκης, μακριά από εθνικούς μύθους. Εγινε το «αερικό που έδιωξε τα φαντάσματα του παρελθόντος», όπως πολύ εύστοχα σημείωσε ο Ευάγγελος Βενιζέλος, με κορυφαία στιγμή αυτή της «μεγάλης συγγνώμης» για τον δισταγμό της πόλης να μνημονεύσει «την πιο ζοφερή στιγμή της ιστορίας της», αυτή της εξόντωσης του εβραϊκού στοιχείου στα στρατόπεδα της ναζιστικής Γερμανίας.
Οπως το είχε καταγράψει για την «Κ» το 2014, με αφορμή τα αποκαλυπτήρια στον χώρο του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου του μνημείου σε ανάμνηση του παλαιού εβραϊκού νεκροταφείου, με τις 300.000 τάφους, το οποίο καταστράφηκε ολοσχερώς το 1942 από την τότε δημοτική αρχή, αισθάνθηκε την ανάγκη ως δήμαρχός της, 70 χρόνια μετά, να «ξεπλύνει την ντροπή». Ενώπιον εκπροσώπων της πολιτείας, εβραϊκών οργανώσεων, πρυτανικών αρχών κ.ά., προέβη σε μια ομιλία, στην οποία είπε, ανοιχτά, πράγματα τα οποία η τοπική κοινωνία –ή όσοι όριζαν την τύχη της επί δεκαετίες– προσπαθούσε να απωθήσει στη λήθη.
«Η πόλη της Θεσσαλονίκης άργησε αδικαιολόγητα να σπάσει τη σιωπή της. Σήμερα, όμως, μπορεί να λέει ότι ντρέπεται για όσους γείτονες καταχράστηκαν περιουσίες, για όσους πρόδωσαν εκείνους που προσπάθησαν να διαφύγουν. Κυρίως, ντρέπεται για τις Αρχές της: για τον δήμαρχο και τον γενικό διοικητή που συμφώνησαν αδιαμαρτύρητα να καταστρέψουν οι εργάτες του δήμου εν μια νυκτί 500 χρόνια μνήμης και να μετατρέψουν το μεγαλύτερο εβραϊκό νεκροταφείο της Ευρώπης σε κρανίου τόπο. Ντρέπεται για τον έφορο της αρχαιολογικής υπηρεσίας, που “εξεπλάγη” όταν το 1946 η εβραϊκή κοινότητα διαμαρτυρήθηκε για τη χρήση των επιτύμβιων πλακών ως οικοδομικού υλικού για την ανοικοδόμηση του ναού του Αγίου Δημητρίου. Και ντρέπεται για εκείνους τους πρυτάνεις που μετά τον πόλεμο έχτισαν την πανεπιστημιούπολη δίπλα και πάνω στα κατεστραμμένα μνήματα. Δεν έχει νόημα να απολογούμαστε εμείς σήμερα για τις πράξεις τους – η ευθύνη ούτε συλλογική είναι ούτε μεταβιβάζεται. Αναγνωρίζουμε, ωστόσο, ότι οι θεσμοί που εκπροσωπούμε δεν γεννήθηκαν χθες. Είναι φορείς μνήμης με συνέχεια στον χρόνο. Αναγνωρίζουμε, δηλαδή, ότι η απώλεια των 56.000 Εβραίων Θεσσαλονικέων είναι απώλεια για όλους μας – χριστιανούς, Εβραίους, μουσουλμάνους, άθεους και αγνωστικιστές. Το Ολοκαύτωμα δεν σφράγισε μόνο το παρελθόν της πόλης μας, έκανε κάτι χειρότερο: της έκλεψε το μέλλον». Είπε σκληρές αλήθειες, για τις οποίες οι πολλοί τον αγάπησαν και λίγοι τον μίσησαν. Αυτός όμως ήταν ο Γιάννης Μπουτάρης.

