Η κακοδαιμονία της εξωτερικής πολιτικής

3' 30" χρόνος ανάγνωσης

Η εξωτερική πολιτική της χώρας ανέκαθεν προκαλούσε έντονες αντιθέσεις. Σχεδόν ολόκληρο το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα χαρακτηρίζεται από μόνιμες αψιμαχίες για το μεγάλο ζήτημα που ήταν η Κύπρος, όπως ανάγλυφα αναδεικνύει η πρόσφατη σειρά ντοκιμαντέρ του Αλέξη Παπαχελά «Σκοτεινή δεκαετία». Είναι το θέμα που επανέρχεται με αμείωτη ένταση και ο λόγος που εντέλει, μετά τη μετάβαση στη δημοκρατία, έκανε τον Καραμανλή να αποσύρει την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος του ΝΑΤΟ – γεγονός που βέβαια χαιρέτισε και η παραδοσιακά αντιαμερικανική Αριστερά της εποχής ως δική της έμπνευση.

Μετά την εισβολή του 1974, οι σχέσεις με την Τουρκία ανάγονται βέβαια στο μεγάλο αγκάθι της εξωτερικής πολιτικής. «Βυθίσατε το Χόρα», θα έλεγε με στόμφο ο πολύς Ανδρέας Παπανδρέου, αμφισβητώντας την ικανότητα της κυβέρνησης Καραμανλή να διαχειριστεί την κρίση του 1976 για την άδεια αναζήτησης και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων πετρελαίου. Την ένταση εκμεταλλεύτηκαν εμπορικά τα υφάσματα «Αιγαίον» με σειρά χιουμοριστικών διαφημιστικών σποτ με τη σταρ της εποχής Μαριάννα Τόλη («Μαριάννα, τι γίνεται στο Αιγαίο;»), ενώ το αναρχικό σλόγκαν «Το Αιγαίο ανήκει στα ψάρια του» θα γνώριζε δόξες. Πέρα από το χιούμορ, μια πλειάδα θεμάτων που ακόμα ταλανίζουν την εξωτερική πολιτική της χώρας, από την υφαλοκρηπίδα έως τις εναέριες παραβιάσεις, έχουν ως αφετηρία τους εκείνα τα κρίσιμα χρόνια των ’70s. Ο ίδιος ο Παπανδρέου θα βρισκόταν στο μάτι του κυκλώνα μία δεκαετία αργότερα, το 1987, με το ζήτημα του casus belli για τα ύδατα να φέρνει τη χώρα στα πρόθυρα πολεμικής σύρραξης με τη γείτονα. H διπλωματία των σεισμών και των ζεϊμπέκικων θα επέφερε σχετική σύμπνοια μετά την κρίση των Ιμίων και του Οτσαλάν. Ομως η πόλωση επανήλθε το 2004 με το Σχέδιο Ανάν, που στήριξε η απερχόμενη κυβέρνηση Σημίτη, υπονόμευσε εμμέσως, πλην σαφώς, ο Κώστας Καραμανλής, πριν το ενταφιάσει ο Τάσσος Παπαδόπουλος με το δραματικό διάγγελμά του.

Η είσοδος της Ελλάδας στην ΕΟΚ, που πλέον θεωρείται από τα μεγάλα επιτεύγματα της χώρας στη Μεταπολίτευση, είχε βέβαια υπάρξει και αυτή θέμα συγκρούσεων και διαξιφισμών. «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο», διακήρυττε ο Ανδρέας, πριν τα πάρει πίσω μετά τη νίκη του ΠΑΣΟΚ το ’81. Το θέμα βέβαια δεν τέθηκε ποτέ σε δημοψήφισμα – είτε από τον Καραμανλή, ως αρχιτέκτονα της ένταξης, αλλά ούτε και από τον Ανδρέα, παρότι επαγγελλόταν την προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία για την επικύρωσή της. Το καραμανλικό «ανήκομεν εις την Δύσιν» έμεινε ακλόνητο παρά το επίμονο φλερτάρισμα του Ανδρέα με τον επαναστατικό τριτοκοσμισμό. Το ζήτημα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης της χώρας βέβαια θα δοκιμαζόταν σκληρά την περίοδο της οικονομικής κρίσης, γεγονός που επικαθόρισε την εσωτερική πολιτική αντιπαράθεση – με απόγειο το δημοψήφισμα του ’15.

Φυσικά, από το 1991 και τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, το άλλο μεγάλο ζήτημα ήταν το Μακεδονικό, το οποίο προκάλεσε εν πολλοίς και την πτώση της κυβέρνησης Μητσοτάκη με τη δημιουργία της βραχύβιας Πολιτικής Ανοιξης του επανακάμψαντος τώρα (πάντα σε μια λογική «ιερών και οσίων») Αντώνη Σαμαρά. Το Μακεδονικό μονοπώλησε το ενδιαφέρον για μεγάλο χρονικό διάστημα, παρότι η ενδιάμεση συμφωνία που επήλθε μετά το εμπάργκο επέφερε κάποιες συγκλίσεις μεταξύ των μεγάλων κομμάτων. Σύμφωνα με τον Ευάγγελο Βενιζέλο, διατελέσαντα και υπουργό Εξωτερικών στο παρελθόν, όποια σύγκλιση έχει λάβει χώρα μεταξύ των μεγάλων κομμάτων στα εθνικά θέματα ήταν ανέκαθεν στη βάση του δόγματος της «στρατηγικής ακινησίας». Ομως η συμφωνία των Πρεσπών το 2018 έσπασε το δόγμα, λύνοντας μια χρονίζουσα διαφορά που επιβάρυνε και τις διεθνείς σχέσεις της χώρας, αλλά επαναφέροντας το φάντασμα του Βουκεφάλα και των συλλαλητηρίων.

Μένει να δούμε εάν η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να παραπέμψει το θέμα των χωρικών υδάτων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, κεφαλαιοποιώντας την περίοδο των «ήρεμων νερών» με τη γείτονα. Αυτή τη στιγμή μοιάζει να στερείται του πολιτικού κεφαλαίου για να προχωρήσει μόνη της σε διευθέτηση ενός τόσο μεγάλου θέματος και είναι λογικό να αναζητήσει ευρύτερες συγκλίσεις. Γι’ αυτόν τον λόγο ένας σχολιαστής έγραψε πως θα ήταν ευχής έργον εάν ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ δεν σταθούν εξίσου «μικρόψυχοι» όσο ο Μητσοτάκης στο ζήτημα των Πρεσπών και τον στηρίξουν. Βέβαια, αυτού του είδους η μεγαλοψυχία κάθε άλλο παρά χαρακτηρίζει την ελληνική πολιτική σκηνή στα μεγάλα θέματα, τα οποία ανέκαθεν διέπονταν από μικροπολιτικές σκοπιμότητες. Είναι πολύ πιθανό η Ν.Δ. να θερίσει τώρα τον διχασμό που έσπειρε το 2018, επιβεβαιώνοντας την κακοδαιμονία της εξωτερικής πολιτικής.

*Ο κ. Κωστής Κορνέτης είναι επίκουρος καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης.

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT