Από όλες της ιστορίες με τραγική κατάληξη ανά το πέρασμα των αιώνων, εκείνη της έκρηξης του Βεζούβιου το 79 π.Χ. είναι από τις πιο ευρέως γνωστές. Η ολική καταστροφή που προκλήθηκε, που σύμφωνα με ηφαιστειολόγους διήρκεσε 32 ώρες, άφησε πίσω της στάχτες και ερείπια εκεί όπου άλλοτε υπήρχε μια γεμάτη ζωή ρωμαϊκή πόλη.
Περίπου 20.000 με 30.000 άνθρωποι ζούσαν μέσα και γύρω από την Πομπηία, ενώ ιστορικά στοιχεία δείχνουν πως οι περισσότεροι έφυγαν κατά τα πρώτα στάδια της καταστροφής. Ανασκαφές που έχουν πραγματοποιηθεί από το 1748 και ύστερα έχουν φέρει στο φως περίπου 1.300 θύματα.
Οι περισσότεροι θάνατοι θεωρείται ότι σημειώθηκαν κατά τη δεύτερη ημέρα –19 ώρες δηλαδή μετά την πρώτη έκρηξη– όταν σύννεφα τέφρας και αερίου, που ονομάζονται πυροκλαστικές ροές, έπνιξαν τους κατοίκους που είχαν μείνει πίσω.
Τι έδειξε η νέα μελέτη
Σήμερα, το αρχαιολογικό πάρκο στην περιοχή προσελκύει έως και 4 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως. Ο Γκάμπριελ Ζουχτρίγκελ, γενικός διευθυντής του πάρκου, έχει αναφέρει πως η εστίαση στην έκρηξη καθ’ εαυτή «μονοπωλούσε» την ιστορική μνήμη της πόλης. Νέες ανασκαφές όμως αναδεικνύουν την Πομπηία ως παράδειγμα της ανθρώπινης επιβίωσης και προσαρμοστικότητας, κι όχι μόνο ως μια ιστορία αφανισμού.
Η μελέτη, της οποίας ηγήθηκε ο δρ Ζουχτρίγκελ και δημοσιεύτηκε φέτος το καλοκαίρι στο E-Journal των ανασκαφών της Πομπηίας, ενισχύει μια θεωρία που διαμορφώνεται σταδιακά τα τελευταία 100 χρόνια.
Τα αντικείμενα που βρέθηκαν σε πρόσφατες ανασκαφές στην Insula Meridionalis, μια συνοικία στο νότιο τμήμα της πόλης, αποκάλυψαν πως υπήρχε μια αόρατη πόλη ακόμα και μετά την έκρηξη.
«Απόκληροι και περιθωριοποιημένοι»
Οπως σημειώνει ο δρ Ζουχτρίγκελ, υπήρχαν «απόκληροι» και «κοινωνικά περιθωριοποιημένοι» που ζούσαν ανάμεσα στα ερείπια για αιώνες. Ειδικότερα, ζούσαν στους πάνω ορόφους κτιρίων που ήταν αρκετά ψηλά ώστε να αναδύονται πάνω από τα βουνά της ηφαιστειακής τέφρας.
Σε συνέντευξή του, ο δρ Ζουχτρίγκελ δήλωσε ότι, ενώ οι αρχαιολόγοι γνώριζαν πως υπήρχαν στοιχεία που να δείχνουν πως η Πομπηία κατοικήθηκε ξανά, έτειναν να τα αγνοούν.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η προσήλωση στην εύρεση καλοδιατηρημένων ρωμαϊκών αντικειμένων είχε ως αποτέλεσμα αυτά τα «μικρά ίχνη» διάσπαρτων οικισμών να μην καταγράφονται.
Η νέα μελέτη δείχνει ότι οι πρόσφυγες ενώθηκαν με νεοαφιχθέντες που ήρθαν για να διασώσουν ό,τι μπορούσαν από τη θαμμένη πόλη.
«Νομίζω ότι είναι αρκετά φυσιολογικό οι άνθρωποι να προσπαθούν να επιστρέψουν το συντομότερο δυνατό, όχι μόνο για να σκάψουν για αυτά τα αντικείμενα, αλλά επειδή δεν είχαν και πολλές άλλες επιλογές», λέει ο δρ Ζουχτρίγκελ.
Με πληροφορίες από New York Times

