Η απειλή του Ντόναλντ Τραμπ να εγκαταλείψει την Ουκρανία στην τύχη της ενισχύει την άποψη που συζητείται εδώ και καιρό για τη χρήση των ρωσικών κεφαλαίων αξίας δισ. δολαρίων που έχουν κατασχεθεί, με σκοπό την αγορά όπλων για τις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις και την ανοικοδόμηση της καθημαγμένης χώρας.
Τα χρήματα, περίπου 300 δισ. δολάρια που ανήκαν στην κεντρική τράπεζα της Ρωσίας, τα «πάγωσαν» οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Βρετανία και άλλοι μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο του 2022. Στόχος ήταν να τιμωρηθεί ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν για την απρόκλητη επίθεσή του και να διακοπεί η ροή κεφαλαίων που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει στον πόλεμο.
Καθώς ο πόλεμος μπήκε στον τέταρτο χρόνο του, ένας αυξανόμενος αριθμός αξιωματούχων στην Ευρώπη και αλλού ζητά να αποδεσμευθούν τα χρήματα για να ενισχυθεί αμέσως η Ουκρανία.
Η πρόταση συζητείται εντονότερα τώρα, καθώς ο Τραμπ υποσχέθηκε να μεσολαβήσει γρήγορα σε μια συμφωνία για τον τερματισμό του πολέμου, ενώ πλέον ανακοίνωσε ότι «παγώνει» τη βοήθεια των ΗΠΑ στην Ουκρανία.
«Φτάνουν τα λόγια, ήρθε η ώρα για δράση!», έγραψε ο Πολωνός πρωθυπουργός Ντόναλντ Τουσκ στην κοινωνική πλατφόρμα Χ τον περασμένο μήνα. «Ας χρηματοδοτήσουμε τη βοήθειά μας για την Ουκρανία από τα “παγωμένα” περιουσιακά στοιχεία της Ρωσίας».
Enough talking, it’s time to act! 1. Let’s finance our aid for Ukraine from the Russian frozen assets. 2. Let’s strengthen air policing, the Baltic sentry and the EU borders with Russia. 3. Let’s swiftly adopt new fiscal rules to finance the EU security and defence. Now!
— Donald Tusk (@donaldtusk) February 20, 2025
Η Εσθονία, η Λιθουανία και η Λετονία συμμετείχαν στο κάλεσμα. «Είναι καιρός τώρα να κάνουμε το επόμενο βήμα», είπε ο Μάργκους Τσάχνα, ο υπουργός Εξωτερικών της Εσθονίας, τον περασμένο μήνα, αφού υπέβαλε έγγραφο συζήτησης για το θέμα στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Ο Φίλιπ Ντ. Ζέλικοφ, ανώτερος συνεργάτης στο Ινστιτούτο Χούβερ στο Στάνφορντ και πρώην διπλωμάτης που μελετούσε πώς να μεταφέρει τα περιουσιακά στοιχεία στην Ουκρανία, είπε: «Αυτό το θέμα είναι πλέον μπροστά και στο επίκεντρο».
Τόνισε ότι οι αμερικανικές τράπεζες κατείχαν μόνο ένα μικρό τμήμα των «παγωμένων» περιουσιακών στοιχείων της Ρωσίας. Το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων (περίπου 250 δισ. δολάρια) βρίσκεται σε χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, στον Καναδά, στη Βρετανία, στην Αυστραλία, στην Ιαπωνία και στη Σιγκαπούρη, σύμφωνα με ανάλυση του κ. Ζέλικοφ. Αυτό σημαίνει ότι ένα μπλοκ εθνών θα μπορούσε να κινηθεί για να τα χρησιμοποιήσει ακόμη κι αν οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν ακολουθούσαν το σχέδιο, είπε.
«Πάγωμα»
Μετά την εισβολή, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Ευρώπη και άλλοι σύμμαχοι εκμεταλλεύτηκαν γρήγορα την κυριαρχία τους στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και «πάγωσαν» τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία που κατείχαν τα χρηματοπιστωτικά τους ιδρύματα. Αργότερα, οι βιομηχανοποιημένες δημοκρατίες που αποτελούν την Ομάδα των 7 (G7) δεσμεύτηκαν να διατηρήσουν τα κεφάλαια «μέχρι η Ρωσία να πληρώσει για τη ζημία που προκάλεσε στην Ουκρανία».
Η τελευταία εκτίμηση για την αποκατάσταση αυτής της ζημίας είναι 524 δισ. δολάρια σε 10 χρόνια, σύμφωνα με μια ενημέρωση που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα από την Παγκόσμια Τράπεζα.
Ωστόσο, το κατά πόσον θα παραδοθούν τα χρήματα του Κρεμλίνου στην Ουκρανία αντί να απαγορεύεται απλώς η πρόσβαση της Ρωσίας σε αυτά, παραμένει αμφιλεγόμενο θέμα.
Νομικοί εμπειρογνώμονες και κυβερνητικοί αξιωματούχοι –συμπεριλαμβανομένων ορισμένων που εργάστηκαν για τον τέως πρόεδρο Τζο Μπάιντεν– προειδοποίησαν ότι η κατάσχεση των χρημάτων θα μπορούσε να παραβιάσει το διεθνές δίκαιο και να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στα δυτικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Και υπήρχε ανησυχία ότι τα αμερικανικά και τα ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία που διατηρούνται σε άλλες χώρες ενδέχεται να κινδυνέψουν περισσότερο στο μέλλον εάν προκύψει διαφωνία.
Ωστόσο, αρκετοί νομικοί εμπειρογνώμονες και πρώην κυβερνητικοί αξιωματούχοι, συμπεριλαμβανομένων του πρώην υπουργού Οικονομικών των ΗΠΑ Λόρενς Σάμερς, του πρώην προέδρου της Παγκόσμιας Τράπεζας Ρόμπερτ Ζέλικ και του καθηγητή Νομικής στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ Λόρενς Τράιμπ, θεωρούν ότι τόσο τα νομικά όσο και τα οικονομικά εμπόδια της μεταφοράς των ρωσικών κεφαλαίων στην Ουκρανία μπορούν να ξεπεραστούν και να δώσουν στην Ουκρανία την ενίσχυση που έχει ανάγκη.

