Η βρετανική κυβέρνηση επιβεβαίωσε την πρόθεσή της να αξιοποιήσει την Τεχνητή Νοημοσύνη (AI) για την επίσπευση της διαδικασίας ασύλου, καθώς ο αριθμός των εκκρεμών υποθέσεων έχει ξεπεράσει κάθε προηγούμενο και η πολιτική πίεση αυξάνεται.
Σύμφωνα με το Reuters, στόχος είναι να μειωθεί το τεράστιο βάρος από τις σχεδόν 91.000 υποθέσεις που παραμένουν αδιεκπεραίωτες, πολλές από τις οποίες λιμνάζουν για πάνω από έξι μήνες.
Το νέο σύστημα προβλέπει τη χρήση AI για την παροχή σύντομων περιλήψεων βασικών συνεντεύξεων και στοιχείων χώρας προέλευσης, με σκοπό την επιτάχυνση των αποφάσεων.
Oμως, δικηγόροι και οργανώσεις ανθρωπίνων και ψηφιακών δικαιωμάτων κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: η ζωή προσφύγων και αιτούντων άσυλο μπορεί να εξαρτάται από εσφαλμένες ή παραπλανητικές περιλήψεις που συντάσσει ένα σύστημα χωρίς ευθύνη.
Σύμφωνα με την οργάνωση Foxglove, οι πιλοτικές δοκιμές του κυβερνητικού εργαλείου AI κατέγραψαν σοβαρές αδυναμίες: σχεδόν το 9% των περιλήψεων ήταν ανακριβείς, ενώ σχεδόν το ένα τέταρτο των χρηστών δεν δήλωσε «πλήρη εμπιστοσύνη» στα αποτελέσματα. Επιπλέον, πολλές περιλήψεις δεν περιελάμβαναν σαφείς αναφορές στα λεγόμενα των αιτούντων.
Η Λόρα Σμιθ, νομική διευθύντρια του Joint Council for the Welfare of Immigrants, χαρακτήρισε «βαθιά ανησυχητική» την πρόθεση του κράτους να βασιστεί στην Τεχνητή Νοημοσύνη για αποφάσεις ζωής και θανάτου.
«Η κυβέρνηση οφείλει να επενδύσει σε καλά εκπαιδευμένους, υπεύθυνους λειτουργούς — όχι να εκχωρεί τέτοιες αποφάσεις σε αλγορίθμους», δήλωσε.
Ο φόβος για μεροληψία και «ψηφιακή απανθρωποποίηση» εντείνεται από το προηγούμενο του 2020, όταν το υπουργείο Εσωτερικών της Βρετανίας αναγκάστηκε να αποσύρει ένα αυτοματοποιημένο σύστημα αξιολόγησης αιτήσεων θεώρησης, το οποίο βαθμολογούσε τους αιτούντες με βάση τη χώρα προέλευσης.
Την ίδια στιγμή, το κυβερνών Εργατικό Κόμμα υποστηρίζει πως η προσθήκη της Τεχνητής Νοημοσύνης εντάσσεται σε ένα ευρύτερο σχέδιο επιτάχυνσης των διαδικασιών, προσλήψεων νέων υπαλλήλων και συγκρότησης μονάδας επιταχυνόμενων επιστροφών.
Ωστόσο, οργανώσεις όπως το Refugee Council προειδοποιούν ότι τέτοιες ενέργειες στο παρελθόν οδήγησαν σε κακές αποφάσεις, αύξηση των προσφυγών και μεγαλύτερη συμφόρηση στα δικαστήρια.
Η χρήση της AI σε ένα τόσο ευαίσθητο πεδίο γίνεται τη στιγμή που η μετανάστευση στη Βρετανία αγγίζει ιστορικά υψηλά.
Οι καθαρές αφίξεις για το 2024 έφτασαν τις 728.000, ενώ φέτος έχουν ήδη διασχίσει τη Μάγχη πάνω από 10.000 άτομα — αύξηση 40% σε σχέση με πέρυσι.
Η Σούζι Αλέγκρε, δικηγόρος ανθρωπίνων δικαιωμάτων, επισημαίνει πως οι νομικές προσφυγές ενάντια σε αποφάσεις που βασίζονται σε αυτοματοποιημένες περιλήψεις θα είναι εξαιρετικά δύσκολες.
«Οι δικηγόροι θα πρέπει να γνωρίζουν ακριβώς τι ρόλο έπαιξε η AI σε κάθε απόφαση», δήλωσε.
Στο ευρύτερο πλαίσιο, η Βρετανία δεν είναι μόνη. Οι κυβερνήσεις διεθνώς πειραματίζονται με ψηφιακά εργαλεία διαχείρισης της μετανάστευσης: ο Τραμπ έχει εντείνει τη χρήση AI και ρομποτικών περιπόλων για τον έλεγχο των συνόρων, ενώ η Γερμανία χρησιμοποιεί από το 2017 σύστημα αναγνώρισης διαλέκτου για να εντοπίζει τη χώρα προέλευσης των αιτούντων.
Ομως, όπως προειδοποιεί η Κατερίνα Ροντέλι από την οργάνωση Access Now, οι αιτούντες άσυλο γίνονται πειραματόζωα για τεχνολογίες που εύκολα μπορεί να περάσουν αργότερα στην πρόνοια, τις κοινωνικές παροχές ή την αποπληρωμή χρεών.
Reuters

