«Είναι σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά»
είναι-σαν-να-μην-αλλάζει-πραγματικά-η-563388607

«Είναι σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά»

Μία αεροσυνοδός, μία μαία, ένας εργαζόμενος στην εστίαση και ένας δημοσιογράφος, που έχουν περάσει στο παρελθόν τη βραδιά της Πρωτοχρονιάς δουλεύοντας, μοιράζονται με την «Κ» την εμπειρία τους

Είναι η στιγμή που οι κανονικοί ρυθμοί «παγώνουν» και όλοι αφήνουν στην άκρη τις υποχρεώσεις για να βρεθούν με τους αγαπημένους τους ανθρώπους και να μετρήσουν αντίστροφα για τη νέα χρονιά. Σχεδόν όλοι. Κάθε χρόνο στην αλλαγή της χρονιάς υπάρχουν και κάποιοι που «μένουν πίσω» και συνεχίζουν τη δουλειά τους ακάθεκτοι.

Είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται μπροστά και πίσω από την κουζίνα για να προετοιμάσουν και να σερβίρουν τα πρώτα πιάτα και ποτά της χρονιάς για εκείνους που αποφασίζουν να γιορτάσουν την Πρωτοχρονιά εκτός. Αυτοί που συνεχίζουν άοκνοι τη βάρδιά τους από κάθε πόστο στα νοσοκομεία, ακόμα και εκείνοι που πρέπει να είναι «εκεί» για να ανανεώνουν την ειδησεογραφία που συνεχίζει να τρέχει. Μερικά μόνο από τα επαγγέλματα που δεν έχουν την πολυτέλεια να πατούν «pause» τη στιγμή της αλλαγής του χρόνου. 

Αναζητήσαμε επαγγελματίες που στο παρελθόν έχει χρειαστεί να δουλέψουν τις τελευταίες ώρες του παλιού και τις πρώτες ώρες του νέου χρόνου ώστε να μοιραστούν μαζί μας την εμπειρία τους. Η οποία είναι πάντα περίεργη και δύσκολη, αλλά καμιά φορά βρίσκει τρόπο να χωρέσει το γιορτινό πνεύμα. 

Η Γιοχάννα Καλαφούτη έχει κάνει διπλή Πρωτοχρονιά στον αέρα

«Είναι σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά»-1

Ημουν για χρόνια αεροσυνοδός, πλέον είμαι εκπαιδεύτρια. Ολοι όσοι κάνουμε επαγγέλματα 24 ώρες τη μέρα, 12 μήνες τον χρόνο, έχουμε κάνει πολλές Πρωτοχρονιές έξω από τα σπίτια μας.

Το πιο χαρακτηριστικό που θυμάμαι από Πρωτοχρονιά είναι μετά από ένα ταξίδι 14 ημερών που πήγαμε Σιγκαπούρη – Σίδνεϊ – Τόκιο. Ηταν 31 του μηνός και επιτέλους γυρίζαμε σπίτι μας για να κάνουμε Πρωτοχρονιά, καθώς λείπαμε τα Χριστούγεννα. Απογειωθήκαμε λοιπόν από τη Σιγκαπούρη με προορισμό Αθήνα, και την ώρα που απογειωνόμασταν η Σιγκαπούρη υποδεχόταν τον καινούργιο χρόνο. Εμείς βλέπαμε τα βεγγαλικά και τα φώτα σιγά σιγά να μικραίνουν από κάτω μας. 

Μετά από μερικές ώρες στον αέρα που είχαμε σερβίρει κανονικό φαγητό και χριστουγεννιάτικα γλυκά, ο κυβερνήτης μίλησε μέσα στη νύχτα, σχεδόν όλοι κοιμόντουσαν. Είπε: «Ανάψτε τα φώτα! Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα μπαίνει η καινούργια χρονιά. Σας εύχομαι χρόνια πολλά και η καινούργια χρονιά να σας φέρει ό,τι επιθυμείτε. Μιλήστε με τους διπλανούς σας, είναι μία ευκαιρία αλλάζοντας ο χρόνος να γνωρίσετε καινούργιους ανθρώπους. Τα κορίτσια μας θα μοιράσουν ένα ποτό και γλυκά. Εμείς οι ιπτάμενοι, της καμπίνας και του πιλοτηρίου, έχουμε αισθανθεί τη μοναξιά τέτοιες μέρες μακριά από το σπίτι μας πολλές φορές». 

Χορέψαμε, ήπιαμε, ξαναχορέψαμε, ξαναήπιαμε. Πέντε η ώρα ήμουν στο κρεβάτι μου ευτυχισμένη, γιατί τελικά οι συνεργάτες και συνάδελφοι ήταν και καλοί φίλοι. 

Θυμάμαι μία Πρωτοχρονιά επίσης να είμαι κλεισμένη σε ξενοδοχείο στη Νέα Υόρκη. Εβλεπα την αλλαγή του χρόνου στην τηλεόραση και ξαφνικά χτύπησε η πόρτα. Ανοίγω με τη ρόμπα και αντικρίζω όλο μου το πλήρωμα απ’ έξω να μου λέει: «Ακόμα να ντυθείς; Φεύγουμε!». «Πού πάμε, ρε παιδιά; Εγώ είμαι με τις ρόμπες, γιατί δεν με ειδοποιήσατε;» λέω. «Γιατί θέλαμε να σου κάνουμε έκπληξη, τρώγαμε μέχρι τώρα και θα πάμε στα μπουζούκια». Πολύ γρήγορα ντύθηκα –ευτυχώς που είχα καλά ρούχα μαζί μου– και πήγαμε στο ελληνικό μπουζουξίδικο, όπου χορέψαμε, ήπιαμε, ξαναχορέψαμε, ξαναήπιαμε. Πέντε η ώρα ήμουν στο κρεβάτι μου ευτυχισμένη, γιατί τελικά οι συνεργάτες και συνάδελφοι ήταν και καλοί φίλοι. 

Η Ελένη Γεωργακοπούλου έκανε την πρώτη γέννα της χρονιάς εν μέσω πανδημίας

«Είναι σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά»-2Είμαι μαία και χρειάστηκε να κάνω βάρδια στην αλλαγή του χρόνου από το 2021 στο 2022, εποχές κορωνοϊού δηλαδή. Ηταν πολύ παράξενο συναίσθημα. Τότε δούλευα στο χειρουργείο, ήταν δίπλα δίπλα με την αίθουσα τοκετών.

Στις γιορτές που είμαστε μέσα (Πάσχα – Χριστούγεννα – Πρωτοχρονιά κ.λπ.) συνεννοούμαστε με τους συναδέλφους πού θα περάσουμε μαζί τη βάρδια και φέρνει ο καθένας από κάτι. Αλλος θα φέρει φαγητό, άλλος σαλάτα, άλλος γλυκά. Και κάνουμε όλοι μαζί ένα μεγάλο τραπέζι. Αυτό φυσικά αν ευνοούν οι συνθήκες και δεν υπάρχει δουλειά εκείνη τη δεδομένη στιγμή. Αλλιώς πάει πίσω η «καλοπέραση» και μπορεί να τύχει να μην προλάβεις να βάλεις μπουκιά στο στόμα! 

Εκείνη τη χρονιά ήμουν με φυσική παρουσία στο μαιευτήριο, αλλά ταυτόχρονα μιλούσα με βιντεοκλήση με τον καλό μου, που έκανε μόνος αλλαγή σπίτι, γιατί είχε έρθει σε επαφή με κρούσμα και δεν μπορούσε να πάει στους δικούς του για προληπτικούς λόγους.

Πήγαμε στην αίθουσα τοκετών, απλώσαμε ο καθένας τα φαγητά που έφερε σαν μπουφέ και έτσι αλλάξαμε χρόνο όλοι μαζί τρώγοντας. Τον καλό μου τον πήρα σε βιντεοκλήση εκείνα τα λεπτά της αλλαγής, ώστε να μην είναι εντελώς μόνος. 

Την ώρα της αλλαγής είχε μία μόνο γυναίκα η αίθουσα τοκετών. Ηταν σε ένα δωματιάκι συνδεδεμένη με το μηχάνημα παρακολούθησης της καρδιάς του μωρού και ήταν μέσα και ο άντρας της. Είχαμε άμεση επαφή με τη γυναίκα αν χρειαζόταν κάτι. Στο χειρουργείο ήμασταν τρία άτομα και στην αίθουσα τοκετών άλλα τέσσερα. Βάλε και δύο αναισθησιολόγους, έναν νοσοκόμο, τρεις γυναικολόγους και μία καθαρίστρια. Στους ορόφους, όμως, είναι λίγο πιο μοναχικά τα πράγματα, είμαστε μία στη βάρδια όλη νύχτα.

Επειδή δεν είχαμε δουλειά στο χειρουργείο, πήγαμε στην αίθουσα τοκετών, απλώσαμε ο καθένας τα φαγητά που έφερε σαν μπουφέ και έτσι αλλάξαμε χρόνο όλοι μαζί τρώγοντας. Τον καλό μου τον πήρα σε βιντεοκλήση εκείνα τα λεπτά της αλλαγής, ώστε να μην είναι εντελώς μόνος. 

Τελικά, για την ιστορία, η γυναίκα που ήταν στην αίθουσα τοκετών πήγε κάποιες ώρες μετά για καισαρική και ήμουν εκείνη που είχε την πρώτη γέννα του έτους. Κέρδισα κιόλας το φλουρί!

Ο Μπράντλεϊ Τόμλινσον σέρβιρε σε μια νέα χώρα ακούγοντας τα βεγγαλικά

«Είναι σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά»-3
Μετά από μια δύσκολη βάρδια, ο τότε σερβιτόρος και νυν σομελιέ Μπράντλεϊ Τόμλινσον τρώει το πρώτο του γεύμα της νέας χρονιάς.

Δουλεύω χρόνια στην εστίαση, πλέον ως σομελιέ. Η πρώτη ιστορία αλλαγής χρόνου στη δουλειά που μου έρχεται στο μυαλό είναι όταν μόλις είχα μετακομίσει στο Λονδίνο από την Αυστραλία πριν από περίπου 10 χρόνια, με την τότε φίλη μου και τα δύο σκυλιά της. Πέρασα από συνέντευξη για μια δουλειά σερβιτόρου την επομένη της άφιξής μου επειδή ήμουν απένταρος και ξεκίνησα την επόμενη κιόλας ημέρα. Ηταν μόλις λίγες εβδομάδες πριν από τα Χριστούγεννα και, καθώς το εστιατόριο ήταν όχι μόνο τεράστιο αλλά και πολύ διάσημο, έπεσα με τη μία στα βαθιά. Ηθελα επίσης να εντυπωσιάσω το νέο μου αφεντικό, καθώς είχα μεγαλύτερη εμπειρία από τους περισσότερους γύρω μου, αλλά και βλέψεις να ενταχθώ στην ομάδα κρασιού. Είχα μια κοπέλα και δύο σκυλιά να συντηρήσω σε μια μεγάλη, νέα, τρομακτική και ακριβή πόλη. 

Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς είχα αναλάβει περίπου δώδεκα τραπέζια που όλα είχαν τουλάχιστον δύο γύρους σερβιρίσματος, κάποια τρία, κατά την προετοιμασία αλλά και μετά τα μεσάνυχτα. Θυμάμαι ότι πέρασα μεγάλο μέρος της νύχτας φροντίζοντας ζευγάρια και οικογένειες και παρέες που απολάμβαναν την Πρωτοχρονιά τους, ενώ ήμουν εξαντλημένος από τη φούρια του Δεκεμβρίου και σκεφτόμουν την αγάπη μου και τα δύο τριχωτά θηρία μας που ήταν στο σπίτι μόνοι, πιθανότατα έχοντας πιει μισό μπουκάλι φθηνό Prosecco και ακούγοντας τα πυροτεχνήματα στο ραδιόφωνο – απλώς ακούγοντάς τα. Και λαχταρούσα να είμαι στο σπίτι μαζί τους. Είχαμε μόλις μετακομίσει εδώ, βρισκόμασταν στην αρχή της μεγάλης μας περιπέτειας και εγώ καθάριζα τα τραπέζια και έπαιρνα παραγγελίες ακριβώς τη στιγμή που ο κόσμος έμεινε ακίνητος και παρακολουθούσε το ρολόι.

Κοίταξα έξω από το παράθυρο καθώς τα πρώτα πυροτεχνήματα άρχισαν να σκάνε στον ουρανό και οι στέγες των παλιών γκρίζων κτιρίων έπαιρναν μοβ, κίτρινα και μπλε χρώματα. Δεν έχω νιώσει ποτέ τόσο μόνος. Στο κόκκινο λεωφορείο για το σπίτι ορκίστηκα να μην ξαναδουλέψω ποτέ ξανά παραμονή Πρωτοχρονιάς. 

Λίγα λεπτά πριν από την αντίστροφη μέτρηση είδα όλους τους συναδέλφους μου να τρέχουν στο μπαρ και τον μπάρμαν να βγάζει δίσκους με ποτήρια σαμπάνιας. Κανείς δεν με κάλεσε να τους κάνω παρέα. Και καθώς άρχισε η αντίστροφη μέτρηση, στεκόμουν σε ένα τραπέζι, ακούγοντας έναν τύπο να μου παραπονιέται για το ότι η μπριζόλα του ήταν ψημένη medium rare, ενώ είχε ζητήσει να είναι rare, και δεν θα την πλήρωνε, ενώ η γυναίκα του σκρόλαρε βαριεστημένα στο κινητό της. Και κοίταξα προς το μπαρ με όλο το προσωπικό, ακόμα και τους σεφ που είχαν βγει πλέον, να ζητωκραυγάζουν και να αγκαλιάζονται, να φιλιούνται και να φωνάζουν «ΚΑΛΗ ΧΡΟΝΙΑ!». 

Γύρισα και κοίταξα αυτόν τον τύπο και τη γυναίκα του που δεν ενδιαφέρονταν καν για το ότι το ρολόι χτύπησε, που δεν ζητωκραύγαζαν, που δεν μιλούσαν καν μεταξύ τους, που τους ένοιαζε περισσότερο ένας καβγάς και ένα δωρεάν γεύμα παρά ο απολογισμός για τη χρονιά που πέρασε και ο προβληματισμός για τη χρονιά που έρχεται. Κοίταξα τότε έξω από το παράθυρο καθώς τα πρώτα πυροτεχνήματα άρχισαν να σκάνε στον ουρανό και οι στέγες των παλιών γκρίζων κτιρίων έπαιρναν μοβ, κίτρινα και μπλε χρώματα. Δεν έχω νιώσει ποτέ τόσο μόνος – στο κόκκινο λεωφορείο για το σπίτι ορκίστηκα να μην ξαναδουλέψω ποτέ παραμονή Πρωτοχρονιάς. Και δεν το έκανα ποτέ.

Ο Βασίλης Τατσιόπουλος έκανε την πρώτη ειδησεογραφική βάρδια του 2020

«Είναι σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά»-4

Ηταν 2019 και είχα μάθει ότι θα δουλεύω 31 Δεκεμβρίου, 1η Ιανουαρίου (2020 πλέον) και 2 Ιανουαρίου. Και στις τρεις ημερομηνίες θα δούλευα νύχτα, που σήμαινε: 11 το βράδυ μέχρι 7 το πρωί. Αυτό, φυσικά, σήμαινε και ότι θα άλλαζα χρονιά στη δουλειά, εντελώς μόνος μου.

Δούλευα σε ειδησεογραφική ιστοσελίδα. Εφυγα από το σπίτι, μέσα στο κρύο, πέρασα από τους δρόμους με τα λαμπάκια, είδα κόσμο να προχωράει αγκαλιά για να πάει να γιορτάσει. Η απόσταση μέχρι τη δουλειά μου ήταν πολύ μεγάλη, άρα έφυγα πολύ νωρίς, ειδικά τέτοια ημέρα που δεν εμπιστεύομαι τις συγκοινωνίες. Μέσα σε μιάμιση ώρα ταξιδιού, είδα πολλά λαμπάκια και πολλούς αγκαλιασμένους ανθρώπους. 

Εφτασα στη δουλειά 20 λεπτά πριν αρχίσει η δική μου βάρδια, έκατσα στο γραφείο και άκουσα τους υπαλλήλους της προηγούμενης βάρδιας να μου λένε χρόνια πολλά και να φεύγουν χαρούμενοι που θα προλάβαιναν έστω και για λίγο την αλλαγή του χρόνου στο σπίτι τους. Η μιζέρια, φυσικά, είχε ήδη σχηματιστεί στο πρόσωπο και στην ψυχή μου. Πριν φύγουν οι συνάδελφοι, με ενημέρωσαν ότι στις 12 ακριβώς έπρεπε να ανεβάσω στο σάιτ ένα μικρό άρθρο που έγραφε «Χρόνια πολλά». Ακόμα, μου είπαν ότι υπάρχει πίτσα.

Στις 12, λοιπόν, πάτησα «δημοσίευση» στο άρθρο που έλεγε «Χρόνια πολλά» στους αναγνώστες από εμάς τους υπαλλήλους. Εφαγα ένα κρύο κομμάτι πίτσα και άρχισα να απαντώ στα μηνύματα φίλων και γνωστών που μου έστελναν ευχές – γιορτάζω, επίσης, την Πρωτοχρονιά, γεγονός που διπλασιάζει τη μιζέρια. Μετά από μερικές ώρες… κοίταξα τριγύρω, στο άδειο γραφείο, και αναστέναξα. 

Προσπαθούσα να μιλήσω με φίλους που, όμως, ήταν έξω και διασκέδαζαν. Αρα δεν ήταν διαθέσιμοι για μεγάλες συζητήσεις σαν κι αυτές που ήθελα να κάνω εγώ για να περάσει η ώρα και να νιώθω λιγότερο μόνος, μπροστά από ένα γιορτινό άρθρο με πυροτεχνήματα στην εικόνα του, σε απόλυτη ησυχία. 

Το υπόλοιπο βράδυ προσπαθούσα να μιλήσω με φίλους που, όμως, ήταν έξω και διασκέδαζαν. Αρα δεν ήταν διαθέσιμοι για μεγάλες συζητήσεις σαν κι αυτές που ήθελα να κάνω εγώ για να περάσει η ώρα και να νιώθω λιγότερο μόνος, μπροστά από ένα γιορτινό άρθρο με πυροτεχνήματα στην εικόνα του, σε απόλυτη ησυχία. 

Επειτα, πιο αργά μέσα στη νύχτα, όταν σταμάτησαν να απαντούν εντελώς, ανέβαζα stories με τη νυσταγμένη φάτσα μου, καλώντας με αυτόν τον τρόπο όσους δεν έχουν κοιμηθεί να στείλουν μήνυμα, μήπως και ανταλλάξουμε λίγη απελπισία. 

Θυμάμαι, επίσης, να χτυπάει το τηλέφωνο στο γραφείο, ξημερώματα, και να μιλάω με έναν σταθερό αναγνώστη, που έπαιρνε συχνά τηλέφωνο και μιλούσε αρκετή ώρα, χωρίς να θέλει κάτι συγκεκριμένο. Σκέφτηκα τότε, στην αλλαγή του χρόνου, ότι μάλλον έπαιρνε τηλέφωνο από τη δουλειά και ήθελε να μιλήσει με κάποιον. 

Εχει κάτι το ιδιαίτερο αυτή η μοναχική αλλαγή του χρόνου, διαφέρει εντελώς από ό,τι έχουμε συνηθίσει, σε σπίτια ή μαγαζιά, με κόσμο και ποτά. Η δουλειά τη νύχτα, ειδικά όταν δεν είναι η συνηθισμένη βάρδιά σου, είναι έτσι κι αλλιώς κουραστική και δύσκολη. Η δουλειά τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς ήταν ακόμα δυσκολότερη, σε μια στοιχειωμένη βάρδια που μου έμεινε στο μυαλό. Είναι κάπως σαν να μην αλλάζει πραγματικά η χρονιά…

Σταθερό «New Year’s resolution» μετά από εκείνη τη βάρδια: να κάνω ό,τι μπορώ ώστε να μην ξαναπεράσω αλλαγή του χρόνου στη δουλειά.


Εικονογράφηση: Michael Kirki

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT