Ποδόσφαιρο, χορός ή κουμόν;

Η μόδα, οι τάσεις και τα όνειρα των γονιών αυξάνουν τις διαθέσιμες επιλογές σε απογευματινές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα τα παιδιά να ασφυκτιούν σε ένα βαρυφορτωμένο καθημερινό πρόγραμμα. Πόσες δραστηριότητες είναι πολλές και πώς επιλέγουμε τις κατάλληλες για το παιδί μας;

12' 8" χρόνος ανάγνωσης
Φόρτωση Text-to-Speech...

«Τη Δευτέρα έχεις αγγλικά και μετά κολυμβητήριο, την Τρίτη έχεις κουμόν και μετά καράτε, την Τετάρτη αγγλικά και κουμόν, την Πέμπτη ρομποτική και κολυμβητήριο, την Παρασκευή κουμόν και το Σάββατο το πρωί πάλι καράτε. Πώς σου φαίνεται το φετινό σου πρόγραμμα;» Παρόμοιες συζητήσεις και «σκληρές» διαπραγματεύσεις θα γίνονται για τις επόμενες εβδομάδες στις περισσότερες οικογένειες με παιδιά. Η ρύθμιση των εξωσχολικών δραστηριοτήτων των παιδιών θυμίζει το παιχνίδι Jenga: η παραμικρή λάθος κίνηση, όπως για παράδειγμα ένα τέταρτο καθυστέρησης στην προσέλευση, μπορεί να γκρεμίσει όλο το οικοδόμημα, να πάει πίσω τον προγραμματισμό της ημέρας. Η οργάνωση των απογευμάτων μοιραία επηρεάζει όχι μόνο τους μαθητές και τους εκπαιδευτικούς, αλλά και τους γονείς, ακόμα και τις γιαγιάδες και τους παππούδες, οι οποίοι ουκ ολίγες φορές προσπαθούν να αξιοποιήσουν τον «νεκρό» αυτόν χρόνο.

Στους χώρους αναμονής συναντώνται μαμάδες να διορθώνουν διαγωνίσματα, άλλες με ακουστικά να κάνουν τηλεδιασκέψεις μέσω Zoom, μπαμπάδες να ετοιμάζουν ισολογισμούς μέσα σε σταθμευμένα αυτοκίνητα, άλλοι να πετιούνται «σφαίρα» στα 50-60 λεπτά του μαθήματος στο σούπερ μάρκετ ή σε άλλο εκπαιδευτικό χώρο, για να παραλάβουν ένα ακόμα παιδί της οικογένειας. Κάπως έτσι, λοιπόν, οι απογευματινές δραστηριότητες εξελίσσονται σε μια οικογενειακή υπόθεση, όχι μόνο γιατί προϋποθέτουν τη δυνατότητα κάποιου μέλους της οικογένειας να συνοδεύει τους μαθητές σε αυτές, αλλά και επειδή μαρτυρούν πολλά για το πώς λειτουργεί μια οικογένεια, ποιες προτεραιότητες θέτει και πόσο επενδύει στην καλλιέργεια δεξιοτήτων στα παιδιά της.

Απογεύματα με το βλέμμα στο ρολόϊ 

«Οι σύγχρονοι γονείς διακατέχονται από αγωνία για τον “κενό χρόνο”, τον οποίο θέλουν πάση θυσία να γεμίζουν, καθώς διατείνονται ότι το παιδί δεν πρέπει να κάθεται», επισημαίνει η ψυχολόγος Ελεονώρα Σουρλάγκα, που θεωρεί ότι στην πλειονότητά τους οι μαθητές κάνουν υπερβολικά πολλές εξωσχολικές δραστηριότητες. «Την ίδια νοοτροπία των γονέων την παρατηρούμε και στις διακοπές: φεύγουν για λίγες μέρες και κουβαλούν όλα τα παιχνίδια του παιδιού τους ή κανονίζουν να είναι με συνομήλικά του παιδιά, από φόβο μη βαρεθεί», παρατηρεί.

«Η καθημερινή συμμετοχή σε δραστηριότητες, ακόμα και σε τρεις μέσα σε ένα απόγευμα, αναμφισβήτητα πυροδοτεί στρες στα παιδιά», επισημαίνει η κ. Σουρλάγκα, που έχει εργαστεί επί σειρά ετών ως σχολική ψυχολόγος. Οι ώρες κυλούν και αιωρείται ως μόνιμη εποδός η φωνή του γονέα να λέει: «Άντε, πάμε». Τα παιδιά, από τη δική τους πλευρά, μονολογούν: «Εγώ πότε θα παίξω;». «Επικρατεί μια μόνιμη βιασύνη, που έχει ως συνέπεια τελικά όλα να γίνονται διεκπεραιωτικά και χωρίς να τα απολαμβάνει το παιδί», παρατηρεί η ίδια. «Οι ανήλικοι χρειάζονται και στιγμές απραξίας, για να στραφούν μέσα τους, να επεξεργαστούν σκέψεις, συναισθήματα και αναμνήσεις – πρόκειται για εξαιρετικά σημαντικές εσωτερικές διεργασίες στην ψυχοσυναισθηματική τους εξέλιξη», σημειώνει. Το επιχείρημα που αντιπαραβάλλουν οι γονείς στην κ. Σουρλάγκα είναι ότι είναι προτιμότερο ο ελεύθερος χρόνος να γεμίζει με δραστηριότητες παρά τα παιδιά να στραφούν και να απορροφηθούν σε κάποια οθόνη. «Αυτό συμβαίνει όταν οι γονείς εργάζονται πολλές ώρες, οπότε λείπουν από το σπίτι και ο φροντιστής που βρίσκεται στη θέση τους δεν δύναται να θέσει όρια στο παιδί», διευκρινίζει η ίδια.

«Όταν κάθε απόγευμα γεμίζει με προπονήσεις, τμήματα, στόχους και μετακινήσεις, η απουσία του ελεύθερου χρόνου γίνεται εκκωφαντική», σχολιάζει από την πλευρά της η κ. Άσπα Πασπάλη, παιδοψυχολόγος, επιστημονική διευθύντρια του ΔΙ.ΚΕ.Ψ.Υ. (Διεπιστημονική και Ερευνητική Ψυχοκοινωνική Υποστήριξη Παιδιών και Ενηλίκων). «Το παιδί χάνει την ικανότητα για αδόμητο παιχνίδι, όπως και την ευκαιρία για επαφή με τους συνομηλίκους χωρίς την παρουσία ενηλίκων». Όταν το παιδί βρίσκεται διαρκώς σε οργανωμένη κίνηση, δεν απομακρύνεται μόνο από τον εαυτό του· απομακρύνεται και από τον γονιό του. «Χάνονται τα κοινά απογεύματα, οι απλές συζητήσεις, οι στιγμές που το παιδί και ο γονιός μένουν μαζί χωρίς βιασύνη και απλώς μιλούν, γελούν, ρωτούν, ακούν», προσθέτει η ίδια.

Ένα κενό απόγευμα – ένα απρόσμενο δώρο 

«Αν ένα παιδί σχολάει νωρίς, δηλαδή γύρω στη μία το μεσημέρι, ίσως μπορεί να συνδυάσει έως δύο δραστηριότητες το απόγευμα, κυρίως αν έχουν διαφορετική φύση· για παράδειγμα, μάθημα αγγλικών και ένα άθλημα», σημειώνει η κ. Σουρλάγκα. «Όμως, θα πρέπει να έχει χρόνο και για το διάβασμα του σχολείου, το οποίο από μια ηλικία και μετά δεν μπορεί να συμπιέζεται σε μία ωρίτσα, κατά την οποία ενδεχομένως το παιδί να είναι και κατάκοπο». Εξυπακούεται ότι θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη την προσωπικότητα του ανηλίκου, τους προσωπικούς του ρυθμούς. Πόσο χρόνο χρειάζεται το ίδιο για ξεκούραση, φαγητό και διάβασμα;
Η ιδέα να μείνει ένα απόγευμα «κενό» προκρίνεται από τους επιστήμονες ψυχικής υγείας. «Ένα απόγευμα χωρίς πρόγραμμα ούτε ρολόι είναι πολύ περισσότερο από ένα διάλειμμα. Είναι απαραίτητο», σημειώνει η κ. Πασπάλη. «Το παιδί χρειάζεται χώρο για να ξεκουράζεται, να βαριέται, να επινοεί, να αφήνει το μυαλό του να πηγαίνει όπου θέλει. Τότε γεννιούνται οι πιο δημιουργικές του ιδέες, εκπαιδεύεται στην αυτορρύθμιση, μαθαίνει να ακούει τι έχει ανάγκη, να φροντίζει τον χρόνο του και τελικά τον εαυτό του». «Συνεπώς», συνεχίζει η ίδια, «δεν είναι απώλεια ευκαιριών. Αντίθετα, είναι δώρο». Κάθε παιδί δικαιούται να έχει χρόνο, στον οποίο δεν υπάρχουν προσδοκίες από αυτό και μπορεί να είναι απλώς παιδί. Αρκεί αυτός ο χρόνος να μη γεμίσει με οθόνες που απορροφούν το βλέμμα και αδειάζουν την εμπειρία. Ένα τέτοιο απόγευμα αποκτά αξία όταν αφήνει πίσω του μια αίσθηση ηρεμίας και σχέσης.

Για πολλά παιδιά προσχολικής ηλικίας και πρώτων τάξεων του Δημοτικού, η παιδική χαρά αποτελεί «Γη της Επαγγελίας». «Η παιδική χαρά δεν είναι απλώς χώρος εκτόνωσης, αλλά και ένας από τους λίγους χώρους όπου το παιδί κινείται ελεύθερα, παρατηρεί τους άλλους, δοκιμάζει όρια και κοινωνικούς ρόλους: μαθαίνει να περιμένει τη σειρά του, να διαπραγματεύεται, να αντέχει μικρές απογοητεύσεις και να χτίζει επαφή», υποστηρίζει η κ. Πασπάλη. Όλα αυτά, χωρίς την παρεμβολή της σχολικής δομής ή της οργανωμένης δραστηριότητας. Το ίδιο ισχύει εν πολλοίς και για τα δημοφιλή «play dates», τις συναντήσεις με φίλους στο σπίτι. Εκεί μπορούν να παίξουν με λιγότερους κανόνες, να αυτοσχεδιάσουν, να μάθουν πώς είναι να φιλοξενούνται και να φιλοξενούν, να συναντήσουν τον άλλον μέσα από το παιχνίδι, μέσα από την απλότητα. «Αυτές οι εμπειρίες δεν φαίνονται πάντα θεαματικές, όμως αφήνουν βαθύ αποτύπωμα», επισημαίνει η ίδια.

Κριτήριο επιλογής: Η χαρά του παιδιού 

«Η εμπλοκή των παιδιών με δραστηριότητες έχει αναμφισβήτητα θετικό πρόσημο», συνεχίζει η κ. Σουρλάγκα. «Δεν προτείνω τα παιδιά να πηγαίνουν σχολείο και μετά να κάνουν διαλογισμό στο σπίτι». Το ζητούμενο, σύμφωνα με την ίδια, είναι το κριτήριο με το οποίο αυτές επιλέγονται. «Θέλουμε να καλλιεργήσουμε ένα ιδιαίτερο ταλέντο του παιδιού, να ενισχύσουμε μια αδυναμία του;», διερωτάται. «Ένα παιδί που δεν είναι ιδιαίτερα κοινωνικό μπορούμε να το ενθαρρύνουμε να ενταχθεί στους Προσκόπους, ένα πολύ εγωκεντρικό παιδί να ξεκινήσει ένα ομαδικό άθλημα». Στις μικρές ηλικίες τα παιδιά είναι μεν tabula rasa, δεν μπορούν ωστόσο να προσδιορίσουν τα «θέλω» τους και έτσι αλλάζουν συνεχώς γνώμη. «Είναι απαραίρητα τα δοκιμαστικά, για να αντιληφθούν πραγματικά ποιες είναι οι απαιτήσεις ενός αθλήματος ή ενός εργαστηρίου», αναφέρει. «Άπαξ και το παιδί καταλήξει στην επιλογή του, είναι σημαντικό να δεσμευτεί ότι θα συνεχίσει με συνέπεια να παρακολουθεί το τμήμα, τουλάχιστον για κάποιους μήνες, για να μπορέσει να κατανοήσει τη φιλοσοφία ενός αθλήματος ή μιας τέχνης». Η ύπαρξη ήδη γνωστών παιδιών στο νέο πλαίσιο δεν είναι προαπαιτούμενο. «Θεωρώ προτιμότερο να έχει την ευκαιρία εκεί για νέες φιλίες», επισημαίνει. «Καθώς θα μυείται σε κάτι νέο, ενδέχεται να ανακαλύψουμε ότι έχει κάποιο ταλέντο. Όμως, δεν θα πρέπει να εγκλωβιστούμε σε μια τέτοια προσδοκία: δεν ξεκινάει το παιδί μας μουσική για να γίνει ο επόμενος Μότσαρτ ούτε ποδόσφαιρο για να γίνει ο επόμενος Ρονάλντο», υπογραμμίζει η κ. Σουρλάγκα.

«Οι δραστηριότητες είναι τρόπος να καταλάβουμε τι δίνει ζωή στο παιδί μας. Όχι μόνο τι καταφέρνει, αλλά και πού δείχνει ενθουσιασμό, συγκέντρωση, ξεγνοιασιά. Το ταλέντο βοηθά στην επιλογή, όμως πιο σημαντικό είναι το πώς νιώθει το παιδί μέσα σε αυτό που κάνει. Η χαρά δείχνει τον δρόμο», αναφέρει η κ. Πασπάλη απευθυνόμενη στους γονείς που αμφιταλαντεύονται ως προς τις επιλογές, δεδομένου ότι υπάρχει υπερπροσφορά μαθημάτων… «Για πολλά παιδιά, η δραστηριότητα λειτουργεί και ως στήριγμα αυτοπεποίθησης, ειδικά όταν το σχολείο δεν προσφέρει αρκετές ευκαιρίες για να νιώσουν ικανά ή ξεχωριστά. Εκεί, ένας εξωσχολικός χώρος μπορεί να γίνει το μέρος όπου το παιδί ακούγεται, προοδεύει, λάμπει», διευκρινίζει. Ποια στάση να κρατήσουμε ως γονείς; «Μπορούμε να προτείνουμε και κάτι που ενισχύει μια δυσκολία, αρκεί να υπάρχει χώρος για έκφραση και όχι πίεση. Αξίζει να αναρωτηθούμε: φεύγει από εκεί πιο ήρεμο, πιο χαρούμενο, με λίγο περισσότερη σιγουριά μέσα του; Αν ναι, τότε η δραστηριότητα το έχει βοηθήσει ουσιαστικά».

Μόδες και ευσεβείς πόθοι γονέων 

Ανά τακτά χρονικά διαστήματα δημιουργούνται τάσεις και μόδες, στις οποίες οι γονείς τείνουν να υποκύπτουν, συχνά άκριτα. Κάποτε ήταν απαράβατος κανόνας το θεατρικό παιχνίδι, ακολούθησε η ρομποτική, η μαγειρική, το κουμόν (γιαπωνέζικη μέθοδος γρήγορης εκμάθησης μαθηματικών), τα κινεζικά, τα αρχαία ελληνικά, το SΤΕΑΜ, η αναρρίχηση, το παρκούρ, ενώ εσχάτως οι Πρόσκοποι ζουν ημέρες δόξας. Μεταξύ των γονέων επικρατεί συχνά μιμητισμός και αναδυόμενος ανταγωνισμός. Η απόφαση για το τι θα παρακολουθήσει ο μαθητής δεν λαμβάνεται πάντοτε με δημοκρατικό τρόπο. «Πολλές φορές οι γονείς γράφουν τα παιδιά σε αυτό που οι ίδιοι ονειρεύονταν να είχαν παρακολουθήσει στα παιδικά τους χρόνια, χωρίς να αφουγκράζονται τις επιθυμίες των παιδιών τους», σημειώνει η κ. Σουρλάγκα με νόημα. «Παρακολουθώ παιδιά που με έχουν παρακαλέσει να μεσολαβήσω στους γονείς τους ώστε να διακόψουν κάποιο μάθημα ή προπόνηση», ομολογεί. «Σε κάποιες περιπτώσεις τα παιδιά πηγαίνουν σχεδόν με το ζόρι. Αν, για παράδειγμα, η προπόνηση διαρκεί μία ώρα, έχει προηγηθεί άλλη μία ώρα με καβγάδες». Είναι τοις πάσι γνωστό ότι η εκγύμανση ωφελεί τα μέγιστα τα παιδιά και τους εφήβους, «αν όμως ένα παιδί συνειδητά αρνείται, μην επιμένετε. Μπορείτε εναλλακτικά να οργανώνετε μικρές δράσεις σε επίπεδο οικογένειας που να περιλαμβάνουν κίνηση, όπως μια βόλτα με ποδήλατα την Κυριακή», προτείνει η κ. Σουρλάγκα.

Αντίστοιχα, πανίσχυρα είναι και τα στερεότυπα. «Οι περισσότεροι γονείς, όταν ακούν από ένα αγόρι να ζητά μπαλέτο ή ζωγραφική, από ένα κορίτσι να θέλει να μάθει ποδόσφαιρο, δυσανασχετούν ή απλώς κλείνουν τα αυτιά τους στην επιθυμία του, η οποία δεν αποκλείεται να συνδέεται και με κάποιο έμφυτο ταλέντο του». Ακόμα βέβαια και όταν οι γονείς συντάσσονται με το “θέλω” του παιδιού τους, ενδέχεται να δυσκολευτούν να βρουν τον κατάλληλο εκπαιδευτικό χώρο. Αρκεί να δοκιμάσετε να βρείτε στην Αθήνα αθλητικό όμιλο με ομάδες ποδοσφαίρου γυναικών, για να επιβεβαιώσετε το παραπάνω.

Ποδόσφαιρο, χορός ή κουμόν;-1
Φωτ. © GETTY IMAGES / IDEAL IMAGE

Το στοίχημα των ξένων γλωσσών 

Πέρα και πάνω από τις εξωσχολικές δραστηριότητες, που πληθαίνουν συν τω χρόνω, η εκμάθηση ξένων γλωσσών υπήρξε ανέκαθεν προαπαιτούμενο για την ελληνική οικογένεια. Και καθώς φαίνεται να μη χωρούν στο ωρολόγιο πρόγραμμα του σχολείου, μοιραία στριμώχνονται και αυτές στο απόγευμα. Και εδώ, ωστόσο, δεν λείπουν οι υπερβολές.

Δεν είναι λίγες οι φορές που γονείς έχουν ζητήσει από τον κ. Δημήτρη Σιούντρη, διευθυντή του παραρτήματος του κέντρου ξένων γλωσσών Siountri School στη Νέα Σμύρνη, να εντάξει τα παιδιά τους, μαθητές ακόμα και σε πρώτες τάξεις του Δημοτικού, σε τμήμα εκμάθησης κινεζικών. «Υποστηρίζουν ότι το παιδί τους έχει έφεση στις ξένες γλώσσες και θέλουν να καλλιεργήσουν το ταλέντο του ξεκινώντας την εν λόγω γλώσσα, που θεωρείται πολλά υποσχόμενη», περιγράφει. «Αντιλαμβάνομαι την οπτική τους, αλλά συν τω χρόνω αποφασίσαμε μαζί με τους συνεργάτες μου να εντάσσουμε στα κινεζικά μαθητές που να φοιτούν τουλάχιστον στη Γ΄ Γυμνασίου».

Η μόδα των κινεζικών σταδιακά ατονεί και το ενδιαφέρον των γονιών στρέφεται στη σταθερή αξία, την κατάκτηση –και όχι εκμάθηση– των αγγλικών. «Επιθυμία όλων είναι τα παιδιά να έχουν πάρει το Proficiency προτού αρχίσει το διάβασμα των Πανελληνίων», εξηγεί ο κ. Σιούντρης. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου επιδιώκουν το παιδί να ξεκινήσει τα αγγλικά όσο το δυνατόν νωρίτερα. «Τους διαμηνύουμε, ωστόσο, ότι ζητούμενο είναι το πώς θα ξεκινήσουν τα παιδιά, όχι το πότε», λέει ο ίδιος με νόημα,. «Θέλουμε να αγαπήσουν την ξένη γλώσσα και να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις της». Όπως εξηγεί, το 10% των μαθητών του ξεκινά στην Α΄ Δημοτικού, το 50% στη Β΄ Δημοτικού και το 40% στη Γ΄ Δημοτικού. «Στην Pre Junior τα παιδιά εξοικειώνονται με τη γλώσσα αποκλειστικά μέσω του παιχνιδιού, στις Junior A και Β πιάνουν μολύβι και χαρτί, οπότε είναι προαπαιτούμενο να έχουν αποκτήσει συνείδηση της διαφορετικότητας των γλωσσών και να μην αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στα ελληνικά». Ανεξάρτητα από την τάξη στην οποία το παιδί ξεκινά, ο ίδιος εκτιμά ότι μπορεί να επιταχύνει σε μεγαλύτερη ηλικία, όταν πλέον θα διαθέτει την απαιτούμενη ωριμότητα, ακολουθώντας ένα θερινό εντατικό τμήμα, προκειμένου να ολοκληρώσει τα διπλώματα των αγγλικών ως μαθητής. 

Σε περασμένες δεκαετίες οι μαθητές ξεκινούσαν μετά τη Γ΄ Δημοτικού τις ξένες γλώσσες. Τώρα τα δεδομένα έχουν αλλάξει, άλλωστε τα αγγλικά με παιγνιώδη τρόπο έχουν ενταχθεί στην ύλη του Νηπιαγωγείου (σ.σ. στη μορφή του Pre Junior). «Οι έρευνες δείχνουν ότι η γλωσσική ευαισθησία ξεκινά από τη βρεφική ηλικία και παραμένει ιδιαίτερα υψηλή έως περίπου τα δέκα με δώδεκα έτη. Η πρώιμη επαφή με μια δεύτερη γλώσσα, ακόμα και πριν από τα πέντε, φαίνεται να ενισχύει τη φωνολογική επίγνωση, τη συγκέντρωση και την ευελιξία σκέψης. Από τα επτά έως τα οκτώ, τα περισσότερα παιδιά είναι σε θέση να κατανοούν τη λειτουργία διαφορετικών γλωσσών και να τις οργανώνουν με μεγαλύτερη σταθερότητα», επισημαίνει η κ. Πασπάλη. «Αν το παιδί έχει κατακτήσει βασικά στοιχεία της μητρικής του γλώσσας, αν μπορεί να παρακολουθεί οδηγίες, να συγκεντρώνεται και να αποδέχεται τη ματαίωση χωρίς άγχος, τότε είναι έτοιμο. Ο στόχος δεν είναι να αποστηθίσει κανόνες, αλλά να ακούσει, να μιλήσει, να συμμετέχει σε τραγούδια, ιστορίες και κινήσεις που του δίνουν χαρά». Μετά το τέλος της καραντίνας ο κ. Σιούντρης διαπιστώνει ότι οι λοιπές εξωσχολικές δραστηριότητες –ειδικά οι αθλητικές που λαμβάνουν χώρα σε εξωτερικούς χώρους– κερδίζουν έδαφος. «Έρχονται οι γονείς με το πρόγραμμα των προπονήσεων ήδη καθορισμένο, προκειμένου να βρούμε τις διαθέσιμες ώρες για τα αγγλικά», καταλήγει.

Η «φρενίτιδα» των εξωσχολικών δραστηριοτήτων σταματά αποτόμα όταν ξεκινά η προετοιμασία για τις Πανελλήνιες. «Στην Ελλάδα οι Πανελλήνιες έχουν αποκτήσει δυσανάλογα μεγάλη βαρύτητα, λες και είναι το μόνο που μετράει στη ζωή ενός εφήβου. Και κάπως έτσι κόβονται όλα όσα τον στήριζαν: δραστηριότητες, δημιουργική έκφραση, φυσική εκτόνωση, χρόνος με συνομηλίκους», σχολιάζει η κ. Πασπάλη. «Στο γραφείο βλέπω παιδιά που μέχρι το Γυμνάσιο έλαμπαν από φαντασία, κίνηση, χαρά, και ξαφνικά μαραίνονται». Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μπορεί να μελετά δεκαοκτώ ώρες την ημέρα χωρίς συνέπειες. «Πολλές διαταραχές άγχους και κατάθλιψης αρχίζουν ακριβώς τότε. Στερώντας από το παιδί όλα τα υπόλοιπα, του μαθαίνουμε ότι υπάρχει μόνο για έναν στόχο, ενώ η εφηβεία χρειάζεται στήριξη μέσα από πολλές ταυτότητες: του μαθητή, του φίλου, του μουσικού, του αθλητή», υπογραμμίζει η κ. Πασπάλη, που είναι αντίθετη σε αυτές που χαρακτηρίζει «απότομες διακοπές που το απογυμνώνουν». Οι δραστηριότητες που με τόσο κόπο καλλιεργήθηκαν στις μικρές ηλικίες λειτουργούν αργότερα ως μέσο αντιμετώπισης του στρες, ενώ δεν αποκλείεται να διανοίξουν σε ορισμένους εναλλακτικούς επαγγελματικούς δρόμους, επισημαίνει η κ. Σουρλάγκα. «Έχω υπόψη μου ταλαντούχα στη μουσική παιδιά που σταμάτησαν τελείως για δύο χρόνια να παίζουν το μουσικό τους όργανο, λόγω Πανελληνίων, με τη λογική ότι θα συνέχιζαν μετά, πιθανώς ως φοιτητές, κάτι που δεν συνέβη δυστυχώς ποτέ».•

comment-below Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή

Editor’s Pick

ΤΙ ΔΙΑΒΑΖΟΥΝ ΟΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΤΕΣ

MHT