Ποια είναι η βασική αιτία της αθηρωμάτωσης; Πώς ακριβώς «γεννιέται» ένα έμφραγμα; Τι διαφοροποιεί έναν νέο που εκδηλώνει εύκολα μυοκαρδίτιδα από ιούς από έναν άλλον που δεν έχει αυτή την «ευπάθεια»; Γιατί κάποιος με μυοκαρδίτιδα αποκτά μόνιμη καρδιακή ανεπάρκεια όταν άλλος την ξεπερνάει χωρίς υπολειπόμενη νόσο στην καρδιά; Και τελικά πόσα εμφράγματα συμβαίνουν στην Ελλάδα και πόσοι έχουν υψηλό κίνδυνο για έμφραγμα του μυοκαρδίου;
Μπορεί τα καρδιαγγειακά νοσήματα να είναι η νούμερο ένα αιτία θανάτου παγκοσμίως, και απασχολούν σε μεγάλο βαθμό τις υπηρεσίες Υγείας και την ιατρική κοινότητα, ωστόσο συνεχίζουν να υπάρχουν πολλά κενά γνώσης γύρω από αυτά, με τους ειδικούς επιστήμονες να έχουν ένα μεγάλο πεδίο έρευνας να καλύψουν. Η χώρα μας διαθέτει 13 πανεπιστημιακές καρδιολογικές κλινικές, μεγάλες καρδιολογικές κλινικές του ΕΣΥ που παρακολουθούν πολλούς ασθενείς και ερευνητικά ιδρύματα που είναι σε θέση να συμμετέχουν σε πρωτότυπη έρευνα για τις καρδιαγγειακές παθήσεις, ένα πεδίο που μπορεί να βοηθήσει νέους Ελληνες ερευνητές να παραμείνουν στη χώρα, ή ακόμη να προσελκύσει ερευνητές από το εξωτερικό.
«Αυτό που δεν διαθέτει είναι ένας εθνικός στρατηγικός στόχος για τη χρηματοδότηση στην έρευνα για τα καρδιαγγειακά. Αλλες χώρες, όπως η Ισπανία και η Τσεχία, έχουν έναν μεγάλο φορέα ο οποίος χρηματοδοτεί ή κατευθύνει τους ερευνητές να βρουν χρηματοδότηση για τα καρδιαγγειακά νοσήματα. Στη Μεγάλη Βρετανία, το British Heart Foundation είναι ένας τεράστιος οργανισμός με μεγάλη χρηματοδότηση κυρίως από δωρεές και κατευθύνει την έρευνα. Κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα δεν υπάρχει», αναφέρει στην «Κ» ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, καθηγητής Καρδιολογίας και υπεύθυνος ιατρείου δομικών καρδιοπαθειών και καρδιοογκολογίας στην Α΄ Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική στο Ιπποκράτειο, Κωνσταντίνος Τούτουζας.
«Αλλες χώρες έχουν έναν φορέα ο οποίος χρηματοδοτεί ή κατευθύνει τους ερευνητές. Κάτι αντίστοιχο εδώ δεν υπάρχει», λέει ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας, Κ. Τούτουζας.
Οπως επισημαίνει ο καθηγητής, «η ανάγκη χρηματοδότησης στην έρευνα των καρδιαγγειακών νοσημάτων είναι ζωτικής σημασίας για πολλούς λόγους. Τα καρδιαγγειακά νοσήματα, όπως η στεφανιαία νόσος, η καρδιακή ανεπάρκεια και οι αρρυθμίες, παραμένουν η κύρια αιτία θανάτου παγκοσμίως, προκαλώντας εκατομμύρια θανάτους κάθε χρόνο και σημαντική αναπηρία». Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το 2022, οι θάνατοι από καρδιαγγειακά νοσήματα ανήλθαν σε 31.379 (15.356 άνδρες και 16.023 γυναίκες). Εκτιμάται ότι κάθε χρόνο σημειώνονται 15.000 με 20.000 εμφράγματα στη χώρα μας. Αυτό προσθέτει, επίσης, τεράστιο κοινωνικό-οικονομικό βάρος σε όρους παραγωγικότητας και κόστους, το οποίο εκτιμάται περίπου στα 491 ευρώ ανά άτομο ετησίως.
Αναζήτηση αιτίας
«Παρά την πρόοδο στην πρόληψη και θεραπεία, πολλά κενά γνώσης παραμένουν, και απαιτείται συνεχής έρευνα για να βελτιωθούν τα διαγνωστικά μέσα, οι θεραπείες και οι στρατηγικές πρόληψης», σημειώνει ο κ. Τούτουζας. Στην ερώτηση «τι δεν γνωρίζουμε για τα καρδιαγγειακά» απαντάει ότι, «το βασικότερο που δεν γνωρίζουμε είναι τη βασική αιτία της αθηρωμάτωσης. Είναι ένας παράγοντας κινδύνου, αλλά ο παθογενετικός μηχανισμός του εμφράγματος δεν είναι πλήρως γνωστός. Τι λέμε αυτή τη στιγμή; Οποιος καπνίζει, όποιος έχει χοληστερόλη, όποιος έχει σακχαρώδη διαβήτη, έχει αυξημένες πιθανότητες να πάθει έμφραγμα του μυοκαρδίου. Το πώς ακριβώς, το ξέρουμε όμως μόνο μέχρι ένα σημείο. Επίσης, πολύ σοβαρή έρευνα πρέπει να γίνει στις δομικές καρδιοπάθειες. Δεν ξέρουμε το πώς εμφανίζει κάποιος στένωση αορτής και κάποιος άλλος δεν παθαίνει. Γιατί κάποιος νέος παθαίνει εύκολα μυοκαρδίτιδες από ιούς και κάποιος άλλος όχι. Ή ασθενής με ιογενή μυοκαρδίτιδα αποκτά μόνιμη καρδιακή ανεπάρκεια και κάποιος άλλος το ξεπερνάει, χωρίς υπολειπόμενη νόσο στην καρδιά. Και εάν δεν γνωρίζεις αυτούς τους μηχανισμούς, πώς μπορείς να αντιμετωπίσεις κάτι, να το αναστείλεις, να το προλάβεις ή να το θεραπεύσεις πιο αποτελεσματικά;».
«Παρά την πρόοδο στην πρόληψη και θεραπεία, πολλά κενά γνώσης παραμένουν, και απαιτείται συνεχής έρευνα για να βελτιωθούν τα διαγνωστικά μέσα, οι θεραπείες και οι στρατηγικές πρόληψης».
Στην Ελλάδα να ξεκινήσει κάποιος μια πρωτότυπη έρευνα φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο, αφού τα σχετικά κονδύλια είναι περιορισμένα. Σύμφωνα με τον καθηγητή, «για να κάνει κάποιος έρευνα στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή ή θα απευθυνθεί στις φαρμακευτικές εταιρείες που κάνουν τη δική τους έρευνα κυρίως πάνω σε φάρμακα, ή θα αναζητήσει κονδύλια των πανεπιστημίων που είναι πάρα πολύ περιορισμένα με πολλούς ενδιαφερόμενους, ή θα ψάξει προγράμματα στο εξωτερικό και την Ε.Ε. Κάποιοι ερευνητές προσπαθούν να λάβουν χορηγίες από την Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία ή το Ελληνικό Ιδρυμα Καρδιολογίας, αλλά μιλάμε για μικρά ποσά της τάξης των 5.000-10.000 ευρώ. Φορέας ο οποίος να χρηματοδοτεί την καρδιαγγειακή έρευνα, και κυρίως την πρωτογενή έρευνα, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα. Και αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα υπάρχουν πάρα πολλοί καλοί ερευνητές με πατέντες που δεν μπορούν να τις διατηρήσουν από ένα σημείο κι έπειτα».
Και φυσικά υπάρχει και το θέμα της έρευνας σε επιδημιολογικό επίπεδο που θα επιτρέψει στην Ελλάδα να έχει πιο ακριβή στοιχεία για την επίπτωση των παραγόντων κινδύνου, των εμφραγμάτων, των συγγενών καρδιοπαθειών κ.ά. Οπως τονίζει ο κ. Τούτουζας, «εάν δεν ξέρεις πλήρως το πρόβλημα, πώς μπορείς να κάνεις μία εθνική στρατηγική για την επόμενη δεκαετία, που θα έχει μέσα τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα Υγείας και θα προβλέπει τα κονδύλια που θα χρειάζεται το κράτος και ο ΕΟΠΥΥ για την αντιμετώπιση του προβλήματος την επόμενη δεκαετία».
Βαρύ κόστος
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ήδη από τον Δεκέμβριο του 2024 αλλά και τον Φεβρουάριο 2025, με ειδικό συνέδριο για την καρδιαγγειακή υγεία που διοργάνωσε η πολωνική προεδρία, προωθεί και ενθαρρύνει την εκπόνηση εθνικών σχεδίων δράσης. Αλλωστε, συνολικά οι καρδιαγγειακές παθήσεις εκτιμάται ότι κοστίζουν στην Ε.Ε. 282 δισ. ευρώ ετησίως, με την υγεία και τη μακροχρόνια περίθαλψη να αντιπροσωπεύουν 155 δισ. ευρώ από το ποσό αυτό. Τα 155 δισ. ευρώ ισοδυναμούν με το 11% των δαπανών υγείας της Ε.Ε.

