Καρδιακή προσβολή τις περισσότερες φορές παρατηρείται όταν ένας θρόμβος στο αίμα φράσσει κάποια αρτηρία που τροφοδοτεί με αίμα την καρδιά. Μικρό ποσοστό όμως προκύπτει από ένα σχίσιμο στον εσωτερικό χιτώνα του τοιχώματος μίας από τις αρτηρίες που αιματώνουν την καρδιά. Το σχισμένο τμήμα (κρημνός) ή το αιμάτωμα που μπορεί να προκληθεί στο εσωτερικό του τοιχώματος της αρτηρίας εμποδίζει τη φυσιολογική ροή του αίματος.
Γνωστή ως αυτόματος διαχωρισμός της στεφανιαίας αρτηρίας (SCAD), η πάθηση αυτή προσβάλλει και τα δύο φύλα, είναι όμως συχνότερη στις γυναίκες. Σε γυναίκες ηλικίας κάτω των 50 ετών, ο αυτόματος διαχωρισμός της στεφανιαίας αρτηρίας είναι η πιο συχνή αιτία οξέος στεφανιαίου συνδρόμου, το οποίο αποτελεί επείγον ιατρικό περιστατικό και αφορά την ανεπαρκή αιμάτωση της καρδιάς. Περιλαμβάνει καρδιακές προσβολές και ασταθή στηθάγχη (αιφνίδιος πόνος στο στήθος, που εμφανίζεται σε κατάσταση ηρεμίας).
«Ο αυτόματος διαχωρισμός της στεφανιαίας αρτηρίας ευθύνεται για τουλάχιστον 4% των περιστατικών οξέος στεφανιαίου συνδρόμου. Είναι όμως πιθανό ο αριθμός αυτός να υποτιμάται», λέει η δρ Malissa Wood, συνδιευθύντρια του Προγράμματος Corrigan για την Καρδιακή Υγεία των Γυναικών στο συνεργαζόμενο με το Χάρβαρντ Massachusetts General Hospital.
Τα τελευταία χρόνια, η ευρύτερη ευαισθητοποίηση για την καρδιοπάθεια στις γυναίκες αύξησε την αναγνώριση του SCAD, που θεωρείτο αρκετά σπάνιος πριν από μία δεκαετία. Σύμφωνα με τη δρα Wood, επίσης βοήθησαν τα βελτιωμένα διαγνωστικά μέσα.
Ενισχυμένες εξετάσεις
Για παράδειγμα, οι αιματολογικές εξετάσεις για τη διάγνωση καρδιακών προσβολών που ανιχνεύουν την τροπονίνη (μια ουσία που απελευθερώνεται από τον κατεστραμμένο καρδιακό μυ) είναι τώρα περισσότερο ευαίσθητες. Η καρδιά των γυναικών είναι μικρότερη από των ανδρών και, επομένως, μπορεί να απελευθερώνονται μικρότερες ποσότητες τροπονίνης κατά τη διάρκεια καρδιακής προσβολής.
Η διαδεδομένη χρήση εξετάσεων τροπονίνης υψηλής ευαισθησίας σημαίνει ότι πλέον οι γυναίκες με συμπτώματα καρδιακής προσβολής έχουν περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με ενδεχόμενη καρδιακή προσβολή και να παραπεμφθούν για πιο ενδελεχή έλεγχο, εξηγεί η δρ Wood.
Κατά συνέπεια, περισσότερες γυναίκες υποβάλλονται σε στεφανιαία αγγειογραφία, μια ειδική ακτινογραφία της καρδιάς στην οποία χρησιμοποιείται σκιαγραφικό για να εμφανιστούν οι περιοχές στένωσης των αρτηριών που αιματώνουν την καρδιά.
Επειδή τα άτομα με SCAD συχνά έχουν ελικοειδή αιμοφόρα αγγεία, αυτή η εξέταση απαιτεί ιδιαίτερη επιδεξιότητα από την πλευρά του γιατρού που την εκτελεί.
«Οι γιατροί αυτοί μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσουν ειδικά μέσα τα οποία τους επιτρέπουν να εξετάσουν το αιμοφόρο αγγείο στο εσωτερικό του», προσθέτει η δρ Wood. Άλλοι τύποι εξέτασης μπορεί να περιλαμβάνουν μη επεμβατικές απεικονιστικές εξετάσεις, όπως αξονικές τομογραφίες και ηχοκαρδιογραφήματα (υπέρηχος καρδιάς).
Η ακριβής διάγνωση είναι καίριας σημασίας, επειδή η θεραπεία για την πιο συχνή αιτία του οξέος στεφανιαίου συνδρόμου είναι η ηπαρίνη, ένα ενέσιμο φάρμακο που προλαμβάνει τη δημιουργία θρόμβων στο αίμα.
Η ηπαρίνη όμως, η οποία επίσης αυξάνει την αιμορραγία, μπορεί να επιδεινώσει το SCAD. Τα άτομα με SCAD είναι δυνατόν να λάβουν αγωγή για την ανακούφιση της στηθάγχης και την ελάττωση του φόρτου εργασίας της καρδιάς, ανάλογα με τα συμπτώματά τους. Οι σχισμές στο τοίχωμα της αρτηρίας συνήθως επουλώνονται εντός έξι εβδομάδων και τυχόν ποσότητα αίματος που μπορεί να έχει παγιδευτεί στο εσωτερικό του τοιχώματος απορροφάται σταδιακά.
Ποιος κινδυνεύει;
Ο SCAD παρατηρείται συνήθως σε υγιείς γυναίκες μέσης ηλικίας, που δεν φαίνεται να έχουν πιθανότητα εμφάνισης καρδιακής προσβολής (δηλαδή έχουν ελάχιστους ή κανέναν από τους κλασικούς παράγοντες κινδύνου για τον σχηματισμό αθηρωματικής πλάκας στα τοιχώματα των αρτηριών, όπως διαβήτη, υψηλή χοληστερόλη,ή υψηλή αρτηριακή πίεση).
Περίπου ένα τρίτο των περιπτώσεων SCAD σε γυναίκες παρατηρούνται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή λίγο μετά, πιθανώς επειδή τα αιμοφόρα αγγεία έχουν την τάση να μαλακώνουν και να γίνονται πιο εύθραυστα στη διάρκεια αυτών των περιόδων.
Η ακριβής αιτία του SCAD δεν είναι απόλυτα σαφής. Υπάρχει όμως έντονη συσχέτιση μεταξύ του SCAD και της ινομυϊκής δυσπλασίας (FMD), μιας σπάνιας πάθησης η οποία χαρακτηρίζεται από στένωση και διεύρυνση των μεσαίων αρτηριών του σώματος, ειδικά των αρτηριών που αιματώνουν τους νεφρούς, τον λαιμό και το κεφάλι.
Περίπου 70% έως 80% των ατόμων με διάγνωση SCAD έχουν κάποιο είδος αγγειακής δυσπλασίας στα αιμοφόρα αγγεία εκτός της καρδιάς, αναφέρει η δρ Wood. Στις περισσότερες περιπτώσεις συνυπάρχει FMD, ορισμένοι ασθενείς όμως πάσχουν από σπάνιες γενετικές διαταραχές που προσβάλλουν τον συνδετικό ιστό.
Τουλάχιστον ένα τρίτο των πασχόντων από SCAD έχει ιστορικό κατάθλιψης ή άγχους. Μάλιστα, δύο τρίτα των ασθενών θυμούνται ότι, πριν εκδηλωθεί ο διαχωρισμός της αρτηρίας, βίωσαν σοβαρό σωματικό ή συναισθηματικό στρες. Μπορεί, για παράδειγμα, να βίωσαν εμπειρίες όπως θάνατος στην οικογένεια, απώλεια εργασίας, εξωσυζυγική σχέση συζύγου, αυτοκινητιστικό ατύχημα ή σοβαρή ασθένεια παιδιού.
«Γνωρίζουμε ότι το στρες συμβάλλει σε όλους τους τύπους καρδιοπάθειας και γι’ αυτό είναι τόσο σημαντικό να διαχειριζόμαστε το στρες όσο το δυνατόν περισσότερο», αναφέρει η δρ Wood.
Συμπτώματα του SCAD
Τα συμπτώματα του αυτόματου διαχωρισμού της στεφανιαίας αρτηρίας (SCAD) είναι ίδια με αυτά της κλασικής καρδιακής προσβολής και περιλαμβάνουν:
• πόνο στο στήθος ή δυσφορία
• πόνο στους βραχίονες, στους ώμους, στον λαιμό ή στο σαγόνι
• δύσπνοια
• εφίδρωση
• ασυνήθιστη, ακραία κόπωση
• ναυτία
• ζάλη

